Οι νόμοι δεν είναι χαραγμένοι σε λίθινες πλάκες, όπως οι πλάκες του Μωυσέως, για να παραμένουν αναλλοίωτοι το χρόνο. Καθορίζουν και καταγράφουν προβλέψεις, απαιτήσεις και διαδικασίες, για έναν τομέα, σε μία χρονική στιγμή.
Προφανώς και τροποποιούνται ή αναθεωρούνται, όποτε απαιτηθεί. Έτσι, αλγεινή εντύπωση προκαλεί η διατήρηση του ν. 3978/11 (νόμος Βενιζέλου) επί σχεδόν μία δεκαετία, παρά την αποδεδειγμένη αδυναμία του να ρυθμίσει τα περί αμυντικών προμηθειών.
Το κύριο πρόβλημα του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου περί αμυντικών προμηθειών έγκειται στο ότι αναφέρεται σε μία άλλη εποχή, η οποία έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Τω καιρώ εκείνω, υπήρχε ακόμα η λογική των μεγάλων προμηθειών, ενώ οι εξοπλιστικοί προϋπολογισμοί ανέρχονταν σε κάμποσα δισ. ευρώ. Παράλληλα, ήταν νωπές οι αποκαλύψεις περί… αμαρτιών της περιόδου Άκη και Γιάννου.
Έτσι, ο 3978/11, πέραν της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2009/81/ΕΚ, περιελάμβανε επιπρόσθετες προβλέψεις περί “διαφάνειας και καταπολέμησης της διαφθοράς”. Όμως, κάποιες από αυτές είναι αδύνατο να εφαρμοστούν στην πράξη. Ακόμα χειρότερα, για μερικά θέματα παραπέμπει σε ορισμένα υπερβολικά άρθρα του 3433/06 (νόμος Σπηλιωτόπουλου), καθώς ποτέ δεν εκδόθηκε ένα ΠΔ που υποτίθεται ότι θα ρύθμιζε τα θέματα αυτά (βλ. άρθρο 105 του 3978/11).
Σε τέτοιες περιπτώσεις, καθίστανται υπερβολικές οι προβλέψεις π.χ. περί εκπτώτου, οι πολλαπλές εγγυητικές επιστολές ή τα χωρίς άνω όριο πρόστιμα εκπρόθεσμης παράδοσης. Προβλέψεις σαν αυτές αποθαρρύνουν τους υποψήφιους προμηθευτές ή τελικά επαυξάνουν το κόστος, καθώς οι προμηθευτές μεταφράζουν το αυξημένο ρίσκο τους σε χρήμα, το οποίο μετακυλίουν στον πελάτη.
Το υπόψη θεσμικό πλαίσιο έχει δημιουργήσει σοβαρότατες δυσχέρειες στις Ένοπλες Δυνάμεις (ΕΔ), καθώς για την προμήθεια ή επισκευή οποιουδήποτε αμυντικού υλικού απαιτείται “ενεργοποίηση υποπρογράμματος”, δηλαδή μίας μακρόσυρτης γραφειοκρατικής διαδικασίας, ακόμα κι αν το εν λόγω υλικό είναι ευτελούς αξίας.
Με απλά λόγια, ακόμα κι αν ένα μαχητικό είναι καθηλωμένο από ένα υλικό αξίας 1000 €, δεν επιτρέπεται η προμήθεια του υλικού αυτού, παρά μόνο εάν υπάρχει σχετική σύμβαση υποστήριξης, κατόπιν ενεργοποίησης υποπρογράμματος κλπ.
Ακόμα χειρότερα, οι υπερβολικές απαιτήσεις του νόμου δημιουργούν σοβαρά εμπόδια στους υποψήφιους προμηθευτές, με αποτέλεσμα οι συμβάσεις που έχουν υπογραφεί με βάση τις προβλέψεις του ν. 3978/11, και για τους τρεις Κλάδους των ΕΔ, να μετρούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Εξαίρεση αποτελούν οι διακρατικές συμβάσεις (π.χ. FMS), οι οποίες παρακάμπτουν τις προβλέψεις του νόμου. Έτσι, τα F-16 ή τα Patriot, που υποστηρίζονται μέσω FMS, εμφανίζουν σχετικά αποδεκτές διαθεσιμότητες. Βέβαια, το FMS συνεπάγεται κατά κανόνα υψηλότερο κόστος σε σχέση με αντίστοιχες εμπορικές συμβάσεις. Όμως, όσα συστήματα δεν υποστηρίζονται μέσω FMS ή άλλης διακρατικής συμφωνίας (δηλαδή τα περισσότερα) αντιμετωπίζουν προβλήματα υποστήριξης.
Έτσι, έχουν παρατηρηθεί επανειλημμένως τα ακόλουθα κωμικοτραγικά:
α. Έστω ότι έχουμε προμηθευτεί το “Χ” οπλικό σύστημα (ΟΣ), με απευθείας ανάθεση (όπως ήταν ο κανόνας παλαιότερα). Έστω ότι το εν λόγω ΟΣ κατασκευάζει και υποστηρίζει ένας και μόνο προμηθευτής (συνήθης περίπτωση). Για την υποστήριξη του εν λόγω ΟΣ, ενεργοποιούμε σχετικό υποπρόγραμμα, ακολουθώντας την πεπατημένη, δηλαδή διαγωνισμό!
Μα αφού είπαμε ότι είναι ένας (όπως μπορούμε εύκολα να διαπιστώσουμε, μέσω πρόσκλησης σε τεχνικό διάλογο), γιατί κάνουμε διαγωνισμό; “Και πού το ξέρουμε ότι δεν υπάρχει άλλος;” θα πει κάποιος.
Ναι αλλά οποιοσδήποτε νοήμων άνθρωπος, με στοιχειώδεις γνώσεις του αμυντικού χώρου, αντιλαμβάνεται το παρανοϊκό της υπόθεσης: προμήθεια με απευθείας ανάθεση και διαγωνισμό για υποστήριξη, ενώ εκ των προτέρων γνωρίζουμε ότι το υποστηρίζει μόνον ο κατασκευαστής! Η διαδικασία αυτή ΔΕΝ διασφαλίζει τη διαφάνεια αλλά αντιθέτως ΕΚΘΕΤΕΙ τη χώρα, καθώς εμφανίζεται ως να μην αντιλαμβάνεται τα στοιχειώδη.
β. Συνεχίζοντας, προχωράμε τις διαδικασίες διαγωνισμού: εκπόνηση τεχνικών προδιαγραφών, ειδικών όρων και εκτιμώμενου κόστους. Όλα αυτά, μαζί με ένα αχανές “πακέτο γενικών όρων”, που είναι ένα συνονθύλευμα νόμων και διατάξεων, “βγαίνουν στον αέρα” και προκηρύσσεται ο διαγωνισμός.
Εάν είμαστε τυχεροί, ο μοναδικός υποψήφιος προμηθευτής θα υποβάλει προσφορά (καθώς υπήρξαν περιπτώσεις όπου ουδείς ανταποκρίθηκε). Συχνάκις όμως ο μοναδικός υποψήφιος “κόβεται”, καθώς “δεν πληροί τους όρους”…
Βεβαίως, δύσκολα θα μπορούσε να κατηγορήσει κανείς τον υποψήφιο προμηθευτή, ο οποίος προφανώς θέλει να κερδίσει χρήματα, παρέχοντας υποστήριξη, όπως πιθανότατα κάνει για το ίδιο ΟΣ σε πολλές άλλες χώρες. Η ευθύνη μάλλον βαραίνει την Υπηρεσία, η οποία ζήτησε πράγματα που δεν γίνονται. Αποτέλεσμα: η χώρα εκτίθεται διπλά, ενώ τα ΟΣ παραμένουν χωρίς υποστήριξη… και υπάρχουν πολλά τέτοια παραδείγματα.
Είναι αλήθεια ότι για το τέλμα στο οποίο έχουν περιπέσει οι ΕΔ, όσον αφορά τις διαθεσιμότητες αρκετών ΟΣ, δεν ευθύνεται μόνον ο ν. 3978/11 αλλά και η ερμηνεία του, η γενικότερη πρακτική, καθώς και οι υπερβολικές απαιτήσεις των Γενικών Επιτελείων που δεν συνάδουν με το εκτιμώμενο κόστος. Και βεβαίως, οι ισχνοί αμυντικοί προϋπολογισμοί.
Όμως είναι πασιφανές ότι απαιτείται δραστική αναθεώρηση του γενικότερου πλαισίου αμυντικών προμηθειών. Ο προηγούμενος Γενικός Διευθυντής ΓΔΑΕΕ είχε εκκινήσει τη σχετική διαδικασία. Και μετά, τίποτα… Καλώς ή κακώς, το βάρος πέφτει τώρα στην παρούσα πολιτική και στρατιωτική Ηγεσία.
Οι απέναντι δεν κρύβουν καθόλου τις προθέσεις τους, ενώ έχουν επιτύχει ένα μικρό θαύμα στην αμυντική τους βιομηχανία, παρότι ξεκίνησαν αργότερα από εμάς. Η κατάσταση είναι πιεστική και η επίκληση του διεθνούς δικαίου αγγίζει πλέον τα όρια του γελοίου.
Είναι εθνικό έγκλημα να διαθέτουμε ικανότατα οπλικά συστήματα, τα οποία να μην υποστηρίζονται επαρκώς, λόγω του ΔΙΚΟΥ ΜΑΣ νόμου. Ο νόμος είναι το μέσο, όχι αυτοσκοπός. Ο υπέρτατος σκοπός είναι η υπεράσπιση της χώρας και του εθνικού συμφέροντος.
Δυστυχώς ο χρόνος παρήλθε και ο εχθρός είναι προ των πυλών. Ήγγικεν η ώρα για την άμεση αναθεώρηση του θεσμικού πλαισίου περί προμηθειών αμυντικού υλικού, με έμφαση σε απλές και λειτουργικές συμβάσεις υποστήριξης, καθώς και για την αύξηση του αμυντικού προϋπολογισμού.
Εν ανάγκη, ας προσφύγουμε στο άρθρο 346 της ΣΛΕΕ, στο πνεύμα του άρθρου 135 του προταθέντος σχεδίου νόμου, ώστε το κράτος να λάβει “τα μέτρα που θεωρεί αναγκαία για την προστασία ουσιωδών συμφερόντων της ασφαλείας του”.