Οι εθνικές διακρατικές κρίσεις άμυνας και ασφάλειας αποτελούν συνήθως περιοδικές εξάρσεις μακροχρονίων σχέσεων εντάσεως μεταξύ δύο ή περισσοτέρων κρατών με αντικρουόμενα συμφέροντα. Κατά την σύνθετη και ιδιαίτερα απαιτητική περίοδο κρίσεων δοκιμάζεται η συνολική ετοιμότητα ενός κράτους, η οργανωτική και συντονιστική του υποδομή, ο μηχανισμός λήψεως αποφάσεων και κυρίως η γνώση, η εκπαίδευση, η εμπειρία και οι χειρισμοί της πολιτικής ηγεσίας.
Η εμπειρία έχει δείξει ότι το βέλτιστο σχήμα συνδρομής στην πολιτική ηγεσία για την έγκαιρη και ορθή λήψη αποφάσεων, αποτελείται από ολιγομελή ομάδα με πάγια σύνθεση μελών (π.χ. ΥΠΕΞ, ΥΠΕΣΩΤ, ΥΠΕΘΑ, Α/ΓΕΕΘΑ, ΕΥΠ κ.λπ.), η οποία εμπλουτίζεται εκάστοτε με επιπρόσθετα μέλη αναλόγως της φύσεως των κρίσεων.
Παρά το γεγονός ότι οι κρίσεις προσφέρουν και ευκαιρίες (για οργανωμένα και έτοιμα προς τούτο κράτη), οι εκάστοτε κρίσεις της Ελλάδος με την Τουρκία συνδέονται με εθνικές ήττες. Προκαλεί απογοήτευση το γεγονός ότι από την πλούσια εθνική εμπειρία κρίσεων ουδεμία συνολική κρατική προσπάθεια αναλύσεως, εξαγωγής συμπερασμάτων και κυρίως αναλήψεως συντονισμένων διορθωτικών ενεργειών έχει γίνει αντιληπτή (σε πλήρη αντίθεση με έτερα κράτη). Δίχως επομένως την εκμετάλλευση της εμπειρίας του παρελθόντος η χώρα μας προβαίνει όψιμα, αποσπασματικά και αφοριστικά σε κατάργηση υφισταμένων θεσμικών οργάνων (δίχως να ευθύνονται τα θεσμικά όργανα εάν ουδέποτε έχουν συγκληθεί) και αναδεικνύει ως πανάκεια την «επείγουσα» ανάγκη συγκροτήσεως Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας. Ένας ουδέτερα διακείμενος θα ανέμενε (για ένα τόσο σημαντικό θέμα) να του επιδειχθεί η ολοκληρωμένη μελέτη βάσει της οποίας η χώρα αποφαίνεται υπέρ της μίας ή της άλλης εκδοχής.
Δίχως να αποκλείεται η σκοπιμότητα συγκροτήσεως Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ), θα πρέπει να επισημανθούν οι ακόλουθοι κίνδυνοι παρεκτροπής του νέου αυτού θεσμού:
· Να προστεθεί ένα ακόμη κλιμάκιο λήψεως αποφάσεων με αποτέλεσμα την πρόκληση καθυστερήσεων και συγχύσεων κατά την λήψη αυτών.
· Να δημιουργηθεί, εν μέσω οικονομικής κρίσεως, ένα ακριβό θεσμικό όργανο με εκατοντάδες νέες προσλήψεις «ειδικών» και «βοηθών» στο Δημόσιο με κριτήρια περισσότερο ιδιοτελή και λιγότερο εθνικά .
· Να προκληθούν συγχύσεις και επικαλύψεις αρμοδιοτήτων μεταξύ του νέου οργάνου και θεσμικών φορέων όπως π.χ. τα εμπλεκόμενα Υπουργεία.
· Να αφαιρεθούν (ή παρακαμφθούν) ευθύνες και αρμοδιότητες από θεσμικά όργανα λήψεως αποφάσεων, υπέρ προσώπων του ΣΕΑ.
· Ένας ισχυρός επικεφαλής του ΣΕΑ, μάλλον προσωπικής επιλογής του Πρωθυπουργού και «παρά τω Πρωθυπουργώ» (με διαπροσωπικές σχέσεις λόγω συχνής επαφής μαζί του) θα δύναται να «φιλτράρει» τις επί μέρους θέσεις και εισηγήσεις θεσμικών οργάνων και προσώπων και να προωθεί προσωπικές του απόψεις με την μέθοδο της «μισής αλήθειας».
· Να προκληθεί δυσχέρεια λήψεως αποφάσεων, εάν στο ΣΕΑ μετέχουν μη κυβερνητικά στελέχη όπως επί παραδείγματι εκπρόσωποι άλλων κομμάτων (είτε διότι αυτοί δεν επιθυμούν να αναλάβουν ευθύνες και να επωμισθούν το πολιτικό κόστος μίας αποφάσεως είτε διότι επιθυμούν να καταστούν η αυριανή κυβέρνηση).
Πριν ληφθούν οριστικές αποφάσεις θα πρέπει πέραν των εθνικών μας εμπειριών, να μελετηθεί διεξοδικά ο τρόπος συγκροτήσεως ΣΕΑ καθώς και τα σχετικά αποτελέσματα σε σειρά επιλεγμένων κρατών. Εναλλακτικά κρίνεται ως ορθολογικό και σκόπιμο να ενισχυθούν και αξιοποιηθούν στο έπακρο τα υφιστάμενα θεσμικά όργανα. Μία επιγραμματική πρόταση θα ήταν δυνατόν να διατυπωθεί ως εξής:
· Συνεδρίαση του Συμβουλίου των Πολιτικών Αρχηγών σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. κατ’ ελάχιστον ετησίως και εκτάκτως όποτε απαιτείται) με συγκεκριμένη ατζέντα και με σκοπό την παραγωγή γενικών κατευθύνσεων σε όλο το φάσμα της Εθνικής Στρατηγικής. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η συνέχεια της Εθνικής Στρατηγικής ανεξαρτήτως εναλλαγής Κυβερνήσεων και ταυτόχρονα καλλιεργείται συναινετική διακομματική κουλτούρα.
· Οι σχετικές με την Εθνική Στρατηγική επιτροπές της Βουλής (π.χ. Επιτροπή Εξωτερικών και Άμυνας κ.λπ.) με την συνδρομή καταλλήλων προσωπικοτήτων ή φορέων (κατά την κρίση τους), να παρέχουν επεξεργασμένες εισηγήσεις προς το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών, προκειμένου να διευκολύνουν το έργο του.
· Το ΚΥΣΕΑ να συνέρχεται σε τακτά χρονικά διαστήματα (π.χ. ανά δίμηνο) προκειμένου να λαμβάνει αποφάσεις επί του συνόλου του φάσματος των αρμοδιοτήτων του (ιδιαίτερα για την πρόληψη, προετοιμασία και χειρισμό κρίσεων). Οι συνεδριάσεις του ΚΥΣΕΑ θα πρέπει να είναι συχνότερες σε δυσχερείς περιστάσεις και να λαμβάνουν χώρα τουλάχιστον ημερησίως σε περιόδους εθνικών κρίσεων.
· Να ενισχυθεί καταλλήλως η γραμματεία του ΚΥΣΕΑ προκειμένου να επεξεργάζεται σε διαρκή βάση τις επί μέρους επικαιροποιημένες εισηγήσεις των μελών του και να διευκολύνει αποτελεσματικά το έργο του ΚΥΣΕΑ και του Πρωθυπουργού.
· Να υπάρχει διαρκής «οριζόντια» επικοινωνία μεταξύ των θεσμικών οργάνων χειρισμού κρίσεων των εμπλεκομένων Υπουργείων, από τον καιρό της ειρήνης. Αυτό είναι δυνατόν να επιτευχθεί με μόνιμη αμοιβαία παρουσία αντιπροσώπων άλλων Υπουργείων στα εν λόγω όργανα (κατάργηση δηλαδή του «άβατου» των Υπουργείων με πρόσχημα την «διαβάθμιση» και θεραπεία του φαινομένου καθετοποιημένων παραλλήλων μονοδρόμων στον δρόμο προς το ΚΥΣΕΑ), με θεσμοθετημένες συστηματικές συναντήσεις των οργάνων αυτών και με σχετική θέσπιση κοινών ασκήσεων, ενημερώσεων, σεμιναρίων και διαπροσωπικών σχέσεων.
· Η υπεύθυνη για τον χειρισμό εθνικών κρίσεων εκάστοτε πολιτική ηγεσία, με την ανάληψη των καθηκόντων της, να ενημερώνεται ως προς τον ρόλο της σε αυτές, κατά τρόπο θεσμοθετημένο (π.χ. συσκέψεις, σεμινάρια κ.λπ.) από καταλλήλους φορείς και πρόσωπα.
· Θεσμοθετημένη συστηματική συνάντηση πολιτικής (σε επίπεδο Πρωθυπουργού) και στρατιωτικής ηγεσίας με συγκεκριμένη ημερησία διάταξη (επί του παρόντος οι συναντήσεις αυτές είναι κοσμικές/εθιμοτυπικές και πραγματοποιούνται στην εξέδρα των επισήμων κάθε 25η Μαρτίου και 28η Οκτωβρίου). Έχει αποδειχθεί ότι οι πολιτικοστρατιωτικές σχέσεις αποβαίνουν καθοριστικές στην έκβαση κρίσεων.
· Τα θεσμικά όργανα παραγωγής στρατηγικής σκέψεως και χειρισμού κρίσεων να αξιοποιούν συστηματικά τις θέσεις, απόψεις, μελέτες, έρευνες και εισηγήσεις καταλλήλων φορέων (πανεπιστήμια, στρατιωτικά ιδρύματα, ινστιτούτα, κατάλληλα πρόσωπα κ.λπ.).
Από την ιστορική εμπειρία συμπεραίνεται ότι για την ελληνική πραγματικότητα σπανίως ευθύνεται το υφιστάμενο θεσμικό και νομικό πλαίσιο αλλά κυρίως ευθύνεται η παράκαμψη του πλαισίου από ανεπαρκείς πολιτικές ηγεσίες. Είναι καιρός πριν οδηγηθεί η χώρα σε νέες εθνικές ήττες με νέους αποδιοπομπαίους τράγους, να ληφθούν άμεσες αποφάσεις με αποκλειστικό γνώμονα τα Εθνικά μας Συμφέροντα, διότι είναι σε όλους γνωστό ότι «Κυβερνάν εστί Προβλέπειν».
16 – Μαρτίου – 2018
Αντιναύαρχος ε.α. Β. Μαρτζούκος ΠΝ
Επίτιμος Διοικητής ΣΝΔ
Πρόεδρος ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.