Η σπουδή γιά επίλυση της διαφοράς με τα Σκόπια με βάση μία σύνθετη ονομασία που θα συμπεριλαμβάνει τον όρο «Μακεδονία», εκτός από αντίθετη με το κυρίαρχο λαϊκό αίσθημα, αποτελεί ταυτόχρονα μέγα διπλωματικό σφάλμα. Στην πραγματικότητα, η αδιαλλαξία της ελληνικής πλευράς αποκόμισε ωφέλη που παραγνωρίζουν όσοι επιθυμούν λύση πάση θυσία.
Στην εικοσιπενταετία που πέρασε από την ομόθυμη άρνηση του τότε πολιτικού συστήματος να αναγνωρίσει την FYROM ως Μακεδονία, το κρατίδιο των Σκοπίων αποδυναμώθηκε δραματικά. Παρέμεινε εκτός ΕΕ και ΝΑΤΟ, αιωρούμενο σε διπλωματικό κενό μεταξύ των διασταυρούμενων επιρροών των ισχυρών της περιοχής και εγκλωβισμένο στην υπανάπτυξη. Το καθεστώς Γκρούεφσκι επέβαλε μία γελοία αισθητική με υποτίθεται αρχαιοελληνικά πρότυπα, γιά να τεκμηριώσει την «καταγωγή» των συγχρόνων κατοίκων του κρατιδίου από τους αρχαίους Έλληνες της Μακεδονίας, ταυτόχρονα όμως διολίσθησε σε αυταρχικές και μονοκομματικές λογικές. Η δε αλβανική κοινότητα του Τετόβου διεκδίκησε την πολιτιστική, γλωσσική και αυτοδιοικητική της αυτονομία, σε βαθμό πού σήμερα το δυτικό τμήμα της FYROM είναι de facto ανεξάρτητο από τον κρατικό μηχανισμό που ελέγχουν οι Σλαύοι. Οι οποίοι στρέφονται προς την ομόγλωσση Βουλγαρία, προκειμένου να έχουν σανίδα σωτηρίας σε περίπτωση διαμελισμού του κρατιδίου.
Το γεγονός ότι πολλά κράτη αναγνώρισαν το κρατίδιο της FUROM με την συνταγματική του ονομασία δεν σημαίνει απολύτως τίποτα γιά την βιωσιμότητα και την οικονομική του ανάπτυξη. Η ισχύς ενός κράτους δεν προκύπτει από την αποδεκτή ή μη αποδεκτή ονομασία του αλλά από την οικονομική και αμυντική του ευρωστία, την κοινωνική συνοχή του, τις συμμαχίες του και την συμμετοχή του σε διεθνείς οργανισμούς. Αυτά όλα είναι ανύπαρκτα στην περίπτωση των Σκοπίων. Δεν αντιλαμβάνεται κανείς γιατί πρέπει η ελληνική πλευρά να σπεύσει να του τα προσφέρει.
Πολύ περισσότερο που το κρατίδιο τρέφει επισήμως αλυτρωτικές βλέψεις έναντι της Βόρειας Ελλάδας, που ασφαλώς δεν πρόκειται να εξαερωθούν επειδή θα απαλειφθούν τυπικά από το σύνταγμα της χώρας. Ο αλυτρωτισμός είναι κεντρικό στοιχείο της εθνικής ιδεολογίας και της διάχυτης κουλτούρας των Σλαύων κατοίκων του κρατιδίου, οι οποίοι κοινωνικοποιήθηκαν με άξονα ακριβώς αυτό το «παμμακεδονικό» ψευδοαλυτρωτικό ιδεολόγημα, που θα παραμείνει ζωντανό ακόμα και αν υποχρεωθούν να το αποκηρύξουν επίσημα.
Πέραν αυτού, η αποδοχή ονόματος όπως «Νέα Μακεδονία» ή «Άνω Μακεδονία» κλπ. θα οδηγήσει σε νέο κύκλο διεκδικήσεων από τα Σκόπια, που θα αρχίζουν από την απαίτηση να μην χρησιμοποιεί η Ελλάδα τον όρο Μακεδονία και τα συνθετικά της και θα τελειώνει στην απαίτηση απαγόρευσης του branding γιά τα ελληνικά μακεδονικά προϊόντα.
Την στιγμή που ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ στηρίζει απολύτως την ελληνική πλευρά αποκλείοντας την ένταξη των Σκοπίων χωρίς συμφωνία, δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος η Ελλάδα να είναι ο επισπεύδων.
*Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Γενεύης