Οι πρόσφατες εξελίξεις στη Λιβύη αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο αποδεικνύουν ότι η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση σταδιακά μετατρέπεται σε υποσύνολο της συγκρουσιακής πορείας που απορρέει από την ευρύτερη αναθεωρητική πολιτική ανάδειξης της Άγκυρας σε περιφερειακή δύναμη.

Η πολιτική αυτή έχει πολλαπλές στοχεύσεις και στηρίζεται στη δημιουργία συνεργασιών, πρόσκαιρων και μη, στην εκμετάλλευση περιφερειακών και τοπικών αντιθέσεων, στην ανελέητη διαπραγμάτευση προς κάθε κατεύθυνση, κύριος όμως άξονας της προβάλλει η ικανότητα και βούληση χρήσης στρατιωτικής ισχύος. Είναι ακόμη νωρίς να γίνει μια αντικειμενική αποτίμηση των επιτευγμάτων αυτής της πολιτικής καθώς η διαρκής «υπερεξάπλωση» δεν επιτρέπει την εκταμίευση των κερδών, ενώ παράλληλα, όλα σχεδόν τα μέτωπα εξακολουθούν να είναι ανοικτά ή εν υπνώσει με απροσδιόριστο χρόνο εκρηκτικής επανεμφάνισης.

Γεγονός όμως είναι ότι η αντίστοιχη πολιτική -χαμηλότερου όμως προφίλ- τις προηγούμενες δεκαετίες έχει επιφέρει κέρδη στην Τουρκία ειδικά στις περιπτώσεις όπου με συνέπεια και μακρόχρονη προετοιμασία εκμεταλλεύθηκε τα σφάλματα των αντιπάλων της αλλά και τις διεθνείς συγκυρίες. Με αυξανόμενους πλέον όλους τους συντελεστές ισχύος, και κυρίως την αυτοπεποίθησή της, η Άγκυρα φαίνεται να εγκαταλείπει την προσεκτική πολιτική των «μετρημένων βημάτων» και να οδηγείτε σε ασυμβατότητα μέσων και στόχων. Ταυτόχρονα όμως και παρά τις πετυχημένες μέχρι στιγμής ακροβασίες μεταξύ Ουάσιγκτον και Μόσχας, η τουρκική πολιτική δημιουργεί αρκετές αντισυσπειρώσεις ακόμη και σε περιοχές, κράτη και καθεστώτα που τηρούσαν μια επιφυλακτική ή ακόμη και ανεκτική στάση απέναντί της.

Η Αθήνα, εδώ και δεκαετίες έχει επιλέξει την πρόταξη του διεθνούς δικαίου, την αποφυγή ενεργειών που ενέχουν τον κίνδυνο της κλιμάκωσης με επίδειξη ικανότητας και αποφασιστικότητας μη υποχώρησης έναντι ορισμένων «κόκκινων γραμμών» που εμφανίζουν όμως μια διολίσθηση. Επιπρόσθετα το τελευταίο διάστημα προσπαθεί -με την ενεργό συμμετοχή και της Κυπριακής Δημοκρατίας- να οικοδομήσει συνεργασίες και να εκμεταλλευτεί τις ενεργειακές προοπτικές της ευρύτερης περιοχής.

Οι σημερινές εξελίξεις της Λιβύης προσδίδουν μια ακόμη σημαντικότερη διάσταση στους υπάρχοντες ανταγωνισμούς. Ενώ ΗΠΑ-Ρωσία και Ευρώπη εμφανίζονται με πρωταρχικό στόχο την ειρήνευση στην περιοχή, Τουρκία και αρκετές αραβικές χώρες, συσπειρωμένες σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα, μάλλον είναι αποφασισμένες να συγκρουστούν μέχρι τέλους για τον έλεγχο της Λιβύης.

Οι εξελίξεις στη Λιβύη είναι ζωτικής σημασίας για την επιβίωση του καθεστώτος του στρατηγού Σίσι της Αιγύπτου και την επικράτησή του έναντι των υποστηριζόμενων από την Άγκυρα «Αδελφών Μουσουλμάνων». Οι προσπάθειες ειρηνικής επίλυσης της λιβυκής κρίσης στο Βερολίνο εκτιμάται ότι δεν θα επιφέρουν μια τελική λύση στο πρόβλημα καθώς υπάρχουν αγεφύρωτες εξωτερικές επεμβάσεις ενώ η χώρα αποτελείται από πληθώρα φυλών με έλλειψη αίσθησης ενιαίας ταυτότητας και παντελώς αντικρουόμενα τοπικιστικά συμφέροντα.

Ενδεχομένως στην περίπτωση της Λιβύης, η Ελλάδα θα πρέπει να αποδεχθεί το ρίσκο της τουρκικής ανάσχεσης με την επιλογή ουσιαστικής πολυεπίπεδης ενίσχυσης της μιας πλευράς (Στρατάρχη Χαφτάρ) διακινδυνεύοντας να καταστεί μέρος του προβλήματος. Ήδη όμως και μετά την συνομολόγηση των δύο τουρκολιβυκών μνημονίων, η Αθήνα αποτελεί μέρος του προβλήματος. Ορθές λοιπόν οι ελληνικές πρωτοβουλίες, κινήσεις και ανοίγματα προς την μία πλευρά των αντιμαχομένων.

Πιθανόν λοιπόν, η Λιβύη να αποτελεί το σημείο της αποφασιστικής εμπλοκής -σε διάφορα επίπεδα- για την αντιμετώπιση της τουρκικής επεκτατικότητας. Μάλιστα αυτό το «γήπεδο» φαίνεται ότι μας παρέχει ορισμένα πλεονεκτήματα τα οποία και πρέπει να εκμεταλλευθούμε. Να διευκρινίσω ότι ως εμπλοκή δεν αναφέρομαι σε στρατιωτικές ενέργειες χωρίς όμως να αποκλείω και την στρατιωτική συμμετοχή μας, υπό προϋποθέσεις και διάφορες μορφές.

Εξίσου όμως σημαντικό με την επικράτηση των «φιλίων» για εμάς δυνάμεων στη Λιβύη (απαραίτητη και η δική μας συνέργεια) είναι η άδραξη της ευκαιρίας ενδυνάμωσης συνεργασιών και τουρκικών αντισυσπειρώσεων στην Ανατολική Μεσόγειο. Για να επιτύχουμε όμως αυτούς τους στόχους θα πρέπει να αναλάβουμε και ορισμένα αναπόφευκτα ρίσκα δίδοντας την εντύπωση στους υποψήφιους συνεργάτες-συμμάχους μας ότι δεν αποτελούμε «free riders» της περιοχής αλλά μια αξιόλογη και αποφασισμένη δύναμη που θα προστατέψει τα συμφέροντα και δεσμεύσεις της.

Επίσης πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ότι η Άγκυρα θα εντείνει τις προκλητικές της ενέργειες σε αρκετά σημεία των ελληνοτουρκικών διαφορών, ως αντίδραση στην ενεργό εμπλοκή μας στην κρίση της Λιβύης. Η παθητική πολιτική της ουδετερότητας, της αποφυγής εκμετάλλευσης ευκαιριών, της άνευρης επίκλησης του διεθνούς δικαίου μάλλον έχει εξαντλήσει τα όρια της, τουλάχιστον στη συγκεκριμένη περιοχή και με τους συγκεκριμένους αντιπάλους και καταστάσεις.

* Ο Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Αντιστράτηγος (ε.α.), Διευθυντής Μελετών του Ελληνικού Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (ΕΛΙΣΜΕ), κάτοχος μεταπτυχιακού στις Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές του Παντείου και υποψήφιος Διδάκτωρ Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.