Η προκήρυξη έγραφε: «Εκ μέρους της Γαλλικής Δημοκρατίας, γνωστοποιώ στον Αιγυπτιακό λαό, ότι οι Μαμελούκοι μπέηδες που κυβερνούν τη χώρα προσβάλλουν το γαλλικό έθνος και καταπιέζουν φορολογικά τους Γάλλους εμπόρους. Αιγύπτιοι, θα σας πουν πως ήρθα να καταργήσω τη θρησκεία σας, μην τους πιστέψετε. Πάνω από τους Καυκάσιους τοποθετώ Θεό – Προφήτη – Κοράνι. Έρχομαι να αποκαταστήσω τα δικαιώματά σας. Η πλεονεξία, οι αδικίες και η τυραννία των αφεντάδων σας πρέπει να τερματιστεί. Είμαστε φίλοι πιστοί του Μεγάλου Κυρίου σας, του Σουλτάνου Σελίμ Γ’. Υπογραφή, Στρατηγός Βοναπάρτης».
Η Αίγυπτος, για αιώνες φόρου υποτελής στην Πύλη, εκείνη την εποχή διοικείται ουσιαστικά από τους Μουράτ μπέη και Ιμπραήμ μπέη. Και οι δύο Μαμελούκοι, δηλαδή με προγόνους σκλάβους από τον Καύκασο, φίλοι φαινομενικά, πλην αντίπαλοι, με την ίδια δίψα για εξουσία.
«Έχετε ακουστά για ένα δυτικό κράτος που λέγεται Γαλλία; Πριν ένα χρόνο άνθρωποι του λαού ήταν εκείνοι που έβαλαν τέρμα στην αδικία και στην καταπίεση αιώνων. Αυτοί έδιωξαν τους τυράννους, ελευθέρωσαν τους φυλακισμένους, πήραν στα χέρια τους την εξουσία. Πρέπει να δράσομε αποφασιστικά. Ξέρετε τι μπορεί να πετύχει ένας λαός όταν επαναστατήσει;». Είναι τα λόγια προς την ομήγυρη κάποιου νεαρού αιγύπτιου επαναστάτη, και θα συνεχίσει: «Πριν δέκα περίπου χρόνια, η Αικατερίνη Β’ έστειλε στην Αίγυπτο τον απεσταλμένο της να πείσει τους μπέηδες να ανεξαρτητοποιηθούν από την Πύλη και να τεθούν υπό την προστασία της. Μια Αίγυπτος ρωσική, δηλαδή, τι βλακεία!».
Ένας γάλλος έμπορος είχε γράψει στον Βοναπάρτη, «Σας παρακαλώ να χρησιμοποιήσετε κάθε μέσον ώστε η Αίγυπτος να γίνει γαλλική. Θα ήταν το μεγαλύτερο δώρο που θα κάνατε στη Γαλλία. Η κατάκτηση αυτή θα απέφερε στο γαλλικό λαό τεράστια κέρδη. Θα άνοιγε ο δρόμος για την Ινδία. Και η Πύλη θα μας ευγνωμονεί που θα την απαλλάξομε από τους Μαμελούκους της Αιγύπτου».
Σε μια επιστολή προς το Γαλλικό Διευθυντήριο, ο κοντοστούμπης Βοναπάρτης έγραφε, «Δεν θα αργήσομε να καταλάβουμε, ότι για να καταστρέψομε ολοκληρωτικά την Αγγλία, πρέπει πρώτα να καταλάβομε την Αίγυπτο».
Την 1η Ιουλίου 1798 το πρωί, τα γαλλικά καράβια αγκυροβόλησαν στον κόλπο Μαραμπού. Άρχιζε η απόβαση. Τα ξημερώματα της επομένης ο στρατηγός Βοναπάρτης επιθεωρούσε πέντε χιλιάδες άνδρες και έδινε το σήμα της πορείας προς Αλεξάνδρεια. Και ο Μουράτ μπέης με σφιγμένες τις γροθιές να ουρλιάζει, «Μα τι θέλουν οι άπιστοι, αυτά τα πεινασμένα σκυλιά; Κινητοποίησαν τόσους άνδρες για μια υπόθεση που αφορά στους γάλλους εμπόρους;». «Όχι, θα τον διορθώσει ο Ιμπραήμ μπέης, αυτή η επίδειξη δύναμης έχει σκοπό να πλήξει την Αγγλία στην αυτοκρατορία της των Ινδιών. Να βρίσκονται εδώ, άραγε, μετά από συνεννόηση με τον Σουλτάνο; Όχι, η Υψηλή Πύλη δεν θα επέτρεπε ποτέ στους Γάλλους να καταλάβουν χώρα που ανήκει στο Ισλάμ. Ποτέ!».
Μετά από δεκατέσσερις ημέρες ο γαλλικός στρατός οδεύει προς Κάιρο, και στο μυαλό του κάθε στρατιώτη έρχονται τα λόγια του Βοναπάρτη που τους είπε πριν αναχωρήσουν από την Τουλόν, «Υπόσχομαι ότι κάθε στρατιώτης, όταν γυρίσουμε από αυτή την εκστρατεία, θα πάρει αρκετά χρήματα ώστε να αγοράσει έξι πλέθρα γης».
Στη δεξιά όχθη του ποταμού ήταν ο Ιμπραήμ και στην αριστερή ο Μουράτ με τους χιλιάδες Μαμελούκους τους. Σαράντα κανόνια κατά μήκος. Και ο πασάς Αμπού Μπακρ, ο γενικός διοικητής, με τους γενίτσαρους κάλυπτε τα οχυρά του Καϊρου. Πανωλεθρία! Ο Μουράτ καταστράφηκε, ο Ιμπραήμ διέφυγε προς το Δέλτα και από κει στη Συρία, και οι άντρες του Μπακρ εγκατέλειψαν τα οχυρά. Ο Βοναπάρτης είναι κύριος του Νείλου, και εντέλλεται: «Στους Τούρκους θα πρέπει να φερθείτε με πολύ μεγάλη αυστηρότητα. Έδωσα διαταγή να κόβουν τρία κεφάλια κάθε μέρα και να τα περιφέρουν σε όλο το Κάιρο. Είναι ο μόνος τρόπος να συνετίσεις αυτούς τους ανθρώπους».
Ενώ οι άνδρες του Ναπολέοντα συζητούν για τα λάφυρα και τη μελλοντική αυτοκρατορία, ένας άγγλος ναύαρχος με το στόλο του έχει φθάσει ξαφνικά στη ράδα του Αμπουκίρ, ανατολικά της Αλεξάνδρειας, όπου ο αγκυροβολημένος εκεί γαλλικός στόλος θα βρεθεί ανάμεσα από διασταυρούμενα πυρά. Οι καταστροφές μεγάλες και τα θύματα πολλά. Ο σερ Οράτιο Νέλσον είχε νικήσει κατά κράτος τον Ναπολέοντα στη θάλασσα, και τώρα είναι αιχμάλωτος στη χώρα που είχε κατακτήσει. Μεγάλες τιμητικές διακρίσεις προς τον Νέλσον από τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’ και τον τσάρο Παύλο Α’ της Ρωσίας. Και οι Οθωμανοί, εκεί που προσέβλεπαν σε συμφωνία με τον Βοναπάρτη, τώρα του κηρύσσουν τον πόλεμο.
Αλλά οι Αιγύπτιοι θεωρούν, ότι στον αρχιστράτηγο Βοναπάρτη οφείλεται η ευεργετική άνοδος των νερών του Νείλου, και στη σχετική γιορτή τον επευφημούν όπως ακριβώς, πριν από αιώνες, τον Ραμσή, τον Αλέξανδρο, τον Καίσαρα και τον Σαλαντίν. «Δεν έχω ξαναδεί πιο εξαθλιωμένο λαό, πιο αμαθή και πιο αναίσθητο», θα δηλώσει ο ίδιος, και θα επιχειρήσει να βάλει τις βάσεις για να γίνει η Αίγυπτος ένα σύγχρονο κράτος.
Οι μήνες περνούν . . . Το κάλεσμα από τους μουεζίνηδες για ιερό πόλεμο μεταδίδεται από μιναρέ σε μιναρέ. Οι κάτοικοι της πρωτεύουσας ανταποκρίνονται. «Με τη βοήθεια του Αλλάχ το Ισλάμ θα θριαμβεύσει». Ο Βοναπάρτης επιστρέφει από την εξοχική κατοικία και οι κάτοικοι τον υποδέχονται με πέτρες. Δίνει οδηγίες να στηθεί το πυροβολικό, το αγαπημένο όπλο του. Οι οβίδες πέφτουν αδιακρίτως σε σπίτια και σε παλάτια. Το Κάιρο σείεται συθέμελα. «Σταματήστε! Παραδινόμαστε άνευ όρων!».
Τρεις μέρες είχαν περάσει. Η επανάσταση είχε στοιχίσει πάνω από τρεις χιλιάδες νεκρούς στο λαό της Αιγύπτου. Την επομένη της παραδόσεως, στις πόρτες των τζαμιών οι Αιγύπτιοι διαβάζουν: «Κάτοικοι του Καϊρου, άνθρωποι πονηροί εισχώρησαν ανάμεσά σας. Όλοι σκοτώθηκαν. Ο θεός με διέταξε να είμαι επιεικής και φιλεύσπλαχνος. Είναι γραμμένο, πως όταν καταστρέψω τους εχθρούς του Ισλάμ και εκμηδενίσω τη Χριστιανική θρησκεία, θα έχω εκπληρώσει το καθήκον που μου έχει επιβληθεί. Θα έρθει μια μέρα που όλοι θα καταλάβουν ότι εκτελώ διαταγές που μου δίνουν ανώτερες δυνάμεις. Καμιά δύναμη δεν μπορεί να με εμποδίσει. Υπογραφή, Βοναπάρτης».
Το φιρμάνι έγραφε: «Έχομε διαταγή από τον Μεγάλο Κύριο, τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’ να συγκεντρώσομε στρατό από όλες τις επαρχίες της Αυτοκρατορίας. Με πολεμιστές που ξέρουν να αντιμετωπίζουν το σίδερο και τη φωτιά, αν θέλει ο Αλλάχ, θα δούμε τους εχθρούς μας να καταστρέφονται όπως ο άνεμος σκορπίζει τη σκόνη».
Η Υψηλή Πύλη συνάπτει συμμαχία με τη Ρωσία και στη συνέχεια με την Αγγλία, η οποία σπεύδει να θέσει το στόλο της στην υπηρεσία του Σουλτάνου. Και ο Βοναπάρτης έξαλλος από θυμό, «Πώς τόλμησε ο Σελίμ Γ’!». Ο Βοναπάρτης ξανάρχιζε τον πόλεμο. Και αφού δεν μπορούσε πλέον να παίζει το χαρτί του ισλαμισμού, που το είχαν κάψει οι Οθωμανοί και οι Άγγλοι, θα γινόταν τώρα προστάτης του αραβικού κόσμου, με τους Ουλεμάδες, ενθουσιασμένους, να τον θεωρούν αυτή τη φορά πέρα για πέρα ειλικρινή.
Έχει αλλάξει ο χρόνος και το 1799 βρίσκει τη στρατιά της Ανατολής σε κίνηση. Η Γάζα, η Γιάφα και η Άκρα είναι κάποιες τσιγάρες δρόμο μακριά. Αλλά η Κωνσταντινούπολη είναι πέρα από τον ορίζοντα. Το πρώτο μπόδιο ονομάζεται φρούριο ελ Αρίς. Ο αρχιστράτηγος φθάνει επί τόπου. Επί τρείς ημέρες τα κανόνια σφυροκοπούν. Η φρουρά παραδίνεται και οι νικημένοι υποχρεώνονται να μη ξαναπιάσουν τα όπλα.
Η Γιάφα θα γνωρίσει τον τρόμο και τη φρίκη. Φοβερές σφαγές. Δύο χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εκείνη την ημέρα. Τέσσερις χιλιάδες πολιορκημένοι παραδίνονται. Στέλνονται ως αιχμάλωτοι στο γαλλικό στρατόπεδο, και ο Βοναπάρτης: «Τι μου τους φέρατε όλους αυτούς τους ανθρώπους; Τι να τους κάνω; Μήπως έχω να τους ταΐσω;» Το πρωί της τρίτης ημέρας πήρε την απόφαση, «Αν πιστεύετε ότι πόλεμος και ωμότητα δεν συμβαδίζουν . . . τουφεκίστε τους! Εμπρός, κύριε Επιτελάρχη, φροντίστε να εκτελεστούν οι διαταγές». Και η εκτέλεση άρχισε, κάπου εκεί στους αμμόλοφους νοτιοδυτικά της Γιάφας.
Ένας γάλλος στρατιώτης, που προσπαθεί να μην ακούει την κλαγγή των όπλων και τους ολολυγμούς των μελλοθανάτων, κάθεται και γράφει: «Όταν σε μια πόλη που καταλήφθηκε μετά από έφοδο, ένας φρενιασμένος στρατιώτης λεηλατεί και σκοτώνει, αυτός ακολουθεί τους κανόνες του πολέμου. Όταν όμως, τρεις ημέρες μετά την έφοδο, και ενώ τα πάθη έχουν καταλαγιάσει, αποφασίζει με ελαφρά καρδιά να δολοφονήσει τρεις χιλιάδες ανθρώπους, που παραδόθηκαν, δίνοντας βάση στα λόγια του, μόνον η Ιστορία τον κρίνει. Και τον κατατάσσει ανάμεσα στους δήμιους της ανθρωπότητας . . .».
Βαδίζοντας δίπλα στο όρος Κάρμηλος και έχοντας δοκιμάσει τις ομοβροντίες των αγγλικών πλοίων, “Τίγρης” και “Θησεας”, από το λιμάνι της Χάιφας, ο γαλλικός στρατός αντικρίζει την Άκρα. Η πρώτη έφοδος αρχίζει. Οι οβίδες αλλά και η πανούκλα θερίζουν τους γάλλους. Ο Βοναπάρτης απομακρύνεται μέχρι το όρος Θαβώρ για να επιστρέψει στον τόπο της πολιορκίας μετά από μία εβδομάδα. «Αν πετύχω, θα βρω στην πόλη τους θησαυρούς του πασά, θα αναγγείλω στο λαό την κατάργηση της δουλείας και της τυραννικής διοίκησης, θα ανατρέψω την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα γίνει το όνομά μου αθάνατο, μπορεί να επιστρέψω στο Παρίσι μέσω Βιέννης αφού προηγουμένως εκμηδενίσω τον Αυστριακό οίκο». Ήταν οι φωναχτές σκέψεις του Βοναπάρτη.
Η πολιορκία λύνεται. Επιστροφή στο Κάιρο. Το θαύμα χάθηκε από την πλώρη των αγγλικών πολεμικών πλοίων, στα ριζά των τειχών της Άκρας. Η τελευταία διαταγή που δόθηκε από τον Βοναπάρτη ήταν, «Καταστρέψτε όλη τη συγκομιδή. Καταστρέψτε την Παλαιστίνη». Ήταν η τακτική της καμένης γης! Μετά από έναν χρόνο, από τους σαράντα χιλιάδες άντρες που είχαν αποβιβαστεί στην Αίγυπτο είχαν απομείνει οι μισοί.
«Στρατηγέ, σας πληροφορώ ότι οι σκοπιωροί του Φάρου της Αλεξάνδρειας διέκριναν στόλο να κατευθύνεται προς τη ράδα του Αμπουκίρ. Πρόκειται για τριάντα εννέα πολεμικά και εβδομήντα τέσσερα μεταφορικά. Εκτός από το Τίγρης και το Θησέας που φέρουν την αγγλική σημαία, τα υπόλοιπα πλοία φέρουν οθωμανικά χρώματα. Επείγει να . . .» Ο Βοναπάρτης σε χρόνο ρεκόρ συγκεντρώνει το στρατό της Ανατολής που είχε απομείνει, για να βρεθεί στο Αμπουκίρ, όπου θα διαπιστώσει ότι το φρούριο και το οχυρό, που ελέγχουν την είσοδο του λιμανιού, είχαν πέσει στα χέρια του εχθρού.
Ένας άνδρας με μέτριο ανάστημα, ελαφρώς ανοιχτό δέρμα, γαλανομάτης, τριάντα ετών, περίπου, διοικητής μονάδος χιλίων αντρών, βρίσκεται ανάμεσα στους αξιωματούχους του εχθρού. Κατάγεται από την Καβάλα. Στις φλέβες του κυλάει και αίμα αλβανικό. Ονομάζεται Μοχάμετ Άλυ. Αναγνωρίζει τον άνθρωπο που καλπάζει πάνω σε ένα άσπρο άλογο, αναγνωρίζει τον Βοναπάρτη. Γεννήθηκαν την ίδια χρονιά. Είναι σίγουρος πως ο Γάλλος έχει τις φιλοδοξίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο ίδιος είναι σίγουρος ότι μια μέρα το όνομά του θα σταθεί δίπλα στους Ναπολέοντα και Αλέξανδρο!
Τα γαλλικά κανόνια αρχίζουν να βροντούν. Τα τουρκικά απαντούν. Οι δύο στρατοί επιτίθενται και υποχωρούν. Χιλιάδες τούρκοι σκοτωμένοι. Ο Μοχάμετ Άλυ μάχεται με τη δύναμη της απελπισίας. Περικυκλώνεται, τραυματίζεται πολλαπλά, βουτάει στα κύματα και κολυμπάει με όση δύναμη του απέμεινε. Καταφέρνει να πιαστεί από μια βάρκα που θα τον σύρει μέχρι τα πλοία του άγγλο-οθωμανικού στόλου. Χιλιάδες συμπολεμιστές του επιπλέουν στο νερό. «Ο Γάλλος αποδείχτηκε πιο δυνατός!», θα σκεφτεί.
Όμως, η Ιταλία χάθηκε, οι ρωσικές και αυστριακές δυνάμεις νίκησαν στο Δούναβη, η πέραν των Άλπεων Δημοκρατία δεν υπάρχει πια, εξήντα χιλιάδες κοζάκοι έφθασαν στα σύνορα των Άλπεων. Είναι και οι απιστίες της κατά έξι χρόνια μεγαλύτερής του και ξαναπαντρεμένης Ζοζεφίνας! «Ρήτορες και φαφλατάδες αφήνουν τη Γαλλία να χαθεί. Καιρός είναι να τη σώσω. Ναύαρχε Γκαντόμ, σας εμπιστεύομαι το πεπρωμένο μου, θα με πάτε πίσω στη Γαλλία. Κανείς δεν πρέπει να πληροφορηθεί την αναχώρησή μου». «Πώς; Αρχιστράτηγε, εγκαταλείπετε την Αίγυπτο σαν τον χειρότερο τυχοδιώκτη; Είναι μια επονείδιστη απιστία, μια άτιμη προδοσία, μια φοβερή δειλία. Ο μεγάλος πατριωτισμός σας αποδεικνύεται μια άμετρη φιλοδοξία. Καλό σας ταξίδι!».
Ο ψηλός και εντυπωσιακός Αλσατός διαβάζει τη διαταγή που μόλις του επιδόθηκε: «Επειδή η Κυβέρνηση με κάλεσε κοντά της, την αρχηγία τού στρατού της Ανατολής αναλαμβάνει ο στρατηγός Κλεμπέρ. Υπογραφή Βοναπάρτης.». Ο Κλεμπέρ τσαλακώνει τη διαταγή, θυμάται τα λόγια που του είχε πει κάποτε ο Βοναπάρτης, “Είμαι άνθρωπος του πεπρωμένου, παίζω με την Ιστορία!”. Και μονολογεί, «Ναι, η Αίγυπτος και η εκστρατεία αποδείχθηκαν μια πελώρια ανοησία, και τι θα πω στο στράτευμα; Απλά και καθαρά, “Φίλοι μου ο αρχιστράτηγος μας άφησε εδώ τα χεσμένα βρακιά του, όταν επιστρέψουμε στην Ευρώπη θα του τα πετάξουμε στα μούτρα”!». Ο Κλεμπέρ θα δολοφονηθεί με στιλέτο από κάποιον άγνωστο. Η πορεία των πραγμάτων αντιστρέφεται οριστικά. Σε λίγους μήνες η Αίγυπτος επιστρέφει στην επικυριαρχία του Σουλτάνου με τη βοήθεια των Άγγλων. Μετά την παράδοση και του Καϊρου, οι Γάλλοι αναχωρούν οίκαδε με οθωμανικά πλοία, και ο Μοχάμετ Άλυ τους παρακολουθεί από το Αμπουκίρ.
«Το μέλλον είναι δικό μας. Τώρα που οι Γάλλοι αναχώρησαν, το πεδίο είναι ελεύθερο. Κατά τον ίδιο τρόπο θα διώξομε τους Τούρκους και τους Άγγλους. Εμείς οι Μαμελούκοι θα είμαστε και πάλι κύριοι της Αιγύπτου», θα δηλώσει ο νέος αρχηγός των Μαμελούκων, Οσμάν. Αλλά κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει αυτή την αίσθηση δυνάμεως, αυτόν τον μαγνητισμό που εξέπεμπε ο Μοχάμετ Άλυ. Διοικεί ένα εκλεκτό σώμα από τέσσερις χιλιάδες Αλβανούς. Ομιλεί τούρκικα και αλβανικά, όχι αραβικά. Στους επόμενους μήνες, με τη βούλα της Πύλης θα γίνει αντιβασιλέας της Αιγύπτου. Θα επιτεθεί και θα συντρίψει τον αγγλικό στρατό και θα τον υποχρεώσει να αναχωρήσει από την Αίγυπτο. Και τελικά θα μπει θριαμβευτικά στο Κάιρο. Σεπτέμβριος του 1808.
«Κατάγομαι από ταπεινή οικογένεια, λέει ο ίδιος, ο Μοχάμετ. Ο πατέρας μου ήταν επικεφαλής της φρουράς που είχε αναλάβει την ασφάλεια των δρόμων της Καβάλας. Το μέλλον μου είναι τα τρία μου αγόρια, ο Τουσούν, ο Ισμαήλ και ο Ιμπραήμ. Βέβαια, αν είχα την υποστήριξη της Αγγλίας, θα μπορούσα να κηρύξω την ανεξαρτησία της Αιγύπτου. Βλέπεις ο Ναπολέων έχει καταργήσει το Διευθυντήριο, βρίσκεται στο αποκορύφωμα της δόξης του, και, με το πρόσχημα της πτώσης του Σελίμ Γ’, θυσίασε την Οθωμανική Αυτοκρατορία για την γάλλο-ρωσική προσέγγιση». Ο Μοχάμετ Άλυ, αντιβασιλέας της Αιγύπτου, πλέον, καλεί τα παιδιά του και τους λέει: «Γιοί μου, όταν έρθει η σειρά σας να διοικήσετε, δεν πρέπει να ξεχνάτε, ότι καλλίτερα να υποφέρεις επειδή έδειξες υπερβολική δικαιοσύνη, παρά να χαρείς διαπράττοντας μια αδικία. Πρέπει πάντα να δείχνουμε ότι έχομε τη δύναμη του λιονταριού και την πονηριά της αλεπούς. Και ότι η υπομονή είναι η μητέρα όλων των αρετών».
Με αυτές περίπου τις αρετές και αυτές τις αρχές, αλλά και με την υποστήριξη οκτώ χιλιάδων αλβανών μαχητών θα γίνει ο μόνος κύριος της περιοχής. Θα καταλάβει ακόμα τη Μέκκα και τη Μεδίνα, τις ιερές πόλεις του Ισλάμ, και θα στείλει τα κλειδιά τους με το γιό του στην Κωνσταντινούπολη. Ο θρίαμβος ολοκληρώνεται με την είσοδό του στο Κάιρο κάτω από ατέλειωτες ζητωκραυγές. Ό ίδιος πλέον αισθάνεται “Ναπολέων” και γιατί όχι και ολίγον “Αλέξανδρος”. Ένας απλός υποτελής αναγνωρίζεται από την Υψηλή Πύλη ως ανώτατος άρχων. Θα γίνει και πασάς της Κρήτης, ο δε γιός του Ιμπραήμ, με την αποκρουστική όψη, θα γίνει πασάς του Μοριά. Η Αίγυπτος, από απλή Οθωμανική επαρχία, προβιβάζεται σε κυρίαρχη δύναμη και παίζει ρυθμιστικό ρόλο.
Τα δύο παιδιά του θα πεθάνουν πρόωρα. Ο Τουσούν από χολέρα και ο Ισμαήλ κατά τη διάρκεια της κατάληψης του Σουδάν. Και ο Μοχάμετ Άλυ θα ψελλίσει, «Όταν οι θεοί ανακαλύπτουν ότι χάρισαν πολύ μεγάλη δόξα σε έναν θνητό, λυπούνται πολλές φορές για τη γενναιοδωρία τους και σκέφτονται πώς να τον κάνουν δυστυχή».
Ναι, πέντε χρόνια αφού άρχισε η Ελληνική Επανάσταση, όσες φορές επεχείρησε η Υψηλή Πύλη να την καταστείλει δεν τα κατάφερε. Γι’ αυτό τελευταία ζήτησε τη βοήθεια της Αιγύπτου. Ο Μοχάμετ αναγνωρίζει ότι οι Έλληνες είναι πιο έξυπνοι από τους Τούρκους. Και αν ο Μοριάς του παραδοθεί λογαριάζει να φερθεί με μεγάλη εντιμότητα. Τον θεωρεί πολύ σημαντικό για τον εκπολιτισμό των Αράβων.
Όμως, η επεκτατική πολιτική του Μοχάμετ Άλυ αρχίζει να ανησυχεί τις Μεγάλες Δυνάμεις. Τα αιγυπτιακά στρατεύματα με τον γιό του, τον Ιμπραήμ, από το 1825 έχουν καταλάβει όλη την Πελοπόννησο, την Πάτρα και την Αθήνα. Σχολιάζεται πως, αν η Αίγυπτος, η Αίγυπτος του εκ Καβάλας Μοχάμετ Άλυ, αποκτήσει πολύ μεγάλη δύναμη, θα αποτελέσει απειλή για ολόκληρη την Ευρώπη. Αγγλία, Ρωσία και Γαλλία ανησυχούν.
«Μεγαλειότατε, Μοχάμετ, στείλατε τον Ιμπραήμ στο Ναβαρίνο τη στιγμή που ο Μοριάς καίγεται;». «Ναι, μα γι’ αυτό έστειλα επιστολή στον Σουλτάνο, να τον προειδοποιήσω για τις επιπτώσεις που θα είχε μια αναμέτρηση με τις Συμμαχικές Δυνάμεις και να τον ενημερώσω για την άβυσσο που θα μπορούσε να ανοίξει κάτω από τα πόδια μας, επισημαίνοντάς του ότι, η πείρα και η πολιτική μάς διδάσκουν πως, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να σκέφτεται κανείς περισσότερο μια ενδεχόμενη αποτυχία παρά την επιτυχία, και να μελετά προσεκτικά με ποιόν τρόπο θα την αποφύγει. Ένας δε απεσταλμένος μου μεταφέρει μήνυμα στον γιό μου Ιμπραήμ, να μη βγάλει τον στόλο μας έξω από το Ναβαρίνο».
Ο απεσταλμένος δεν πρόκαμε, και η Πύλη αδιαφόρησε! Οι πύλες της κολάσεως είχαν ανοίξει. Από τη μια μεριά ο τούρκο-αιγυπτιακός στόλος με πάνω από ογδόντα πλοία, και από την άλλη, δώδεκα αγγλικά, επτά γαλλικά και οκτώ ρωσικά. Εκείνη την “ώρα των Τριών Ναυάρχων”, ο Ιμπραήμ και οι άνδρες του σκορπούσαν τον τρόμο στην περιοχή. Ο Κόδριγκτον, επί κεφαλής, εισέρχεται στον κόλπο του Ναβαρίνου, ακολουθούμενος από τον Δεριγνύ και τον Χέυδεν. “Ο Ιμπραήμ δεν έχει δώσει άδεια για να εισέλθει ο συμμαχικός στόλος στο λιμάνι”, έλεγε το μήνυμα που έφθασε στη ναυαρχίδα, “Ασία”. “Δεν ήλθα για να λάβω διαταγές αλλά για να δώσω!”, θα είναι η ανταπάντησή του αρχηγού του συμμαχικού στόλου, Κόδριγκτον. Οκτώβριος του 1827.
Το “Ντάρθμουθ” άνοιξε πυρ . . . ! Τούρκο-αιγυπτιακή πανωλεθρία. Τι και αν ο Κόδριγκτον έπεφτε σε δυσμένεια επειδή είχε παραβιάσει κάποια Συνθήκη; Η Ελληνική Επανάσταση σώθηκε και η Ελλάδα, σύντομα, θα γινόταν συνώνυμη του ανεξάρτητου κράτους. Τα υπόλοιπα από τη Γιάννα!
10 Δεκ. 2020. Η Σύνοδος των Ευρωπαίων Ηγετών αρχίζει. Θα αποδειχθεί, τηρουμένων των αναλογιών, ένα νέο “Ναβαρίνο” για τον Ερντογάν, που τόσο πολύ νοσταλγεί τα κατορθώματα του Σελίμ Γ’, του Μοχάμετ Άλυ και του Ιμπρήμ;
Η Γερμανία, πάντως, δεν ήταν εκεί, τότε! Σήμερα;
Γρηγόριος Δημ. Νούσιας – Αεροπόρος.
Υ.Γ. Τα ερεθίσματα, από την “Αιγυπτία”, του Ζιλμπέρ Σινουέ.
Η Αίγυπτος, για αιώνες φόρου υποτελής στην Πύλη, εκείνη την εποχή διοικείται ουσιαστικά από τους Μουράτ μπέη και Ιμπραήμ μπέη. Και οι δύο Μαμελούκοι, δηλαδή με προγόνους σκλάβους από τον Καύκασο, φίλοι φαινομενικά, πλην αντίπαλοι, με την ίδια δίψα για εξουσία.
«Έχετε ακουστά για ένα δυτικό κράτος που λέγεται Γαλλία; Πριν ένα χρόνο άνθρωποι του λαού ήταν εκείνοι που έβαλαν τέρμα στην αδικία και στην καταπίεση αιώνων. Αυτοί έδιωξαν τους τυράννους, ελευθέρωσαν τους φυλακισμένους, πήραν στα χέρια τους την εξουσία. Πρέπει να δράσομε αποφασιστικά. Ξέρετε τι μπορεί να πετύχει ένας λαός όταν επαναστατήσει;». Είναι τα λόγια προς την ομήγυρη κάποιου νεαρού αιγύπτιου επαναστάτη, και θα συνεχίσει: «Πριν δέκα περίπου χρόνια, η Αικατερίνη Β’ έστειλε στην Αίγυπτο τον απεσταλμένο της να πείσει τους μπέηδες να ανεξαρτητοποιηθούν από την Πύλη και να τεθούν υπό την προστασία της. Μια Αίγυπτος ρωσική, δηλαδή, τι βλακεία!».
Ένας γάλλος έμπορος είχε γράψει στον Βοναπάρτη, «Σας παρακαλώ να χρησιμοποιήσετε κάθε μέσον ώστε η Αίγυπτος να γίνει γαλλική. Θα ήταν το μεγαλύτερο δώρο που θα κάνατε στη Γαλλία. Η κατάκτηση αυτή θα απέφερε στο γαλλικό λαό τεράστια κέρδη. Θα άνοιγε ο δρόμος για την Ινδία. Και η Πύλη θα μας ευγνωμονεί που θα την απαλλάξομε από τους Μαμελούκους της Αιγύπτου».
Σε μια επιστολή προς το Γαλλικό Διευθυντήριο, ο κοντοστούμπης Βοναπάρτης έγραφε, «Δεν θα αργήσομε να καταλάβουμε, ότι για να καταστρέψομε ολοκληρωτικά την Αγγλία, πρέπει πρώτα να καταλάβομε την Αίγυπτο».
Την 1η Ιουλίου 1798 το πρωί, τα γαλλικά καράβια αγκυροβόλησαν στον κόλπο Μαραμπού. Άρχιζε η απόβαση. Τα ξημερώματα της επομένης ο στρατηγός Βοναπάρτης επιθεωρούσε πέντε χιλιάδες άνδρες και έδινε το σήμα της πορείας προς Αλεξάνδρεια. Και ο Μουράτ μπέης με σφιγμένες τις γροθιές να ουρλιάζει, «Μα τι θέλουν οι άπιστοι, αυτά τα πεινασμένα σκυλιά; Κινητοποίησαν τόσους άνδρες για μια υπόθεση που αφορά στους γάλλους εμπόρους;». «Όχι, θα τον διορθώσει ο Ιμπραήμ μπέης, αυτή η επίδειξη δύναμης έχει σκοπό να πλήξει την Αγγλία στην αυτοκρατορία της των Ινδιών. Να βρίσκονται εδώ, άραγε, μετά από συνεννόηση με τον Σουλτάνο; Όχι, η Υψηλή Πύλη δεν θα επέτρεπε ποτέ στους Γάλλους να καταλάβουν χώρα που ανήκει στο Ισλάμ. Ποτέ!».
Μετά από δεκατέσσερις ημέρες ο γαλλικός στρατός οδεύει προς Κάιρο, και στο μυαλό του κάθε στρατιώτη έρχονται τα λόγια του Βοναπάρτη που τους είπε πριν αναχωρήσουν από την Τουλόν, «Υπόσχομαι ότι κάθε στρατιώτης, όταν γυρίσουμε από αυτή την εκστρατεία, θα πάρει αρκετά χρήματα ώστε να αγοράσει έξι πλέθρα γης».
Στη δεξιά όχθη του ποταμού ήταν ο Ιμπραήμ και στην αριστερή ο Μουράτ με τους χιλιάδες Μαμελούκους τους. Σαράντα κανόνια κατά μήκος. Και ο πασάς Αμπού Μπακρ, ο γενικός διοικητής, με τους γενίτσαρους κάλυπτε τα οχυρά του Καϊρου. Πανωλεθρία! Ο Μουράτ καταστράφηκε, ο Ιμπραήμ διέφυγε προς το Δέλτα και από κει στη Συρία, και οι άντρες του Μπακρ εγκατέλειψαν τα οχυρά. Ο Βοναπάρτης είναι κύριος του Νείλου, και εντέλλεται: «Στους Τούρκους θα πρέπει να φερθείτε με πολύ μεγάλη αυστηρότητα. Έδωσα διαταγή να κόβουν τρία κεφάλια κάθε μέρα και να τα περιφέρουν σε όλο το Κάιρο. Είναι ο μόνος τρόπος να συνετίσεις αυτούς τους ανθρώπους».
Ενώ οι άνδρες του Ναπολέοντα συζητούν για τα λάφυρα και τη μελλοντική αυτοκρατορία, ένας άγγλος ναύαρχος με το στόλο του έχει φθάσει ξαφνικά στη ράδα του Αμπουκίρ, ανατολικά της Αλεξάνδρειας, όπου ο αγκυροβολημένος εκεί γαλλικός στόλος θα βρεθεί ανάμεσα από διασταυρούμενα πυρά. Οι καταστροφές μεγάλες και τα θύματα πολλά. Ο σερ Οράτιο Νέλσον είχε νικήσει κατά κράτος τον Ναπολέοντα στη θάλασσα, και τώρα είναι αιχμάλωτος στη χώρα που είχε κατακτήσει. Μεγάλες τιμητικές διακρίσεις προς τον Νέλσον από τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’ και τον τσάρο Παύλο Α’ της Ρωσίας. Και οι Οθωμανοί, εκεί που προσέβλεπαν σε συμφωνία με τον Βοναπάρτη, τώρα του κηρύσσουν τον πόλεμο.
Αλλά οι Αιγύπτιοι θεωρούν, ότι στον αρχιστράτηγο Βοναπάρτη οφείλεται η ευεργετική άνοδος των νερών του Νείλου, και στη σχετική γιορτή τον επευφημούν όπως ακριβώς, πριν από αιώνες, τον Ραμσή, τον Αλέξανδρο, τον Καίσαρα και τον Σαλαντίν. «Δεν έχω ξαναδεί πιο εξαθλιωμένο λαό, πιο αμαθή και πιο αναίσθητο», θα δηλώσει ο ίδιος, και θα επιχειρήσει να βάλει τις βάσεις για να γίνει η Αίγυπτος ένα σύγχρονο κράτος.
Οι μήνες περνούν . . . Το κάλεσμα από τους μουεζίνηδες για ιερό πόλεμο μεταδίδεται από μιναρέ σε μιναρέ. Οι κάτοικοι της πρωτεύουσας ανταποκρίνονται. «Με τη βοήθεια του Αλλάχ το Ισλάμ θα θριαμβεύσει». Ο Βοναπάρτης επιστρέφει από την εξοχική κατοικία και οι κάτοικοι τον υποδέχονται με πέτρες. Δίνει οδηγίες να στηθεί το πυροβολικό, το αγαπημένο όπλο του. Οι οβίδες πέφτουν αδιακρίτως σε σπίτια και σε παλάτια. Το Κάιρο σείεται συθέμελα. «Σταματήστε! Παραδινόμαστε άνευ όρων!».
Τρεις μέρες είχαν περάσει. Η επανάσταση είχε στοιχίσει πάνω από τρεις χιλιάδες νεκρούς στο λαό της Αιγύπτου. Την επομένη της παραδόσεως, στις πόρτες των τζαμιών οι Αιγύπτιοι διαβάζουν: «Κάτοικοι του Καϊρου, άνθρωποι πονηροί εισχώρησαν ανάμεσά σας. Όλοι σκοτώθηκαν. Ο θεός με διέταξε να είμαι επιεικής και φιλεύσπλαχνος. Είναι γραμμένο, πως όταν καταστρέψω τους εχθρούς του Ισλάμ και εκμηδενίσω τη Χριστιανική θρησκεία, θα έχω εκπληρώσει το καθήκον που μου έχει επιβληθεί. Θα έρθει μια μέρα που όλοι θα καταλάβουν ότι εκτελώ διαταγές που μου δίνουν ανώτερες δυνάμεις. Καμιά δύναμη δεν μπορεί να με εμποδίσει. Υπογραφή, Βοναπάρτης».
Το φιρμάνι έγραφε: «Έχομε διαταγή από τον Μεγάλο Κύριο, τον Σουλτάνο Σελίμ Γ’ να συγκεντρώσομε στρατό από όλες τις επαρχίες της Αυτοκρατορίας. Με πολεμιστές που ξέρουν να αντιμετωπίζουν το σίδερο και τη φωτιά, αν θέλει ο Αλλάχ, θα δούμε τους εχθρούς μας να καταστρέφονται όπως ο άνεμος σκορπίζει τη σκόνη».
Η Υψηλή Πύλη συνάπτει συμμαχία με τη Ρωσία και στη συνέχεια με την Αγγλία, η οποία σπεύδει να θέσει το στόλο της στην υπηρεσία του Σουλτάνου. Και ο Βοναπάρτης έξαλλος από θυμό, «Πώς τόλμησε ο Σελίμ Γ’!». Ο Βοναπάρτης ξανάρχιζε τον πόλεμο. Και αφού δεν μπορούσε πλέον να παίζει το χαρτί του ισλαμισμού, που το είχαν κάψει οι Οθωμανοί και οι Άγγλοι, θα γινόταν τώρα προστάτης του αραβικού κόσμου, με τους Ουλεμάδες, ενθουσιασμένους, να τον θεωρούν αυτή τη φορά πέρα για πέρα ειλικρινή.
Έχει αλλάξει ο χρόνος και το 1799 βρίσκει τη στρατιά της Ανατολής σε κίνηση. Η Γάζα, η Γιάφα και η Άκρα είναι κάποιες τσιγάρες δρόμο μακριά. Αλλά η Κωνσταντινούπολη είναι πέρα από τον ορίζοντα. Το πρώτο μπόδιο ονομάζεται φρούριο ελ Αρίς. Ο αρχιστράτηγος φθάνει επί τόπου. Επί τρείς ημέρες τα κανόνια σφυροκοπούν. Η φρουρά παραδίνεται και οι νικημένοι υποχρεώνονται να μη ξαναπιάσουν τα όπλα.
Η Γιάφα θα γνωρίσει τον τρόμο και τη φρίκη. Φοβερές σφαγές. Δύο χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους εκείνη την ημέρα. Τέσσερις χιλιάδες πολιορκημένοι παραδίνονται. Στέλνονται ως αιχμάλωτοι στο γαλλικό στρατόπεδο, και ο Βοναπάρτης: «Τι μου τους φέρατε όλους αυτούς τους ανθρώπους; Τι να τους κάνω; Μήπως έχω να τους ταΐσω;» Το πρωί της τρίτης ημέρας πήρε την απόφαση, «Αν πιστεύετε ότι πόλεμος και ωμότητα δεν συμβαδίζουν . . . τουφεκίστε τους! Εμπρός, κύριε Επιτελάρχη, φροντίστε να εκτελεστούν οι διαταγές». Και η εκτέλεση άρχισε, κάπου εκεί στους αμμόλοφους νοτιοδυτικά της Γιάφας.
Ένας γάλλος στρατιώτης, που προσπαθεί να μην ακούει την κλαγγή των όπλων και τους ολολυγμούς των μελλοθανάτων, κάθεται και γράφει: «Όταν σε μια πόλη που καταλήφθηκε μετά από έφοδο, ένας φρενιασμένος στρατιώτης λεηλατεί και σκοτώνει, αυτός ακολουθεί τους κανόνες του πολέμου. Όταν όμως, τρεις ημέρες μετά την έφοδο, και ενώ τα πάθη έχουν καταλαγιάσει, αποφασίζει με ελαφρά καρδιά να δολοφονήσει τρεις χιλιάδες ανθρώπους, που παραδόθηκαν, δίνοντας βάση στα λόγια του, μόνον η Ιστορία τον κρίνει. Και τον κατατάσσει ανάμεσα στους δήμιους της ανθρωπότητας . . .».
Βαδίζοντας δίπλα στο όρος Κάρμηλος και έχοντας δοκιμάσει τις ομοβροντίες των αγγλικών πλοίων, “Τίγρης” και “Θησεας”, από το λιμάνι της Χάιφας, ο γαλλικός στρατός αντικρίζει την Άκρα. Η πρώτη έφοδος αρχίζει. Οι οβίδες αλλά και η πανούκλα θερίζουν τους γάλλους. Ο Βοναπάρτης απομακρύνεται μέχρι το όρος Θαβώρ για να επιστρέψει στον τόπο της πολιορκίας μετά από μία εβδομάδα. «Αν πετύχω, θα βρω στην πόλη τους θησαυρούς του πασά, θα αναγγείλω στο λαό την κατάργηση της δουλείας και της τυραννικής διοίκησης, θα ανατρέψω την Οθωμανική Αυτοκρατορία, θα γίνει το όνομά μου αθάνατο, μπορεί να επιστρέψω στο Παρίσι μέσω Βιέννης αφού προηγουμένως εκμηδενίσω τον Αυστριακό οίκο». Ήταν οι φωναχτές σκέψεις του Βοναπάρτη.
Η πολιορκία λύνεται. Επιστροφή στο Κάιρο. Το θαύμα χάθηκε από την πλώρη των αγγλικών πολεμικών πλοίων, στα ριζά των τειχών της Άκρας. Η τελευταία διαταγή που δόθηκε από τον Βοναπάρτη ήταν, «Καταστρέψτε όλη τη συγκομιδή. Καταστρέψτε την Παλαιστίνη». Ήταν η τακτική της καμένης γης! Μετά από έναν χρόνο, από τους σαράντα χιλιάδες άντρες που είχαν αποβιβαστεί στην Αίγυπτο είχαν απομείνει οι μισοί.
«Στρατηγέ, σας πληροφορώ ότι οι σκοπιωροί του Φάρου της Αλεξάνδρειας διέκριναν στόλο να κατευθύνεται προς τη ράδα του Αμπουκίρ. Πρόκειται για τριάντα εννέα πολεμικά και εβδομήντα τέσσερα μεταφορικά. Εκτός από το Τίγρης και το Θησέας που φέρουν την αγγλική σημαία, τα υπόλοιπα πλοία φέρουν οθωμανικά χρώματα. Επείγει να . . .» Ο Βοναπάρτης σε χρόνο ρεκόρ συγκεντρώνει το στρατό της Ανατολής που είχε απομείνει, για να βρεθεί στο Αμπουκίρ, όπου θα διαπιστώσει ότι το φρούριο και το οχυρό, που ελέγχουν την είσοδο του λιμανιού, είχαν πέσει στα χέρια του εχθρού.
Ένας άνδρας με μέτριο ανάστημα, ελαφρώς ανοιχτό δέρμα, γαλανομάτης, τριάντα ετών, περίπου, διοικητής μονάδος χιλίων αντρών, βρίσκεται ανάμεσα στους αξιωματούχους του εχθρού. Κατάγεται από την Καβάλα. Στις φλέβες του κυλάει και αίμα αλβανικό. Ονομάζεται Μοχάμετ Άλυ. Αναγνωρίζει τον άνθρωπο που καλπάζει πάνω σε ένα άσπρο άλογο, αναγνωρίζει τον Βοναπάρτη. Γεννήθηκαν την ίδια χρονιά. Είναι σίγουρος πως ο Γάλλος έχει τις φιλοδοξίες του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Ο ίδιος είναι σίγουρος ότι μια μέρα το όνομά του θα σταθεί δίπλα στους Ναπολέοντα και Αλέξανδρο!
Τα γαλλικά κανόνια αρχίζουν να βροντούν. Τα τουρκικά απαντούν. Οι δύο στρατοί επιτίθενται και υποχωρούν. Χιλιάδες τούρκοι σκοτωμένοι. Ο Μοχάμετ Άλυ μάχεται με τη δύναμη της απελπισίας. Περικυκλώνεται, τραυματίζεται πολλαπλά, βουτάει στα κύματα και κολυμπάει με όση δύναμη του απέμεινε. Καταφέρνει να πιαστεί από μια βάρκα που θα τον σύρει μέχρι τα πλοία του άγγλο-οθωμανικού στόλου. Χιλιάδες συμπολεμιστές του επιπλέουν στο νερό. «Ο Γάλλος αποδείχτηκε πιο δυνατός!», θα σκεφτεί.
Όμως, η Ιταλία χάθηκε, οι ρωσικές και αυστριακές δυνάμεις νίκησαν στο Δούναβη, η πέραν των Άλπεων Δημοκρατία δεν υπάρχει πια, εξήντα χιλιάδες κοζάκοι έφθασαν στα σύνορα των Άλπεων. Είναι και οι απιστίες της κατά έξι χρόνια μεγαλύτερής του και ξαναπαντρεμένης Ζοζεφίνας! «Ρήτορες και φαφλατάδες αφήνουν τη Γαλλία να χαθεί. Καιρός είναι να τη σώσω. Ναύαρχε Γκαντόμ, σας εμπιστεύομαι το πεπρωμένο μου, θα με πάτε πίσω στη Γαλλία. Κανείς δεν πρέπει να πληροφορηθεί την αναχώρησή μου». «Πώς; Αρχιστράτηγε, εγκαταλείπετε την Αίγυπτο σαν τον χειρότερο τυχοδιώκτη; Είναι μια επονείδιστη απιστία, μια άτιμη προδοσία, μια φοβερή δειλία. Ο μεγάλος πατριωτισμός σας αποδεικνύεται μια άμετρη φιλοδοξία. Καλό σας ταξίδι!».
Ο ψηλός και εντυπωσιακός Αλσατός διαβάζει τη διαταγή που μόλις του επιδόθηκε: «Επειδή η Κυβέρνηση με κάλεσε κοντά της, την αρχηγία τού στρατού της Ανατολής αναλαμβάνει ο στρατηγός Κλεμπέρ. Υπογραφή Βοναπάρτης.». Ο Κλεμπέρ τσαλακώνει τη διαταγή, θυμάται τα λόγια που του είχε πει κάποτε ο Βοναπάρτης, “Είμαι άνθρωπος του πεπρωμένου, παίζω με την Ιστορία!”. Και μονολογεί, «Ναι, η Αίγυπτος και η εκστρατεία αποδείχθηκαν μια πελώρια ανοησία, και τι θα πω στο στράτευμα; Απλά και καθαρά, “Φίλοι μου ο αρχιστράτηγος μας άφησε εδώ τα χεσμένα βρακιά του, όταν επιστρέψουμε στην Ευρώπη θα του τα πετάξουμε στα μούτρα”!». Ο Κλεμπέρ θα δολοφονηθεί με στιλέτο από κάποιον άγνωστο. Η πορεία των πραγμάτων αντιστρέφεται οριστικά. Σε λίγους μήνες η Αίγυπτος επιστρέφει στην επικυριαρχία του Σουλτάνου με τη βοήθεια των Άγγλων. Μετά την παράδοση και του Καϊρου, οι Γάλλοι αναχωρούν οίκαδε με οθωμανικά πλοία, και ο Μοχάμετ Άλυ τους παρακολουθεί από το Αμπουκίρ.
«Το μέλλον είναι δικό μας. Τώρα που οι Γάλλοι αναχώρησαν, το πεδίο είναι ελεύθερο. Κατά τον ίδιο τρόπο θα διώξομε τους Τούρκους και τους Άγγλους. Εμείς οι Μαμελούκοι θα είμαστε και πάλι κύριοι της Αιγύπτου», θα δηλώσει ο νέος αρχηγός των Μαμελούκων, Οσμάν. Αλλά κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει αυτή την αίσθηση δυνάμεως, αυτόν τον μαγνητισμό που εξέπεμπε ο Μοχάμετ Άλυ. Διοικεί ένα εκλεκτό σώμα από τέσσερις χιλιάδες Αλβανούς. Ομιλεί τούρκικα και αλβανικά, όχι αραβικά. Στους επόμενους μήνες, με τη βούλα της Πύλης θα γίνει αντιβασιλέας της Αιγύπτου. Θα επιτεθεί και θα συντρίψει τον αγγλικό στρατό και θα τον υποχρεώσει να αναχωρήσει από την Αίγυπτο. Και τελικά θα μπει θριαμβευτικά στο Κάιρο. Σεπτέμβριος του 1808.
«Κατάγομαι από ταπεινή οικογένεια, λέει ο ίδιος, ο Μοχάμετ. Ο πατέρας μου ήταν επικεφαλής της φρουράς που είχε αναλάβει την ασφάλεια των δρόμων της Καβάλας. Το μέλλον μου είναι τα τρία μου αγόρια, ο Τουσούν, ο Ισμαήλ και ο Ιμπραήμ. Βέβαια, αν είχα την υποστήριξη της Αγγλίας, θα μπορούσα να κηρύξω την ανεξαρτησία της Αιγύπτου. Βλέπεις ο Ναπολέων έχει καταργήσει το Διευθυντήριο, βρίσκεται στο αποκορύφωμα της δόξης του, και, με το πρόσχημα της πτώσης του Σελίμ Γ’, θυσίασε την Οθωμανική Αυτοκρατορία για την γάλλο-ρωσική προσέγγιση». Ο Μοχάμετ Άλυ, αντιβασιλέας της Αιγύπτου, πλέον, καλεί τα παιδιά του και τους λέει: «Γιοί μου, όταν έρθει η σειρά σας να διοικήσετε, δεν πρέπει να ξεχνάτε, ότι καλλίτερα να υποφέρεις επειδή έδειξες υπερβολική δικαιοσύνη, παρά να χαρείς διαπράττοντας μια αδικία. Πρέπει πάντα να δείχνουμε ότι έχομε τη δύναμη του λιονταριού και την πονηριά της αλεπούς. Και ότι η υπομονή είναι η μητέρα όλων των αρετών».
Με αυτές περίπου τις αρετές και αυτές τις αρχές, αλλά και με την υποστήριξη οκτώ χιλιάδων αλβανών μαχητών θα γίνει ο μόνος κύριος της περιοχής. Θα καταλάβει ακόμα τη Μέκκα και τη Μεδίνα, τις ιερές πόλεις του Ισλάμ, και θα στείλει τα κλειδιά τους με το γιό του στην Κωνσταντινούπολη. Ο θρίαμβος ολοκληρώνεται με την είσοδό του στο Κάιρο κάτω από ατέλειωτες ζητωκραυγές. Ό ίδιος πλέον αισθάνεται “Ναπολέων” και γιατί όχι και ολίγον “Αλέξανδρος”. Ένας απλός υποτελής αναγνωρίζεται από την Υψηλή Πύλη ως ανώτατος άρχων. Θα γίνει και πασάς της Κρήτης, ο δε γιός του Ιμπραήμ, με την αποκρουστική όψη, θα γίνει πασάς του Μοριά. Η Αίγυπτος, από απλή Οθωμανική επαρχία, προβιβάζεται σε κυρίαρχη δύναμη και παίζει ρυθμιστικό ρόλο.
Τα δύο παιδιά του θα πεθάνουν πρόωρα. Ο Τουσούν από χολέρα και ο Ισμαήλ κατά τη διάρκεια της κατάληψης του Σουδάν. Και ο Μοχάμετ Άλυ θα ψελλίσει, «Όταν οι θεοί ανακαλύπτουν ότι χάρισαν πολύ μεγάλη δόξα σε έναν θνητό, λυπούνται πολλές φορές για τη γενναιοδωρία τους και σκέφτονται πώς να τον κάνουν δυστυχή».
Ναι, πέντε χρόνια αφού άρχισε η Ελληνική Επανάσταση, όσες φορές επεχείρησε η Υψηλή Πύλη να την καταστείλει δεν τα κατάφερε. Γι’ αυτό τελευταία ζήτησε τη βοήθεια της Αιγύπτου. Ο Μοχάμετ αναγνωρίζει ότι οι Έλληνες είναι πιο έξυπνοι από τους Τούρκους. Και αν ο Μοριάς του παραδοθεί λογαριάζει να φερθεί με μεγάλη εντιμότητα. Τον θεωρεί πολύ σημαντικό για τον εκπολιτισμό των Αράβων.
Όμως, η επεκτατική πολιτική του Μοχάμετ Άλυ αρχίζει να ανησυχεί τις Μεγάλες Δυνάμεις. Τα αιγυπτιακά στρατεύματα με τον γιό του, τον Ιμπραήμ, από το 1825 έχουν καταλάβει όλη την Πελοπόννησο, την Πάτρα και την Αθήνα. Σχολιάζεται πως, αν η Αίγυπτος, η Αίγυπτος του εκ Καβάλας Μοχάμετ Άλυ, αποκτήσει πολύ μεγάλη δύναμη, θα αποτελέσει απειλή για ολόκληρη την Ευρώπη. Αγγλία, Ρωσία και Γαλλία ανησυχούν.
«Μεγαλειότατε, Μοχάμετ, στείλατε τον Ιμπραήμ στο Ναβαρίνο τη στιγμή που ο Μοριάς καίγεται;». «Ναι, μα γι’ αυτό έστειλα επιστολή στον Σουλτάνο, να τον προειδοποιήσω για τις επιπτώσεις που θα είχε μια αναμέτρηση με τις Συμμαχικές Δυνάμεις και να τον ενημερώσω για την άβυσσο που θα μπορούσε να ανοίξει κάτω από τα πόδια μας, επισημαίνοντάς του ότι, η πείρα και η πολιτική μάς διδάσκουν πως, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να σκέφτεται κανείς περισσότερο μια ενδεχόμενη αποτυχία παρά την επιτυχία, και να μελετά προσεκτικά με ποιόν τρόπο θα την αποφύγει. Ένας δε απεσταλμένος μου μεταφέρει μήνυμα στον γιό μου Ιμπραήμ, να μη βγάλει τον στόλο μας έξω από το Ναβαρίνο».
Ο απεσταλμένος δεν πρόκαμε, και η Πύλη αδιαφόρησε! Οι πύλες της κολάσεως είχαν ανοίξει. Από τη μια μεριά ο τούρκο-αιγυπτιακός στόλος με πάνω από ογδόντα πλοία, και από την άλλη, δώδεκα αγγλικά, επτά γαλλικά και οκτώ ρωσικά. Εκείνη την “ώρα των Τριών Ναυάρχων”, ο Ιμπραήμ και οι άνδρες του σκορπούσαν τον τρόμο στην περιοχή. Ο Κόδριγκτον, επί κεφαλής, εισέρχεται στον κόλπο του Ναβαρίνου, ακολουθούμενος από τον Δεριγνύ και τον Χέυδεν. “Ο Ιμπραήμ δεν έχει δώσει άδεια για να εισέλθει ο συμμαχικός στόλος στο λιμάνι”, έλεγε το μήνυμα που έφθασε στη ναυαρχίδα, “Ασία”. “Δεν ήλθα για να λάβω διαταγές αλλά για να δώσω!”, θα είναι η ανταπάντησή του αρχηγού του συμμαχικού στόλου, Κόδριγκτον. Οκτώβριος του 1827.
Το “Ντάρθμουθ” άνοιξε πυρ . . . ! Τούρκο-αιγυπτιακή πανωλεθρία. Τι και αν ο Κόδριγκτον έπεφτε σε δυσμένεια επειδή είχε παραβιάσει κάποια Συνθήκη; Η Ελληνική Επανάσταση σώθηκε και η Ελλάδα, σύντομα, θα γινόταν συνώνυμη του ανεξάρτητου κράτους. Τα υπόλοιπα από τη Γιάννα!
10 Δεκ. 2020. Η Σύνοδος των Ευρωπαίων Ηγετών αρχίζει. Θα αποδειχθεί, τηρουμένων των αναλογιών, ένα νέο “Ναβαρίνο” για τον Ερντογάν, που τόσο πολύ νοσταλγεί τα κατορθώματα του Σελίμ Γ’, του Μοχάμετ Άλυ και του Ιμπρήμ;
Η Γερμανία, πάντως, δεν ήταν εκεί, τότε! Σήμερα;
Γρηγόριος Δημ. Νούσιας – Αεροπόρος.
Υ.Γ. Τα ερεθίσματα, από την “Αιγυπτία”, του Ζιλμπέρ Σινουέ.