Ζούμε τις πρόσφατες προκλήσεις των «καλών» μας γειτόνων και ο κάθε συμπολίτης προσπαθεί να ερμηνεύσει τα αίτια και τους σκοπούς του τουρκικού θράσους.
Μετά από την μακρόχρονη εμπειρία μας θα έπρεπε να γνωρίζουμε ότι οι τουρκικές αναθεωρητικές και επεκτατικές διαθέσεις δεν είναι συγκυριακές ή «εξαγωγή εσωτερικών προβλημάτων». Οι επιβουλές τους είναι πάγιες, διαχρονικές, διατυπωμένες επισήμως και βασισμένες σε γεωπολιτικά κριτήρια.

Η Τουρκία αισθάνεται ισχυρή και μας προκαλεί. Τα πλοία τους εμβολίζουν τα δικά μας στα Ίμια, ο Ερντογάν μας απειλεί και ταυτόχρονα μας απαξιώνει με ειρωνείες, το τουρκικό ΥΠΕΞ διαλαλεί επισήμως την κυριότητα των Ιμίων, ο Τούρκος Α/ΓΕΕΘΑ δηλώνει ετοιμότητα να διεξάγει επιχειρήσεις σε Αιγαίο, Ανατολική Μεσόγειο και Συρία, γίνονται παραβιάσεις στις περιοχές Ρόδου και Καστελλόριζου και ο τουρκικός στόλος ανενόχλητος παρεμποδίζει τα γεωτρύπανα ξένων εταιρειών να προβούν σε γεωτρήσεις στα κυπριακά θαλάσσια οικόπεδα υδρογονανθράκων.
Μετά την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα, τις προειδοποιήσεις του Αμερικανού Πρέσβεως περί «ατυχήματος» και τις ευρύτερες πρόσφατες ενδείξεις, η χώρα μας δεν θα έπρεπε να αιφνιδιασθεί με την κλιμάκωση της εντάσεως και ειδικότερα με το επεισόδιο εμβολισμού στα Ίμια.  
Έναντι των προκλήσεων που προαναφέρθηκαν,η Ελλάς κρατά την περίφημη «στρατηγική ψυχραιμία» της, προβαίνει σε διπλωματικά διαβήματα και αναμένει εναγωνίως για κάποια δήλωση συμπαραστάσεως από τους συμμάχους της, εναποθέτοντας τις ελπίδες της σ’ αυτούς ή ακόμη και σε κάποια ευνοϊκή ενέργεια του Ισραήλ ή της Αιγύπτου. Αναρωτιέται κανείς εάν θα τολμούσε η Τουρκία να ενεργήσει ανάλογα κατά του Ισραήλ και πως αυτό θα απαντούσε.
Εκτιμάται δυστυχώς ότι  ζούμε την απαρχή μίας σχέσεως πειθαναγκάζοντος και κατευνάζοντοςαντίστοιχα με τάσεις επιδεινώσεως στο μέλλον. Για την  διαχρονική έλλειψη Εθνικής Στρατηγικής, λόγω κοντόφθαλμων κομματικών ιδιοτελών μικροπολιτικών, κάποτε έρχεται η ώρα της αλήθειας και του τιμήματος.Για να συμπληρωθεί η δυσοίωνη μελλοντική εθνική εικόνα, στην τουρκική απειλή θα πρέπει να προστεθεί το αυτοκαταστροφικό εθνικό δίδυμο ζήτημα «δημογραφικό – μετανάστευση», καθώς και η πολυπόθητη οικονομική ανάπτυξη, για τα οποία επίσης δεν υπάρχει ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική.
Δεν μελετούμε πλέον τον Θουκυδίδη και τις θέσεις του περί ισχύος και αποτροπής, δεν μελετούμε τον τρόπο προετοιμασίας που μας οδήγησε στα έπη των Βαλκανικών πολέμων του 1913 – 1913 και του 1940, τα οποία απελευθέρωσαν ελληνικά εδάφη. Έχουμε ξεχάσει την αυτοβοήθεια, απαραίτητη για το απαιτούμενο εθνικό διαπραγματευτικό ειδικό βάρος και την εθνική μας αξιοπρέπεια. Έχουμε ξεχάσει την ιστορικά τεκμηριωμένη διαπίστωση ότι οι τρίτοι πιέζουν τον αδύναμο.
Για να δοθεί μία τάξη μεγέθους, οι ελληνικές δαπάνες για την άμυνα ανήλθαν στα 3δις€ κατά το 2017 (από 6.5  δις το 2009), με τις αντίστοιχες τουρκικές να ξεπερνούν τα $22 δις. Έναντι της γνωστής δεινής καταστάσεως της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας η αντίστοιχη τουρκική καλύπτει άνω του 65% των στρατιωτικών της αναγκών. Οι διαφορές αυτές πρόκειται να επιδεινωθούν σημαντικά κατά τα επόμενα έτη. Η υπαρκτή ελληνική υπεροχή σε έμψυχο δυναμικό δεν αποτελεί πανάκεια ικανή να αντισταθμίσει την αμέλεια και τις παραλήψεις της Πολιτείας στον τομέα των ενόπλων δυνάμεων. Η εικόνα αυτή δεν αντιστοιχεί σε κράτος που έχει επιλέξει την στρατηγική της αποτροπής αλλά του κατευνασμού.
Πολλοί θα επικαλεσθούν την οικονομική δυσπραγία και τους περιορισμούς των δανειστών μας. Ανάλογη όμως οικονομική κατάσταση επικρατούσε το 1910 και το 1936 με την διαφορά ότι τότε η ιστορικά και γεωπολιτικά συνειδητοποιημένη πολιτική ηγεσία, προβλέποντας τις εξελίξεις,  έθεσε διαφορετικές προτεραιότητες και κινητοποίησε το σύνολο του ελληνισμού στην προσπάθεια ανευρέσεως πόρων. Οι έξυπνες δαπάνες για την άμυνα και η επένδυση στην υψηλή στρατιωτική τεχνολογία (υπό την προϋπόθεση ικανών και ακεραίων πολιτικών ηγεσιών) θα μπορούσαν να αποτελέσουν σημαντική παράμετρο στο ζητούμενο εθνικό αναπτυξιακό μας πρόγραμμα.  
Είναι καιρός έστω και αργά να ωριμάσει το πολιτικό μας σύστημα και να απαλλαγεί από σύνδρομα και ιδεοληψίες, μιμούμενο απλώς αυτονόητες πρακτικές δεκαετιών άλλων ευνομουμένων κρατών. Είναι πολλά αυτά που πρέπει να γίνουν στην κατεύθυνση της αυτοβοήθειας και πολλά από αυτά δεν έχουν οικονομικό κόστος. Επί τέλους ας σοβαρευθούμε έστω και την ύστατη στιγμή.
                                            16 – Φεβρουαρίου - 2018
                                        Αντιναύαρχος Β. Μαρτζούκος ΠΝ
                                              Επίτιμος Διοικητής ΣΝΔ
                                                Πρόεδρος ΕΛ.Ι.Σ.ΜΕ.