Το πιο τρομερό είναι πως αυτό γίνεται σε μεγάλο βαθμό αποδεκτό από την τοπική κοινότητα και κανείς δεν αντιδρά. Το θέμα έχει απασχολήσει ανά καιρούς τον τύπο και τέθηκε και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπου πολλοί πολιτικοί προέτρεψαν την Κομισιόν να παρέμβει.

«Όλα ξεκινούν στη Ρουμανία, στη Botoşani, μια από τις πιο παραμελημένες περιοχές της χώρας, από όπου οι γυναίκες άρχισαν να μεταναστεύουν το 2007. Η έξοδος ήταν σταθερή. Αφήνουν τη χώρα τους για να μαζέψουν ντομάτες στην Ιταλία και ειδικότερα στη Ragusa, ελπίζοντας για ένα καλύτερο μέλλον χωρίς να γνωρίζουν τι θα αντιμετωπίσουν. Το πιο λυπηρό είναι ότι ακόμη και όταν καταφέρνουν να ξεφύγουν από τη σκλαβιά, πάντοτε καταλήγουν να επιστρέφουν, για να ξεχρεώσουν τους ανθρώπους από τους οποίους δανείστηκαν λεφτά», αναφέρει η Silvia Dumitrache, πρόεδρος της Ένωσης Ρουμάνων γυναικών στην Ιταλία (ADRI) στο Voxeurop.

Οι «σκλάβες» της ντομάτας

H ιστορία που αφηγείται στο Voxeurop γίνεται όλο και πιο τρομακτική και μοιάζει να προέρχεται από τη σκοτεινή εποχή της δουλείας. Το σκάνδαλο δεν είναι καινούργιο. Επαναλαμβάνεται περιοδικά και επεκτείνεται σαν σαπουνόφουσκα. Ανά καιρούς έχουν υπάρξει αστυνομικές παρεμβάσεις, όμως σπάνια φέρνουν αποτελέσματα.

Μια οδυνηρή υπόθεση στην καρδιά της Ευρώπης

Η καλλιέργεια ντομάτας στη Ragusa, η οποία με την πάροδο του χρόνου έχει γίνει ο μεγαλύτερος εξαγωγέας ιταλικών ντοματών στην Ευρώπη, είναι επίσης μία από τις πιο βρόμικες και σκοτεινές υποθέσεις.

Όλα ξεκίνησαν το 2007 με την ένταξη της Ρουμανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη μαζική μετακίνηση της εργατικής δύναμης στην ιταλική, ισπανική, γαλλική και βρετανική αγορά. Οι γυναίκες άφησαν την πατρίδα τους για να εργαστούν στο εξωτερικό, αλλά μόλις έφτασαν στη Ragusa ήταν υποχρεωμένες να προσφέρουν και σεξουαλικές υπηρεσίες στους εργοδότες τους για να διατηρήσουν τη δουλειά τους. «Το εργατικό δυναμικό που έφτασε από τη Ρουμανία ήταν πιο εξυπηρετικό και πιο διατεθειμένο να κάνει συμβιβασμούς», εξηγεί η Dumitrache.

 

«Κάποιες Ρουμάνες βρίσκονταν ήδη σε κάποιο καθεστώς δουλείας, αφού συχνά έπεφταν θύματα ξυλοδαρμού και κακοποίησης από τους άνδρες τους. Πολλές από αυτές άφηναν τη Ρουμανία για να ξεφύγουν από αυτή τη βία. Λένε ότι ακόμα και αν τις εκμεταλλευτούν, τουλάχιστον στην Ιταλία θα κερδίζουν χρήματα. Υπήρχε βέβαια κι ένας άλλος παράγοντας. Σε αυτό το είδος δουλειάς, αν δέχονται τα αιτήματα για σεξουαλικές σχέσεις από τους εργοδότες, μπορούν να κρατήσουν τα παιδιά τους κοντά, ενώ σε κάποια άλλη δουλειά αυτό δεν θα ήταν δυνατό». Αλλά η εργασία στους αγρούς, κάτω από την ασφυκτική επιτήρηση των αφεντικών σίγουρα δεν είναι εύκολη υπόθεση, ενώ όλα αυτά τα χρόνια δε θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος ο τεράστιος αριθμός αμβλώσεων που πραγματοποιήθηκε στο νοσοκομείο της περιοχής.

Με τον καιρό άρχισαν να εμφανίζονται τα πρώτα δημοσιεύματα σχετικά με το θέμα, αρχικά στον ιταλικό τύπο και στη συνέχεια στον Guardian , ενώ εκδόθηκε κι ένα βιβλίο που σχετίζει τα γεγονότα με την ιταλική ΜΚΟ Proxima.

Ενώ η αστυνομία και ο εισαγγελέας γνωρίζουν την ιστορία, στην ουσία δεν αλλάζει κάτι. Όπως αναφέρει η Silvia Dumitrache, για να ασχοληθούν πιο σοβαρά με το θέμα πρέπει να ληφθούν σοβαρά μέτρα, όπως διαμαρτυρίες από εργοδότες που ανησυχούν για τη διεθνή αγορά, καθώς και μποϊκοτάζ των προϊόντων από τη Ragusa, εξαιτίας του σκανδάλου. «Η άσκηση πίεσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έφερε μια μικρή πρόοδο. Άρχισαν οι συλλήψεις, εις βάρος της μαφίας, η οποία ελέγχει την κατάσταση. Αλλά ακόμα κι αυτό δεν είναι αρκετό», τόνισε.

Τα γεγονότα σιγά σιγά άρχισαν να απασχολούν την κοινή γνώμη και τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο ήταν αναμενόμενο καθώς η νομοθεσία δεν εφαρμοζόταν όπως θα έπρεπε. Μετά από αίτημα βουλευτών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τα δικαιώματα των γυναικών και την ισότητα των φύλων, Femm - της οποίας ήταν μέλος και η πρωθυπουργός της Ρουμανίας, Viorica Dancila, μέχρι τον Ιανουάριο του 2018 - επισκέφθηκε τη Ragusa. Πολλοί ευρωβουλευτές έθεσαν ερωτήσεις στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και η ρουμανική και ιταλική κυβέρνηση ξεκίνησε να ασχολείται πιο σοβαρά με το θέμα.

Σε ευρωπαϊκό πολιτικό επίπεδο ακολούθησαν ψηφίσματα και έρευνες. Σε τοπικό επίπεδο από την άλλη, υπήρξαν ορισμένες συλλήψεις και κάποιες αστυνομικές επιχειρήσεις. Οι συνεχείς μετακινήσεις στις δύο χώρες εντατικοποιήθηκαν και τον περασμένο Μάιο, η ρουμανική κυβέρνηση ξεκίνησε ένα πρόγραμμα με τίτλο «Ενημερώσου πριν φύγεις!», το οποίο έχει σκοπό να παρέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες σε όσους σκοπεύουν να μεταναστεύσουν. Επιπλέον, οι Ρουμάνοι υπουργοί υιοθέτησαν κοινές διατάξεις με τον Ιταλό υπουργό εργασίας. Ο Εμιλιάν Πάβελ, μέλος της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι ένας από τους ευρωβουλευτές που από το περασμένο φθινόπωρο αγωνίζεται για να τερματιστούν οι περιπτώσεις δουλείας που συνεχίζουν να υπάρχουν στον 21ο αιώνα.

Ένα πανευρωπαϊκό μποϊκοτάζ στα προϊόντα από τη Ragusa;

«Οι αποκαλύψεις έχουν προκαλέσει έντονες αντιδράσεις στους χώρους του ευρωκοικονοβουλίου . Δεν είναι αργά για να οργανωθεί ένα πανευρωπαϊκό μποϊκοτάζ στα προϊόντα που προέρχονται από περιοχές όπου ασκείται δουλεία. Η δουλεία είναι ταπεινωτική για κάθε ανθρώπινο ον», υπογραμμίζει ο Εμιλιάν Πάβελ.

«Τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα μπορούν και πρέπει να ενεργούν σύμφωνα με την κατάσταση και τις συνθήκες. Υπάρχουν σίγουρα πράγματα που μπορούν να γίνουν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως η παρακολούθηση της εφαρμογής της ισχύουσας ευρωπαϊκής νομοθεσίας και η επιτάχυνση της εφαρμογής όλων των διεθνών συμφωνιών. Αλλά πάνω απ’ όλα πρέπει να δώσουμε άφθονη υποστήριξη στα θύματα! Αυτά τα περιστατικά πρέπει να πάνε στο δικαστήριο και να τιμωρηθούν οι ένοχοι», αναφέρει.

«Δυστυχώς, είναι ένα δύσκολο έργο. Μπορούμε να καταλάβουμε, σε ανθρώπινο επίπεδο, ότι τα θύματα της δουλείας, μετά από χρόνια ταπείνωσης, αγωνίζονται να βρουν τη δύναμη να φέρουν τον ένοχο στη δικαιοσύνη. Είμαι μέλος της επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις ατομικές ελευθερίες, τη δικαιοσύνη και τις εσωτερικές υποθέσεις. Καταπολεμούμε τις φυλετικές διακρίσεις και ασκούμε πίεση στα κράτη να εφαρμόσουν τη σύμβαση της Κωνσταντινούπολης που εγκρίθηκε το 2011 από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την πρόληψη της ενδοοικογενειακής βίας και της βίας κατά των γυναικών», προσθέτει.

Ωστόσο, σύμφωνα με τον Pavel, ένας από τους παράγοντες που συνέβαλαν σημαντικά σε αυτά τα προβλήματα είναι η ίδια η ύπαρξη εργασίας στη μαύρη αγορά. Πολλές γυναίκες βρίσκονται σε αυτή την κατάσταση επειδή οι ιταλικές αρχές δεν είχαν καμία επιτυχία στην καταπολέμηση αυτής της εργασίας. «Η εργασία στη μαύρη αγορά αυξάνει την ανισότητα και προκαλεί τραγωδίες. Όλοι πρέπει να είμαστε πολύ πιο αποφασισμένοι στον αγώνα μας εναντίον της», κατέληξε.