Η Ευρώπη γερνάει δημογραφικά, η Χώρα μας γερνάει κι εμείς γερνάμε μαζί της. Σε αυτή τη μελέτη που θα σας παρουσιάσουμε, θα λάβουμε ως παράμετρο ότι έχουμε μια ενεργό και υγιή γήρανση του πληθυσμού που θα δημιουργήσει νέες Κοινωνίες, οι οποίες με την σειρά τους θα επιφέρουν μια νέα κρίση. Αυτή η νέα κρίση είναι πέρα από τη δύναμη των πολιτικών. Αυτή η κρίση δεν θα είναι καθαρά αποτέλεσμα μιας ελαττωματικής πολιτικής – αν και αυτός είναι ένας πολύ σημαντικός συντελεστής- αλλά θα πρόκειται για ένα πρόβλημα που είναι πολύ μεγαλύτερο από ό, τι ακόμη και οι πιο πειθαρχημένες και επικεντρωμένες στο μέλλον κυβερνήσεις και επιχειρήσεις θα μπορούσαν εύκολα να χειριστούν.
Γενιές πολιτικών έχουν πείσει τους πολίτες τους ότι τα δικαιώματά τους είναι εγγυημένα. Πολλοί πολιτικοί το πιστεύουν πραγματικά ακόμα και οι ίδιοι. Έχουν δώσει υποσχέσεις που δεν είναι σε θέση να κρατήσουν και επιτρέπουν σε άλλους να οργανώσουν τη ζωή τους με βάση την υπόθεση ότι το αδύνατο δεν θα συμβεί. Και όμως θα συμβεί!
«Έχω πέσει και δεν μπορώ να σηκωθώ». Αυτά τα λόγια, που φώναξε μια ηλικιωμένη γυναίκα, έγιναν διάσημα σε μια διαφημιστική συσκευή ιατρικής ειδοποίησης τη δεκαετία του 1990 στην Αμερική . Το 2020 μπορεί να είναι η φράση της Ευρώπης.
Ο Πάπας Φραγκίσκος σε μια ομιλία του το 2015 μεταξύ άλλων ειπε: «Σε πολλά μέρη συναντάμε μια γενική εντύπωση κούρασης και γήρανσης, μιας Ευρώπης που τώρα είναι γιαγιά, δεν είναι πλέον εύφορη και ζωντανή»
Πιστεύουμε όμως ότι χειροτερεύει. Η γιαγιά Ευρώπη δεν μεγαλώνει μόνο. Συγχρόνως καταντάει όπως -όλες οι γιαγιάδες- ντροπαλή, αγνή και ανέγγιχτη πέραν του συζύγου, επικριτική, τιμωρητική και όπως είχε πει ο ποντίφικας σε προηγούμενη ομιλία του σε διάσκεψη των επισκόπων, «κουρασμένη με αποπροσανατολισμό».
Ο πληθυσμός των συνταξιούχων στην Ευρώπη, ο οποίος είναι ήδη ο μεγαλύτερος στον κόσμο, συνεχίζει να αυξάνεται. Όσον αφορά τους Ευρωπαίους ηλικίας 65 ετών και άνω που δεν εργάζονται, σήμερα φτάνουν τους 42 για κάθε 100 εργαζόμενους και αυτόΣ ο αριθμός θα αυξηθεί σε 65 ανά 100 έως το 2060, σύμφωνα με το πρακτορείο δεδομένων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκριτικά, στις Η.Π.Α. υπάρχουν 24 άτομα που δεν εργάζονται άνω των 65 ετών ή λίγο περισσότερα ανά 100 εργαζόμενους, λέει το Γραφείο Στατιστικών Εργασίας, το οποίο δεν έχει πρόβλεψη για το 2060. (WSJ)
Πληθυσμός και Ηλικίες
Τρεις είναι οι παράγοντες (δημογραφικές συνιστώσες) που επηρεάζουν τη μεταβολή του πληθυσμού: οι γεννήσεις, οι θάνατοι και η μετανάστευση. O πληθυσμός εξαρτάται από δύο ισοζύγια: Το φυσικό (γεννήσεις-θάνατοι) και το μεταναστευτικό (είσοδοι-έξοδοι). Στο παρελθόν οι αυξομειώσεις σε αυτά τα ισοζύγια επηρέασαν τον πληθυσμό της χώρας μας και τη σύστασή του με τρόπους που έχουν αποτυπωθεί σε πολλές μελέτες.
Αντίθετα με ό,τι δείχνει ο συγχρονικός δείκτης γονιμότητας, από το 1935 και μέχρι το 1975, καμία ελληνική γενιά δεν αναπληρώθηκε. Από τη γενιά του 1956 και μετά ξεκίνησε μια προοδευτική μα απρόσκοπτη μείωση της γονιμότητας, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Μεταπολεμικά δεν υπήρξε “baby boom” στην Ελλάδα, όπως συνέβη σε άλλες δυτικοευρωπαϊκές χώρες. Η αύξηση του πληθυσμού στις τελευταίες δεκαετίες οφειλόταν αποκλειστικά στις κατά περιόδους μεταναστευτικές ροές και τη ραγδαία αύξηση του προσδόκιμου ζωής, το οποίο μέσα σε αυτό το διάστημα αυξήθηκε κατά 8 χρόνια για τους άντρες και κατά 10 χρόνια για τις γυναίκες.
Από το 1951 μέχρι το 2011 ο πληθυσμός της Ελλάδας αυξήθηκε από τα 7,6 εκατομμύρια στα 11,1 εκατομμύρια κατοίκους. Aπό το 1951, και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’70, η αύξηση του πληθυσμού της χώρας οφειλόταν σχεδόν αποκλειστικά στο θετικό φυσικό ισοζύγιο, δηλαδή στο ότι υπήρχαν πολύ περισσότερες γεννήσεις από ό,τι θάνατοι. Το 1951, για παράδειγμα, είχαμε 155.422 γεννήσεις, και μόνο 57.508 θανάτους. Από το 2011, όμως, και για πρώτη φορά μεταπολεμικά, ο πληθυσμός της χώρας μας άρχισε να μειώνεται. Την 1η Ιανουαρίου 2015 ο πληθυσμός της Ελλάδας ήταν 10,9 εκατομμύρια.
Η μεγάλη διαφορά υπερκάλυπτε το αρνητικό μεταναστευτικό ισοζύγιο εκείνης της περιόδου, όταν περί τους 27.000 Έλληνες μετανάστευαν σε άλλες χώρες κάθε χρόνο. Από τα μέσα της δεκαετίας του ’70, όμως, και μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’80, ενώ διατηρήθηκε ο υψηλός αριθμός των γεννήσεων, αναστράφηκε και το μεταναστευτικό ισοζύγιο, καθώς εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες μετανάστες επέστρεψαν στη χώρα. Τη δεκαετία του ’90 και ώς το τέλος της επόμενης δεκαετίας, η αύξηση του πληθυσμού άλλαξε και πάλι χαρακτήρα. Το φυσικό ισοζύγιο σχεδόν εκμηδενίστηκε, καθώς οι γεννήσεις μειώθηκαν πολύ, ενώ η Ελλάδα έγινε χώρα υποδοχής μεταναστών, κυρίως από τους βόρειους γείτονές της. Τη δεκαετία 1991-2001, για παράδειγμα το φυσικό ισοζύγιο ήταν θετικό κατά μόλις 20.536 άτομα, ενώ η συνολική αύξηση του μόνιμου πληθυσμού έφτασε τα 563.298.
Από το 2011 η Ελλάδα έχει μπει σε μια νέα φάση, πρωτοφανή μεταπολεμικά. Το φυσικό ισοζύγιο πλέον γίνεται αρνητικό (οι θάνατοι είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις), αλλά και το μεταναστευτικό ισοζύγιο, παρά την προσφυγική κρίση, είναι κι αυτό αρνητικό καθώς πολλοί Έλληνες φεύγουν από τη χώρα αναζητώντας καλύτερη τύχη στο εξωτερικό.
Εκτός από τον αριθμό του γενικού πληθυσμού, διαχρονικά πολύ μεγάλη αξία έχει και η μελέτη της ηλικιακής του σύστασης. Ως γνωστόν, η Ελλάδα γερνάει. Στα τελευταία 65 χρόνια ο πληθυσμός της αυξήθηκε κατά 46%, αλλά στο ίδιο διάστημα ο πληθυσμός των μόνιμων κατοίκων της ηλικίας άνω των 65 ετών τετραπλασιάστηκε, ενώ ο πληθυσμός των ηλικίας άνω των 85 δεκαπλασιάστηκε. Το 1961 μόλις το 8,3% του πληθυσμού ήταν ηλικίας άνω των 65, ενώ το 26,2% ήταν ηλικίας κάτω των 14. Το 2014 η σύνθεση του πληθυσμού είναι εντελώς διαφορετική: Το 20,5% είναι άνω των 65, και μόλις το 14,7% είναι κάτω των 14.
Η διάμεσος ηλικία (δηλαδή η ηλικία του ατόμου οι γηραιότεροι του οποίου είναι ίσοι σε αριθμό με τους νεότερους) ήταν 26 έτη το 1951, και είναι 44 σήμερα.
Θα επιχειρήσουμε να μιλήσουμε για τον αντίκτυπο της δημογραφικής γήρανσης στο εσωτερικό της Ελλάδος – που είναι πιθανόν να είναι πολύ σημαντικός στις ερχόμενες δεκαετίες – και θα τον συγκρίνουμε με αυτόν της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα συστηματικά χαμηλά ποσοστά γεννήσεων και το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής, μετασχηματίζουν τη σύνθεση της ηλικιακής πυραμίδας στην ΕΕ-28. Η σημαντικότερη αλλαγή θα είναι ίσως η μεγάλη μετάβαση προς ένα κατά πολύ γηραιότερο πληθυσμό, κάτι που είναι ήδη εμφανές σε αρκετά κράτη – μέλη της ΕΕ.
Ως αποτέλεσμα, το ποσοστό των ατόμων σε ηλικία εργασίας στην ΕΕ-28 και στην Ελλάδα – που όπως προαναφέραμε είναι η χώρα που εστιάζουμε την προσοχή μας – συρρικνώνεται, ενώ ο σχετικός αριθμός των συνταξιούχων διευρύνεται. Το ποσοστό των ηλικιωμένων στο σύνολο του πληθυσμού της Ευρώπης θα αυξηθεί σημαντικά κατά τις επόμενες δεκαετίες, καθώς ένα μεγάλο ποσοστό της γενιάς της μεταπολεμικής έκρηξης γεννήσεων (baby-boomers) έχει φτάσει ήδη στη συνταξιοδότηση. Αυτό, με τη σειρά του, θα οδηγήσει σε αυξημένη επιβάρυνση για τα πρόσωπα που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας, τα οποία θα πρέπει να αναλάβουν τις κοινωνικές δαπάνες που απαιτούνται από την γήρανση του πληθυσμού, για μια σειρά συναφών υπηρεσιών.
Γιατί όμως εξετάζουμε και αναλύουμε τις πληθυσμιακές διακυμάνσεις και τις προβάλουμε στο μέλλον ;
Οι πληθυσμιακές προβολές ανά φύλο και ηλικία, δηλαδή οι προβλέψεις για το μέγεθος και τη δομή του πληθυσμού στο μέλλον, χρησιμοποιούνται ευρύτατα από πλήθος φορέων:
- Από τις κυβερνήσεις των κρατών του πλανήτη για την ανάπτυξη και την εφαρμογή πολιτικών στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο, καθώς και για τη δημιουργία των ανάλογων υποδομών,
- Από τους διεθνείς οργανισμούς για τον αναπτυξιακό σχεδιασμό,
- Από τον ιδιωτικό τομέα για την ανάπτυξη στρατηγικής και πολιτικών marketing.
- Σε ακαδημαϊκό επίπεδο χρησιμοποιούνται ως μία από τις βασικές πηγές δεδομένων για την κοινωνική έρευνα και την υγεία.
Κανένας μακροπρόθεσμος πολιτικός σχεδιασμός δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ληφθεί υπ’ όψιν το μέγεθος και η σύσταση του πληθυσμού. Κανένα ασφαλιστικό σύστημα δεν μπορεί να σταθεί χωρίς να υπολογίζει τον αριθμό των συνταξιούχων και το μέγεθος του εργατικού δυναμικού. Και κανένα εκπαιδευτικό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει χωρίς να προβλέπει πιθανές έντονες αυξομειώσεις στον αριθμό των μαθητών στο μέλλον.
Για όλα αυτά τα καίριας σημασίας θέματα, αλλά και για πολλά άλλα που σχετίζονται με την εργασιακή πολιτική, την κοινωνική πρόνοια, την άμυνα και τη γεωπολιτική στρατηγική της χώρας.
Για την Ελλάδα ειδικά, η συρρίκνωση του συνολικού πληθυσμού που καταγράφεται σε όλα τα σενάρια και η συνεχιζόμενη γήρανσή του έχει άμεση επίπτωση και στον πληθυσμό της παραγωγικής-εργάσιμης ηλικίας, ο οποίος φθίνει διαρκώς (από 65% του συνόλου σήμερα, σε 55% του συνόλου το 2050). Αυτή η μείωση θα αποτυπωθεί και στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό, που θα μειωθεί κατά 1-1,5 εκατομμύριο μέχρι το 2050.
Ενδιαφέρον έχει και η πορεία του σχολικού πληθυσμού σε αυτή την 35ετία. Πιθανότατα, και με μικρές διαφοροποιήσεις ανά σενάριο, οι διακυμάνσεις του πληθυσμού των ατόμων σχολικής ηλικίας θα είναι ιδιαίτερα έντονες. Περίοδοι πτώσης θα ακολουθηθούν από περιόδους αναστροφής των πρότερων τάσεων και εκ νέου από μια περίοδο συρρίκνωσης, χωρίς οι χρόνοι να ταυτίζονται σε όλες τις ηλικίες. Ως εκ τούτου, ο ασφαλής σχεδιασμός οποιασδήποτε εκπαιδευτικής πολιτικής θα παρουσιάζει εξαιρετικές δυσκολίες τις επόμενες δεκαετίες.
Παρακάτω παραθέτουμε δύο δείγματα πληθυσμού που βρίσκονται στο λεγόμενο εξαρτώμενο ηλικιακό φάσμα. (0-14 και άνω των 65 ετών ).
Οι δημογραφικές αλλαγές έως το 2060 στην ΕΕ προβλέπεται να οδηγήσουν σε συρρίκνωση του πληθυσμού των νέων κατά 9% και του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (15-64 ετών) κατά 15%, επιπλέον αναμένεται δραστική αύξηση περίπου 79% του αριθμού των ηλικιωμένων.
Το αυξανόμενο ποσοστό των ατόμων μεγαλύτερης ηλικίας και το μειούμενο ποσοστό των ατόμων σε ηλικία εργασίας στο σύνολο του πληθυσμού θα έχει κοινωνικές, οικονομικές και δημοσιονομικές επιπτώσεις. Η προσφορά εργασίας και η απασχόληση θα συρρικνωθούν, δημιουργώντας προκλήσεις όσον αφορά την οικονομική μεγέθυνση, ενώ η ζήτηση υπηρεσιών από τον γηράσκοντα πληθυσμό θα αυξηθεί.
Οι τάσεις αυτές αν και δεν επηρεάζουν ομοιόμορφα όλες τις περιφέρειες του συνόλου της Ευρώπης, απαιτούν μια κοινή Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την ενεργό γήρανση, η οποία να δημιουργεί περισσότερες ευκαιρίες ώστε οι ηλικιωμένοι να συνεχίσουν να εργάζονται, να παραμένουν υγιείς επί μακρύτερο χρονικό διάστημα και να συνεχίσουν να συνεισφέρουν στην κοινωνία με άλλους τρόπους.
Οι προκλήσεις που συνδέονται με την γήρανση πρέπει να μετατραπούν σε ευκαιρίες για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στο πεδίο της Υγείας και των Κοινωνικών Υπηρεσιών καθώς και στη δημιουργία νέων Αγορών, ώστε να διαμορφωθεί μια «Αργυρή Οικονομία» η οποία θα περιλαμβάνει ευρύ φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων:
Από προϊόντα και υπηρεσίες υγείας και φροντίδας έως μέτρα προώθησης της κινητικότητας και της υποβοηθούμενης από το περιβάλλον αυτόνομης διαβίωσης, απασχόλησης με ωράριο προσαρμοσμένο ανάλογα με την ηλικία, πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες, ένταξη στο σφαιρικό κοινωνικό γίγνεσθαι, προσβασιμότητα των μέσων μεταφοράς, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της ηλικίας, στέγαση.
Τι εννοούμε δημογραφική γήρανση.
Σύμφωνα με τον καθηγητή Δημογραφίας Βύρωνα Κοτζαμάνη το φαινόμενο αυτό της «δημογραφικής γήρανσης» αρχίζει να αναδύεται στις περισσότερο ανεπτυγμένες χώρες, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα ( Τσέζνει J.C. Chesnais, 1981 και 1986). Το πώς το αιτιολογεί, θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε το πώς και γιατί συνέβη. Οφείλουμε όμως παράλληλα να επισημάνουμε ότι μόνο στη διάρκεια της τελευταίας 25ετίας, το φαινόμενο αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο των συζητήσεων και προβληματισμών. Οι κοινωνίες μας συνειδητοποιούν αργά και προοδευτικά την «ποιοτική» αλλαγή, την τομή που συνιστά το πέρασμα από τη βιολογική γήρανση (κύρια ατομικό φαινόμενο) στη δημογραφική γήρανση, συλλογικό φαινόμενο που χαρακτηρίζεται – απορρέει από τις αλλαγές της δομής του πληθυσμού, την κατανομή του σε μεγάλες ηλικιακές ομάδες.
Οι δημογράφοι απέδειξαν ότι η δημογραφική γήρανση συνοδεύει τη δημογραφική μετάβαση (Τσέζνει -J.C. Chesnais, 1986), τη μετάβαση δηλαδή από μια ισορροπία του «τρόμου», που χαρακτηρίζεται από υψηλή θνησιμότητα και υψηλή γονιμότητα (μέσος όρος ζωής κάτω των 30 ετών και μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα, γύρω στα 5) σε ιδιαίτερα χαμηλή θνησιμότητα (γύρω στα 80 έτη) και συρρικνωμένη γονιμότητα (κάτω του ορίου αναπαραγωγής, δηλαδή κάτω των 2,1 παιδιών/γυναίκα).
Απεδείχθη ήδη από τις αρχές της πρώτης μεταπολεμικής δεκαετίας (J. Bourgeois- Pichat, 1951., A. Sauvy, 1963) ότι τα αίτια της δημογραφικής γήρανσης πρέπει να αναζητηθούν πρωταρχικά και κύρια στην πτώση της γεννητικότητας/γονιμότητας (δηλαδή στην μείωση του αριθμού των παιδιών που φέρνουμε στον κόσμο) και όχι στην αύξηση του μέσου όρου ζωής (στη μείωση δηλαδή της θνησιμότητας), όπως πιστεύει ο «κοινός νους» (ταυτίζοντας τη δημογραφική γήρανση με την αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων που όταν δεν είναι επάγωγο της αύξησης του συνολικού πληθυσμού, απορρέει από την αύξηση του μέσου όρου ζωής). Τέλος απέδειξαν ταυτόχρονα ότι η μείωση της θνησιμότητας και η αύξηση του μέσου όρου ζωής σε μια πρώτη φάση όχι μόνο δεν οδήγησαν στη δημογραφική γήρανση, αλλά αντιθέτως επιβράδυναν τους ρυθμούς αύξησής της (Nations Unies, 1956) στο βαθμό που συρρικνώθηκε καταρχάς προοδευτικά αλλά ριζικά η βρεφική και η παιδική-εφηβική θνησιμότητα (συρρίκνωση μέχρι πρόσφατα σημαντικά ταχύτερη αυτής στις ενδιάμεσες – μεγάλες ηλικίες) κερδήθηκε σημαντικός αριθμός νέων ατόμων από το θάνατο, που σε αντίθετη περίπτωση (λαμβάνοντας υπόψη την προοδευτική μείωση του αριθμού των παιδιών που κάνουμε), θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη επιτάχυνση των ρυθμών δημογραφικής γήρανσης:
Τα όλο και λιγότερα παιδιά που γεννάμε, θα έμεναν ακόμη λιγότερα εξαιτίας της υψηλής θνησιμότητας και επομένως το ειδικό τους βάρος (η αναλογία τους στο συνολικό πληθυσμό) θα ήταν ακόμη μικρότερο από αυτό που είναι σήμερα, ενώ το ποσοστό –αναλογία των ηλικιωμένων ατόμων (που προέρχονται από πολυπληθείς γεννήσεις του παρελθόντος) θα ήταν ακόμη μεγαλύτερο.
Καθίσταται προφανές ότι η δημογραφική αυτή γήρανση που γνωρίσαμε σε μια πρώτη φάση, γήρανση «εκ των κάτω» (όταν έχουμε λίγες γεννήσεις) όπως συνηθίζουμε να την αποκαλούμε στο βαθμό που οφείλεται στη συρρίκνωση της βάσης των πληθυσμιακών πυραμίδων, (F1) (ας υπενθυμίσουμε ότι πληθυσμιακή πυραμίδα είναι η γραφική απεικόνιση της κατανομής του πληθυσμού κατά φύλο και ηλικία) οδήγησε σε ριζική αλλαγή των μορφών τους: οι πυραμίδες αυτές είχαν αρχικά τη μορφή ισοσκελούς τριγώνου, αργότερα τη μορφή καμπάνας και τέλος τείνουν να πάρουν τη μορφή ενός σχήματος με στενή βάση (λίγοι νέοι), διογκωμένη μέση και κορυφή (πολλοί ηλικιωμένοι).
Και ενώ οι δημογράφοι μας προσπαθούσαν δικαίως να μας πείσουν ενάντια στον «κοινό νου» για τον καθοριστικό ρόλο που έπαιξε η μείωση της γονιμότητας στην αύξηση της δημογραφικής γήρανσης (γεγονός αναμφισβήτητο παρότι «παράδοξο»), την τελευταία δεκαπενταετία (αναλόγως των χωρών αναφοράς) η θνησιμότητα επανέρχεται δυναμικά στο προσκήνιο, περιπλέκονται ακόμη τα πράγματα και επιταχύνοντας τώρα πλέον τη γήρανση. Έτσι, ενώ στο απώτερο και μέσο παρελθόν από τα κέρδη του αγώνα ενάντια στο θάνατο επωφελήθηκαν κύρια οι μικρές ηλικίες (βρέφη, παιδιά), τώρα όλο και περισσότερο επωφελούνται τα ώριμα-ηλικιωμένα άτομα που «κερδίζουν» σημαντικά χρόνια ζωής χάρη στις προόδους της ιατρικής (A.Dittgen., L.Legoux, 1990). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη ακόμα αύξηση του αριθμού τους και επομένως και του ειδικού τους βάρους. Στη γήρανση «εκ των κάτω» έρχεται έτσι να προστεθεί προοδευτικά «εκ των άνω», που από τις πρώτες δεκαετίες του επομένου αιώνα, αν τίποτε δεν αλλάξει στις αναπαραγωγικές μας συμπεριφορές (αν δηλαδή συνεχίσουμε να κάνουμε τον ίδιο αριθμό παιδιών που κάνουμε και σήμερα) θα παίζει όλο και σημαντικότερο ρόλο, στο βαθμό που οι πρόοδοι της ιατρικής, γενετικής, βιολογίας κ.ο.κ. θα μας επιτρέψουν να αυξήσουμε το μέσο όρο ζωής μας, κερδίζοντας χρόνια όχι σε όλες τις ηλικίες, αλλά βασικά στις “ώριμες” ηλικίες (50 έτη +). Τέλος, δεν θα ήταν σκόπιμο να αποσιωπήσουμε και έναν άλλο παράγοντα που έπαιξε σημαντικό ρόλο, αν και διαφοροποιημένο από περιοχή σε περιοχή, χώρα σε χώρα, ήπειρο σε ήπειρο ακόμη (και που θα συνεχίζει και στο μέλλον να παίζει σημαντικό ρόλο): τις μεταναστεύσεις των πληθυσμών, ιδιαίτερα δε όταν πρόκειται για μεταναστεύσεις εργατικού δυναμικού (δηλαδή νέων ατόμων σε αναζήτηση εργασίας). Καθίσταται προφανές ότι στις χωρικές ενότητες υποδοχής μεταναστών η γήρανση των πληθυσμών τους επιβραδύνεται, ενώ αντίστοιχα οι χωρικές ενότητες που χάνουν τους νεανικούς πληθυσμούς τους είναι ακόμη πιο «γηρασμένες» απ’ ότι αναμένετο.
Γήρανση, ένα βιολογικό, μη ιστορικό φαινόμενο.
Κάτ΄αρχήν θα πρέπει να αποσαφηνίσουμε και να προσδιορίσουμε τι εννοούμε με τους ορους που χρησιμοποιούμε για τη μελέτη της δημογραφικής γήρανσης. Ακόμα και η ηλικία, συνήθης μεταβλητή που χρησιμοποιείται για τη μελέτη της γήρανσης είναι έννοια πολυσήμαντη: η επιλογή των δεικτών που προσμετρούν το φαινόμενο και χρησιμοποιούν την μεταβλητή αυτή, δεν είναι ουδέτερη.
Ταυτόχρονα και ανεξαρτήτως των ηλικιακών όρων θα πρέπει να αναφέρουμε ότι οι αναλογίες, τα ποσοστά δηλαδή εκφράζουν διεργασίες (process) ενώ οι απόλυτοι αριθμοί εκφράζουν συνήθως παρούσες καταστάσεις: η εκτίμηση π.χ. των «οικονομικών βαρών» στηρίζεται στις αναλογίες, ενώ η εκτίμηση των συγκεκριμένων αναγκών (υπηρεσίες, υποδομή) στηρίζεται στους απόλυτους αριθμούς.
Θα ήταν ίσως χρήσιμο να θεωρήσουμε ότι δεν έχει ιδιαίτερο νόημα η αναφορά γενικώς στη δημογραφική γήρανση:
Υπάρχουν «γηρασμένοι πληθυσμοί» και κατ’ επέκταση θα πρέπει να έχουμε στη διάθεση μας τα στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να τους προσδιορίσουμε. Τα δημογραφικά κριτήρια από μόνα τους δεν το επιτρέπουν και θα πρέπει να συνδυασθούν με πολλαπλά κριτήρια για να είμαστε σε θέση να απαντήσουμε στη διττή ερώτηση: για ποιους μιλάμε και για ποιο λόγο (κάτω από ποια οπτική γωνία, έχοντας ποιο στόχο;) Ιδιαίτερα η παραδοχή ότι η ηλικία καθορίζει αποκλειστικά την κατάσταση υγείας και τις παραγωγικές ικανότητες των ατόμων, είναι καθ’ όλα αβάσιμη. Όμως επ’ αυτής και μόνο στηριζόμαστε για να διαχωρίσουμε τον πληθυσμό μας και να δομήσουμε τους δείκτες που προσμετρούν την ένταση/έκταση του φαινομένου. Επάγωγο της παραδοχής αυτής: θεωρούμε ότι κατά το μάλλον ή ήττον άνω του οριοθετούμενο ορίου (συνήθως 65 έτη) τα άτομα της ομάδας αυτής έχουν κοινά χαρακτηριστικά: χαρακτηρίζονται από αδυναμία και εξάρτηση ή ακόμα αποτελούν «βάρος» με την επιδεινούμενη κατάσταση της υγείας τους και τις συντάξεις που τους δίνονται.
Συγκρίνοντας παράλληλα διαχρονικά τις εξελίξεις των δομών του πληθυσμού μας, υιοθετώντας τους ίδιους πάντοτε δείκτες διαπράττουμε πολλαπλά λάθη: Το πέρασμα στη «γκρίζα ζώνη» της γήρανσης εδώ και μερικές δεκαετίες συνέπιπτε με την εμφάνιση τριών βασικών συμπτωμάτων γύρω στα 65 έτη: γρήγορη φθορά του οργανισμού εξαιτίας των σκληρών συνθηκών ζωής και εργασίας, διακοπή της εργασίας, απώλεια του συντρόφου (και τέλος, σύντομα, θάνατος). Σήμερα συνηθίζουμε ακόμη να συνδέουμε τα ίδια συμπτώματα με τη «γήρανση», ενώ οι συνθήκες έχουν ριζικά αλλάξει: ο μέσος όρος ζωής αυξήθηκε κατά 15 έως 20 έτη, το ίδιο περίπου και η ηλικία που μένουμε χήρες/ χήροι και που συναντάμε σημαντικά προβλήματα υγείας. Θα υπενθυμίσουμε επομένως ότι η ηλικία που «γηράσκουμε» και η διάρκεια της «γήρανσης» δεν παραμένουν αμετακίνητες αλλά αυξάνονται συνεχώς και επομένως τα «βάρη» για την κοινωνία αυξομειώνονται αναλόγως της εξέλιξης των δύο προαναφερθέντων παραγόντων. Συνηθίζουμε όμως να σκεφτόμαστε και να εξετάζουμε το φαινόμενο ως αυτοί να παραμένουν σταθεροί στη διάρκεια του χρόνου. Οφείλουμε ακόμη να επισημάνουμε και ένα ακόμη επαγωγό του τρόπου θεώρησης που άκριτα υιοθετούμε: η μέση ηλικία στη συνταξιοδότηση έχει μειωθεί την τελευταία τεσσαρακονταετία, και ανάμεσα σ΄ αυτή και στο θάνατο, αναδύεται μια συνεχώς διευρυνόμενη ζώνη που συνήθως δεν εξετάζουμε (όπως συνήθως εντάσσεται στη «γήρανση»).
Τέλος, κλείνοντας αυτή την παρένθεση και παρεκκλίνοντας ελαφρώς του κυρίου αντικειμένου που διαπραγματεύεται, θα επιθυμούσαμε να επισημάνουμε τους κινδύνους που ελλοχεύουν από την κυριαρχία της «οικονομίστικης» προσέγγισης και την παράλληλη (και ουδαμώς ανεξάρτητη) γενικά αρνητική αξιολόγηση/τοποθέτηση των κοινωνιών μας έναντι της δημογραφικής γήρανσης (και επομένως και των ηλικιωμένων). Αυτό που ιδιαίτερα κατά τη γνώμη μας πρέπει έγκαιρα να μας προβληματίσει και ανησυχήσει δεν είναι η προοπτική του να έχουμε όλο και περισσότερους ηλικιωμένους (μεγέθη, αναλογίες) και να ζούμε όλο και περισσότερα χρόνια, σε καλύτερη κατάσταση (φυσικές και διανοητικές ικανότητες). Είναι κυρίως ο κοινωνικός στιγματισμός και αποκλεισμός της ομάδας αυτής, επαγωγό της θεωρούμενης απουσίας «συλλογικής χρησιμότητας» τους.
Το ιδεάζον χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι η μετάβαση από το μονοσήμαντο προσδιορισμό της «γήρανσης» που συνδεόταν με περιορισμένο αριθμό ικανοτήτων – δυνατοτήτων (για εργασία, για διατροφή, για κινητικότητα) σε ένα προσδιορισμό που εδράζεται σε «διοικητικά» κριτήρια ηλικίας ή και «διακοπής» της εργασίας. Για να το διατυπώσουμε διαφορετικά: η «γήρανση» δεν προσμετρείται με ιατρικά κριτήρια, αλλά σε σχέση με το έτος εγγραφής στο ληξιαρχείο ή στο αρχείο κάποιου συνταξιοδοτικού οργανισμού.
Όμως η κλίμακα της «βιολογικής ηλικίας» και οι αναντιστοιχίες ανάμεσα στις δύο κλίμακες τείνουν να διευρυνθούν, ενώ ταυτόχρονα κινούνται προς αντίθετες κατευθύνσεις, ως το κοινωνικό ρολόι να «χάνει» συνεχώς όταν το βιολογικό ρολόι «τρέχει μπροστά». Η επιδείνωση αυτή της ανισορροπίας ανάμεσα στις συνιστώσες της γήρανσης, αρχίζει να αποτελεί μια απειλή για το μέλλον των ανεπτυγμένων σύγχρονων κοινωνιών μας. Εδώ βρίσκεται κατά τη γνώμη μας και το καίριο πρόβλημα που θέτει η δυναμική εμφάνιση των ηλικιωμένων στις κοινωνίες μας. Το πρόβλημα δεν έγκειται τόσο στο συνεχώς αυξανόμενο αριθμό τους, ούτε στις αυξάνουσες αναλογίες που προσδιορίζονται από τις πληθυσμιακές πυραμίδες, αλλά στο status της ομάδας αυτής. Δεν έγκειται τόσο στις αυξανόμενες ανησυχίες, για την κατάσταση των ταμείων και τις δαπάνες υγείας π.χ., όσο στον τρόπο που οι κοινωνίες μας θα «θεσμοθετήσουν» τη γήρανση και θα χρησιμοποιήσουν – ή δεν θα χρησιμοποιήσουν – το τεράστιο απόθεμα των ανθρώπινων πόρων που αντιπροσωπεύουν τα ηλικιωμένα άτομα
Ευρώπη – Κύρια στατιστικά στοιχεία
Πληθυσμιακή διάρθρωση ( Πηγή: Eurostat)
Ο πληθυσμός της ΕΕ-28 την 1η Ιανουαρίου 2016 εκτιμήθηκε σε 510,3 εκατ.
Οι νέοι (0 έως 14 ετών) αντιστοιχούσαν στο 15,6 % του πληθυσμού της ΕΕ-28
Τα πρόσωπα που θεωρούνται ότι είναι σε ηλικία εργασίας (15 έως 64 ετών) αντιστοιχούσαν στο 65,3 % του πληθυσμού.
Οι ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) αποτελούσαν το 19,2 % (αύξηση 0,3 % σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και αύξηση 2,4 % σε σύγκριση με 10 χρόνια πριν).
Στις προβολές EUROPOP2015 ο πληθυσμός της ΕΕ-28 αναμένεται να κορυφωθεί στα 528,6 εκατ. περίπου το 2050 και στη συνέχεια να μειωθεί σταδιακά σε 518,8 εκατομμύρια έως το 2080.
Τα ηλικιωμένα άτομα είναι πιθανό να αντιπροσωπεύουν ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του συνολικού πληθυσμού: τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω θα αποτελούν το 29,1 % (πλησιάζει το 30% του πληθυσμού της ΕΕ-28 έως το 2080) , σε σύγκριση με το 19,2 % το 2016. Θα έχουν αυξηθεί 10%.
Στα κράτη μέλη της ΕΕ, το υψηλότερο ποσοστό νέων στο συνολικό πληθυσμό το 2016 παρατηρήθηκε στην Ιρλανδία (21,9 %), ενώ το χαμηλότερο ποσοστό καταγράφηκε στη Γερμανία (13,2 %).
Όσον αφορά το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω στον συνολικό πληθυσμό, η Ιταλία (22,0 %), η Ελλάδα (21,3 %) και η Γερμανία (21,1 %) είχαν τα υψηλότερα ποσοστά, ενώ η Ιρλανδία είχε το χαμηλότερο ποσοστό (13,2 %).
Η πληθυσμιακή διάρθρωση της ΕΖΕΣ (Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών) και των υποψηφίων χωρών ήταν παρόμοια με τη διάρθρωση που παρατηρήθηκε στην ΕΕ, με μεγάλες εξαιρέσεις την Τουρκία και την Ισλανδία (όπου η διάρθρωση του πληθυσμού ήταν παρόμοια με της Ιρλανδίας): σ’ αυτές τις δύο χώρες, η αναλογία της νεαρότερης ηλικιακής ομάδας ήταν υψηλή (24,0 % και 20,0 %, αντίστοιχα) και τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω αντιστοιχούσαν σε συγκριτικά χαμηλό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού (8,2 % και 13,9 %, αντίστοιχα). Η Αλβανία και η πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας είχαν επίσης ένα σχετικά χαμηλό ποσοστό ατόμων ηλικίας 65 ετών και άνω (12,9 % και 13,0 %, αντίστοιχα). Παρ’ όλα αυτά, η τάση της γήρανσης του πληθυσμού είναι ορατή και σ’ αυτές τις χώρες.
( Η Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών, ΕΖΕΣ ως συντομογραφία, είναι ένας διακυβερνητικός οργανισμός που ιδρύθηκε το 1960 από επτά ευρωπαϊκές χώρες με σκοπό την προώθηση του ελεύθερου εμπορίου και της οικονομικής ολοκλήρωσης προς όφελος των μελών του. Όλα τα αρχικώς συμβαλλόμενα μέρη, εκτός από τη Νορβηγία και την Ελβετία, αποχώρησαν από την ΕΖΕΣ μετά την ένταξη τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), όπως και η Φινλανδία που είχε γίνει συνδεδεμένο μέλος το 1961 και πλήρες μέλος το 1986. Δεδομένου ότι η Ισλανδία έγινε μέλος το 1970 και το Λιχτενστάιν το 1991, η ΕΖΕΣ σήμερα αποτελείται από τέσσερα κράτη μέλη:
Ισλανδία ,Λιχτενστάιν, Νορβηγία, Ελβετία
Η ΕΖΕΣ είναι αρμόδια για τη διαχείριση: των ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ των κρατών μελών της,της συμμετοχής της ΕΖΕΣ στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο (ΕΟΧ), ο οποίος περιλαμβάνει την Ευρωπαϊκή Ένωση και τρία κράτη μέλη της ΕΖΕΣ (Ισλανδία, Λιχτενστάιν και Νορβηγία , αλλά όχι την Ελβετία) και του παγκόσμιου δικτύου της ΕΖΕΣ για τις συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου.)
Η διάμεση ηλικία του πληθυσμού της ΕΕ-28 ήταν 42,6 έτη την 1η Ιανουαρίου 2016 (βλέπε γράφημα 2). Αυτό σημαίνει ότι το ήμισυ του πληθυσμού της ΕΕ-28 ήταν άνω των 42,6 ετών, ενώ το ήμισυ ήταν νεαρότερο.
Σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ η διάμεση ηλικία κυμαινόταν: από 36,6 έτη στην Ιρλανδία έως 45,8 έτη στη Γερμανία, επιβεβαιώνοντας τη διάρθρωση του πληθυσμού που καταγράφεται σε καθένα από τα δύο αυτά κράτη μέλη από σχετικά νεαρές και σχετικά γηραιότερες ηλικίες.
Η διάμεση ηλικία που καταγράφεται στην Τουρκία (31,1 ετών), καθώς και στην Ισλανδία (36,1 έτη) το 2016 ήταν χαμηλότερη από ό,τι σε οποιοδήποτε κράτος μέλος της ΕΕ.
Η Αλβανία είχε επίσης χαμηλή διάμεση ηλικία (36,7 έτη) και σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση της διάμεσης ηλικίας κατά τα τελευταία 10 έτη: αυξήθηκε κατά 27,9 % (ή 8 έτη, από 28,7 έτη το 2006 σε 36,7 έτη το 2016).
Η διάμεση ηλικία στην ΕΕ-28 αυξήθηκε κατά 4,3 χρόνια (κατά μέσο όρο 0,3 έτη ανά έτος) μεταξύ 2001 και 2016, φθάνοντας από 38,3 σε 42,6 έτη. Μεταξύ του 2006 και του 2016 η διάμεση ηλικία αυξήθηκε σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, σημειώνοντας αύξηση κατά 4,0 ή περισσότερα έτη στην Πορτογαλία, την Ελλάδα, τη Λιθουανία, τη Ρουμανία και την Ισπανία.
Για τη μελέτη του επιπέδου υποστήριξης νεαρότερων ή και γηραιότερων ατόμων από τον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας μπορεί να χρησιμοποιηθούν δείκτες της εξάρτησης που συνδέεται με την ηλικία· οι δείκτες αυτοί εκφράζονται ως το σχετικό μέγεθος του αριθμού των νεαρότερων και/ή γηραιότερων ατόμων συγκριτικά με τον πληθυσμό σε ηλικία εργασίας.
Ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων για την ΕΕ-28 ήταν 29,3 % την 1η Ιανουαρίου 2016.
Ως ως εκ τούτου, αντιστοιχούσαν σχεδόν τέσσερα άτομα σε ηλικία εργασίας σε κάθε άτομο ηλικίας 65 ετών και άνω. Ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων στα κράτη μέλη της ΕΕ κυμαινόταν από τα χαμηλά ποσοστά 20,4 % στην Ιρλανδία, 20,5 % στο Λουξεμβούργο και 20,6 % στη Σλοβακία έως τα υψηλά ποσοστά 34,3 % στην Ιταλία, 33,1 % στην Ελλάδα, 32,4 % στη Φινλανδία και 32,0 % στη Γερμανία, όπου περίπου τρία άτομα σε ηλικία εργασίας αντιστοιχούσαν σε κάθε άτομο ηλικίας 65 ετών και άνω.
Ο συνδυασμός των δεικτών εξάρτησης νεαρών και ηλικιωμένων ατόμων παρέχει τον συνολικό δείκτη της εξάρτησης που συνδέεται με την ηλικία (ο οποίος υπολογίζεται ως το ποσοστό των εξαρτώμενων, νεαρών και ηλικιωμένων ατόμων, σε σύγκριση με τον πληθυσμό που θεωρείται ότι βρίσκεται σε ηλικία εργασίας, με άλλα λόγια ηλικίας 15 έως 64 ετών), ο οποίος το 2016 ήταν 53,2 % στην ΕΕ-28, που δείχνει ότι υπήρχαν περίπου δύο άτομα σε ηλικία εργασίας για κάθε εξαρτώμενο άτομο. Το 2016, ο χαμηλότερος συνολικός δείκτης της εξάρτησης που συνδέεται με την ηλικία στα κράτη μέλη της ΕΕ παρατηρήθηκε στη Σλοβακία (42,4 %) και ο υψηλότερος στη Γαλλία (59,4 %).
Μια γενικά αυξητική τάση παρατηρείται στον δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων και στον συνολικό δείκτη εξάρτησης που συνδέεται με την ηλικία στην ΕΕ-28. Για παράδειγμα, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων αυξήθηκε κατά 4,3 ποσοστιαίες μονάδες (ή κατά 17,2 % της προηγούμενης τιμής του) την τελευταία δεκαετία (από 25 % το 2006 σε 29,3 % το 2016).
Το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω αυξάνεται σε όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ, στις χώρες ΕΖΕΣ και στις υποψήφιες προς ένταξη χώρες. Η αύξηση κατά την τελευταία δεκαετία κυμαίνεται από 5,2 εκατοστιαίες μονάδες στη Μάλτα και 4,5 εκατοστιαίες μονάδες στη Φινλανδία, έως 1,0 ποσοστιαίες μονάδες ή λιγότερο στο Βέλγιο και στο Λουξεμβούργο. Κατά την τελευταία δεκαετία (2006 — 16) παρατηρήθηκε αύξηση κατά 2,4 εκατοστιαίες μονάδες για την ΕΕ-28 συνολικά (βλ. γράφημα 1). Από την άλλη πλευρά, το ποσοστό του πληθυσμού ηλικίας κάτω των 15 ετών στην ΕΕ-28 μειώθηκε κατά 0,4 ποσοστιαίες μονάδες.
Η αύξηση του σχετικού ποσοστού των ηλικιωμένων ατόμων μπορεί να εξηγηθεί από την αυξημένη μακροζωία, ένα μοντέλο που εμφανίζεται εδώ και πολλές δεκαετίες καθώς το προσδόκιμο ζωής αυξήθηκε ( mortality and life expectancy statistics) η εξέλιξη αυτή αναφέρεται συχνά ως «γήρανση στην κορυφή» της πληθυσμιακής πυραμίδας.
Από την άλλη πλευρά, τα συστηματικά χαμηλά επίπεδα γονιμότητας επί σειρά ετών συνέβαλαν στη γήρανση του πληθυσμού, με αποτέλεσμα οι λιγότερες γεννήσεις να οδηγούν σε μείωση της αναλογίας των νέων ατόμων στο σύνολο του πληθυσμού. Η διαδικασία αυτή είναι γνωστή ως «γήρανση στη βάση» της πληθυσμιακής πυραμίδας και μπορεί να παρατηρηθεί στη συρρικνούμενη βάση της πληθυσμιακής πυραμίδας της ΕΕ-28 μεταξύ 2001 και 2016.
Μια άλλη πτυχή της δημογραφικής γήρανσης είναι η σταδιακή γήρανση του ίδιου του πληθυσμού των ηλικιωμένων, καθώς η σχετική σημασία των πολύ ηλικιωμένων αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό απ’ ό,τι οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή κατηγορία του πληθυσμού της ΕΕ. Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω στον πληθυσμό της ΕΕ-28 προβλέπεται να υπερδιπλασιαστεί μεταξύ του 2016 και του 2080, από 5,4 % σε 12,7 % .
Κατά τη διάρκεια της περιόδου από το 2016 έως το 2080, το μερίδιο του πληθυσμού που βρίσκεται σε ηλικία εργασίας αναμένεται να μειωθεί σταθερά μέχρι το 2050 και στη συνέχεια θα σταθεροποιηθεί κάπως, ενώ τα ηλικιωμένα άτομα είναι πιθανό να αντιπροσωπεύουν ένα όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του συνολικού πληθυσμού: τα άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω θα αποτελούν το 29,1 % του πληθυσμού της ΕΕ-28 έως το 2080, σε σύγκριση με το 19,2 % το 2016. Ως αποτέλεσμα της μετακίνησης του πληθυσμού μεταξύ των ηλικιακών ομάδων, ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων στην ΕΕ-28 προβλέπεται σχεδόν να διπλασιαστεί από 29,3 % το 2016 σε 52,3 % έως το 2080. Ο συνολικός δείκτης της εξάρτησης που συνδέεται με την ηλικία προβλέπεται ότι θα αυξηθεί από 53,2 % το 2016 σε 79,7 % έως το 2080.
F1 : Οι πληθυσμιακές πυραμίδες δείχνουν την κατανομή του πληθυσμού ανά φύλο και ανά ηλικιακή ομάδα πέντε ετών. Κάθε ράβδος αντιστοιχεί στο μερίδιο της κάθε ομάδας ανά φύλο και ηλικία στο σύνολο του πληθυσμού (άνδρες και γυναίκες μαζί).
Η πληθυσμιακή πυραμίδα της ΕΕ-28 την 1η Ιανουαρίου 2016 είναι στενή στη βάση και γίνεται ολοένα και πιο ρομβοειδής λόγω της γενιάς της έκρηξης των γεννήσεων που προκύπτει από τα υψηλά ποσοστά γονιμότητας σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες στα μέσα της δεκαετίας του 1960 (γνωστή ως «baby boom»). Η εν λόγω γενιά της έκρηξης των γεννήσεων εξακολουθεί να αποτελεί ένα σημαντικό μέρος του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας. Οι πρώτοι από αυτή τη μεγάλη ομάδα που γεννήθηκαν σε μια περίοδο 20 — 30 ετών φθάνουν σήμερα σε ηλικία συνταξιοδότησης, όπως φαίνεται από τη σύγκριση με την πληθυσμιακή πυραμίδα του 2001. Η διόγκωση της γενιάς της έκρηξης των γεννήσεων ανεβαίνει στην πληθυσμιακή πυραμίδα, με αποτέλεσμα το κατώτερο τμήμα του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας και η βάση να συρρικνώνεται— όπως φαίνεται στο γράφημα
Σε μια προσπάθεια να εξεταστούν οι μελλοντικές τάσεις για την πληθυσμιακή γήρανση, οι πιο πρόσφατες προβολές πληθυσμού (EUROPOP2015) της Eurostat κάλυπταν την περίοδο από το 2015 έως το 2080.
Η σύγκριση της ηλικιακής πυραμίδας για το 2015 και το 2080 δείχνει ότι ο πληθυσμός της ΕΕ-28 προβλέπεται να συνεχίσει να γηράσκει. Στις επόμενες δεκαετίες, η πολυπληθής «γενιά της έκρηξης των γεννήσεων» (baby boomers) θα διογκώσει τον αριθμό των ηλικιωμένων. Ωστόσο, μέχρι το 2080, η πυραμίδα θα πάρει μάλλον ένα μονοκόμματο σχήμα , το οποίο θα στενεύει σημαντικά στη μέση της πυραμίδας (γύρω από την ηλικιακή ομάδα των 45 — 54 ετών).
Πηγή:
http://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php/Population_structure_and_ageing/el
Ελλάδα- Εξέλιξη του πληθυσμού
Από άρθρο της Ναυτεμπορικής στις 04 Οκτ 2017 με τίτλο ‘’5η παγκοσμίως η Ελλάδα στη γήρανση του πληθυσμού’’ αναφέρονται τα εξής:
‘’Αναφερόμενος στα στοιχεία της Αιτιολογικής Έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο πρόεδρος της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρεία Αμ. Επίκ. Καθηγητής Χειρουργικής Πανεπιστημίου Αθηνών Διευθυντής Ογκολογικής Χειρουργικής Κλινικής Αντικαρκινικού Νοσοκομείου «Αγ. Σάββας», Ιωάννης Καραϊτιανός, επεσήμανε ότι:
Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε γηράσκοντα πληθυσμό, με ποσοστό αύξησης 21,4% , έναντι μέσου όρου της Ε.Ε. που είναι 17,2%. Συγκεκριμένα, οι έξι πρώτες χώρες σε παγκόσμια κλίμακα που γηράσκουν ταχύτατα είναι κατά σειρά η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ελλάδα και η Ιταλία. Υπολογίζεται ότι στη χώρα μας το 2050 θα υπάρχουν 3 εκατομμύρια Έλληνες ηλικίας άνω των 60 ετών.
Επιπροσθέτως, όπως ανέφερε, τα δεδομένα της ετήσιας έκθεσης της Διεθνούς Οργάνωσης Help Age International (2015) για την ποιότητα της ζωής των ηλικιωμένων, η Ελλάδα είναι στη λίστα των χειροτέρων χωρών για να ζει ένας πολίτης άνω των 60 ετών. Συγκεκριμένα η χώρα μας είναι στην 79η θέση μεταξύ 96 χωρών, όσον αφορά στην κοινωνικο-οικονομική ευημερία, κάτω από τη Βενεζουέλα και τη Νότια Αφρική.
Στην Ελλάδα, παρόλα αυτά όμως, σύμφωνα με την ίδια οργάνωση, το προσδόκιμο ζωής των Ελλήνων ηλικίας 60 ετών είναι 24 έτη και το προσδόκιμο ζωής με καλή υγεία τα 17,4 έτη, πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Το προσδόκιμο ζωής χωρίς χρόνια νοσηρότητα στην ηλικία των 65 ετών, το 2011 ήταν 8,0 έτη για τους άνδρες και 7,7 έτη για τις γυναίκες, παρουσιάζοντας μείωση από το έτος 2005 κατά -0,6 έτη και -1,1 έτη, για άνδρες και γυναίκες, αντίστοιχα.
Ο κ. Καραϊτιανός αναφερόμενος στα περαιτέρω στοιχεία της Έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής υπολογίζει ότι ενώ σήμερα στην Ευρωπαϊκή Ένωση αντιστοιχούν 4 άτομα σε παραγωγική ηλικία (15-64 ετών) ανά 1 συνταξιούχο άνω των 65 ετών (εξαρτώμενο άτομο ανω των 65 ) , το 2060 θα υπάρχουν μόνο 2 άτομα για κάθε 1 συνταξιούχο, αναλογία που αποτελεί τη δυσάρεστη πραγματικότητα για την Ελλάδα ήδη όπως είπε. Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 20,7% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού ενώ το 2050 θα πλησιάσουν το 1/3 του πληθυσμού.
Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 0-14 ετών (εξαρτώμενο άτομο ανήλικο) είναι σήμερα περίπου 14% και αναμένεται να υποχωρήσει το 2050 στο 10-12%.
Αντίστοιχα, η μέση ηλικία, που ήταν 26 έτη το 1951 και που είναι 44 έτη σήμερα, αναμένεται να αυξηθεί και να αγγίξει τα 50 έτη. Αυτή η δημογραφική γήρανση -κοινή σε όλες τις δυτικού τύπου χώρες- προκαλεί πολλά προβλήματα ιατρικά, κοινωνικά, οικογενειακά, οικονομικά, ασφαλιστικά, κ.ά., που θα προσλάβουν εκρηκτικές διαστάσεις στις προσεχείς δεκαετίες.
Με βάση τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών για την προοπτική εξέλιξης του παγκόσμιου πληθυσμού από το 2010 μέχρι το 2050, προβλέπεται αύξηση 188% για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, 351% για τα άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών και 1004% για τα άτομα που ξεπερνούν τα 100 χρόνια. Αυτές οι εντυπωσιακές αυξήσεις των ατόμων της τρίτης ηλικίας βρίσκονται σε αντιδιαστολή με μία αύξηση μόλις 22% του γενικού πληθυσμού ηλικίας από 0-64 ετών για το ίδιο χρονικό διάστημα. (Πυραμίδα ΙΙ )
Μετά το 2025, όταν οι εκπρόσωποι της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς θα είναι άνω των 80 ετών, ο αριθμός των υπερηλίκων θα αυξηθεί εντυπωσιακά. Το 2050 οι υπερήλικοι θα αποτελούν το ένα τρίτο του ηλικιωμένων Ευρωπαίων.
Το πρόβλημα αυτό είναι γενικό για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες και θα προκαλέσει μεγάλα προβλήματα βιωσιμότητας στα ασφαλιστικά συστήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Έτσι, η μέση ηλικία συνταξιοδότησης στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί κατά πολύ στο μέλλον, από τα 61 έτη το 2013 στα 64,9 έτη το 2020, τα 65,9 έτη το 2030 και τα 67,5 έτη το 2060 για τους άνδρες και αντίστοιχα για τις γυναίκες τα 61,2, 64,8, 65,5 και 67,1 έτη.
Σύμφωνα με τον κ. Καραϊτιανό, ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός, δηλαδή όλοι οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών που δυνητικά θα μπορούσαν να δουλέψουν, θα μειωθεί από 7 εκατομμύρια που ήταν το 2015 σε 4,8-5,5 εκατομμύρια το 2050, ενώ ο πραγματικός οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα μειωθεί από 4,7 εκατομμύρια που ήταν το 2015 σε 3-3,7 εκατομμύρια.
Η υπογεννητικότητα είναι χρόνιο πρόβλημα για την Ελλάδα:
Ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,30 – σταθερός τα τελευταία χρόνια- όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. είναι 1,49. Επισημαίνεται ότι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1.
Η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων (9‰) στην Ε.Ε., μετά τη Γερμανία (8,4‰) και την Πορτογαλία (8,5‰). Σαν αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από 800 χιλιάδες μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα.
Ο πληθυσμός των παιδιών σχολικής ηλικίας (από 3 μέχρι 17 ετών) θα μειωθεί από 1,6 εκατομμύρια σήμερα σε 1,4 εκατομμύρια (αισιόδοξο σενάριο) έως 1 εκατομμύριο (απαισιόδοξο σενάριο) το 2050. Εξάλλου, υπολογίζεται ότι το 2020 ένα στα 7 παιδιά που γεννιούνται θα έχουν έναν τουλάχιστον αλλοδαπό γονιό. ’’
Επιπρόσθετα, ο καθηγητής Δημογραφίας Βύρων Κοτζαμάνης τον Νοέμβριο του 2017 ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι προβλέπεται μέιωση και γείρανση του πληθυσμού της Ελλάδας τα επόμενα 35 χρόνια..
Ο κ. Κοτζαμάνης, θεωρεί δεδομένη τη μείωση του πληθυσμού στις επόμενες δεκαετίες και προβλέπει ότι στην Ελλάδα μετά από 35 έτη:
‘’θα κατοικούν από 10,4 εκατομμύρια έως 9,5 εκατομμύρια άνθρωποι, ενώ η δημογραφική γήρανση θα είναι διαρκώς αυξανόμενη, καθώς το φαινόμενο όχι μόνο δε ανακόπτεται αλλά θα βαίνει αυξανόμενο με την πάροδο των ετών.
«Η συρρίκνωση του συνολικού πληθυσμού που καταγράφεται σε όλα τα σενάρια και η συνεχιζόμενη γήρανσή του προφανώς αναμένεται να έχουν άμεση επίπτωση και στον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας ο οποίος φθίνει συνεχώς
Πώς θα εξελιχθεί ο πληθυσμός της χώρας τις επόμενες δεκαετίες:
Η μείωση του συνολικού μόνιμου πληθυσμού της Ελλάδας την επόμενη 35ετία αναμένεται να είναι – ανεξαρτήτως σεναρίων- συνεχής, αν και με διαφοροποιημένους, ανά σενάριο και περίοδο, ρυθμούς.
Ειδικότερα, το 2035 ο πληθυσμός μας θα κυμανθεί από 10,4 εκατ. (μέγιστο) έως 9,5 εκατ. (ελάχιστο) έναντι 10,9 εκατ. το 2015, ήτοι μείωση κατά 4,1 έως 12,4% σε σχέση με το 2015.
Το 2050 ο πληθυσμός μας θα κυμανθεί, από 10,0 (μέγιστο) έως 8,3 εκατ. (ελάχιστο) έναντι 10,9 εκατ. το 2015, ήτοι μείωση 7,5 έως 23,5 % σε σχέση με το 2015.
Οι αναλογίες ( φυσικά ισοζύγια) γεννήσεων – θανάτων, ανεξαρτήτως σεναρίων, αναμένεται να είναι – αν και με κάποιες διακυμάνσεις – αρνητικά την επόμενη 35ετία, καθώς οι θάνατοι θα είναι σταθερά περισσότεροι από τις γεννήσεις, τα δε μεταναστευτικά ισοζύγια (είσοδοι-έξοδοι) από αρνητικά θα μετατραπούν πιθανότατα σε ελαφρώς θετικά μετά το 2025. Παρόλη όμως αυτή την αλλαγή του προσήμου τους στα τέλη της επόμενης 10ετίας, το τελικό αποτέλεσμα της ζυγαριάς θα είναι αρνητικό, με αποτέλεσμα την μείωση του πληθυσμού μας.
Σημαντικές αλλαγές αναμένονται και στην κατανομή του πληθυσμού μας ανά ηλικία;
Εκτός από την μείωση του συνολικού πληθυσμού, σημαντικές αλλαγές αναμένονται και στην κατανομή του ανά ηλικία. Ειδικότερα:
Το 2035 το ποσοστό των > 65 ετών και των >85 ετών στον συνολικό πληθυσμό (21% και 2,8% το 2015) αναμένεται να κυμανθεί από 27,9% για τους πρώτους και από 4,1%- 4,5% για τους δεύτερους, ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών και 0-18 ετών) από 11,0% έως 12,4% για τους πρώτους και 15,8% – 14,2% για τους δεύτερους αντίστοιχα.
Το δε 2050 το ποσοστό των > 65 ετών και των >85 ετών στον συνολικό πάντοτε πληθυσμό (21,0 και 2,8% το 2015) αναμένεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο (33,1% -30,3% για τους πρώτους και 6,5%-4,9% για τους δεύτερους), ενώ τα ποσοστά των νέων (0-14 ετών ή ακόμη των 0-18 ετών), πάντα αναλόγως των σεναρίων θα κυμανθούν από 14,8% έως 12,0% για τους πρώτους και 19% – 15,4% για τους δεύτερους αντίστοιχα.
Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί στο πλαίσιο αυτό και η ταχύτερη αύξηση των ατόμων ηλικίας 85+ (των «υπερηλίκων») σε σχέση με αυτήν των 65 ετών και άνω. Το πλήθος των 85+ αναμένεται εκ νέου να παρουσιάσει μια σημαντική αύξηση την επόμενη 35ετία (κατά +106 έως +45,6% αναλόγως των σεναρίων). Θα υπάρξει επομένως μια σημαντική γήρανση όχι μόνον του συνολικού πληθυσμού, αλλά και των 65+ ετών (δηλαδή “μια γήρανση μέσα στην γήρανση”).’’
Ταυτόχρονα, οφείλουμε να τονίσουμε ότι η μείωση του πλήθους των ατόμων εργάσιμης ηλικίας στη διάρκεια της επόμενης 35ετίας επιταχύνεται σε όλα τα σενάρια μετά το 2030.
Κατά τον κ. Κοταζαμάνη η δημογραφική γήρανση όχι μόνο δεν ανακόπτεται αλλά οι ρυθμοί της επιταχύνονται.
Η δημογραφική γήρανση όχι μόνον δεν ανακόπτεται, αλλά οι ρυθμοί της αναμένεται να επιταχυνθούν την επόμενη 35ετία. Έτσι, ενώ το ποσοστό των 65+ ετών αυξήθηκε από 13% το 1980 στο 21% το 2015 -+8% σε μια 35ετία- αναμένεται να αυξηθεί εκ νέου, ανάλογα με τα σενάρια κατά 6,5 – 7,0% ανάμεσα στο 2015 και το 2035 και κατά 9,5- 12,5% ανάμεσα στο 2015 και το 2050. Η αύξηση αυτή οφείλεται, κυρίως, σε όλα τα σενάρια, στην προοδευτική είσοδο τα επόμενα 35 έτη στην ηλικιακή ομάδα των 65 ετών και άνω, αφενός μεν των Ελλήνων που ανήκουν στις πολυπληθείς σχετικά γενεές της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου (1950-1980, 150 χιλ. γεννήσεις ετησίως κατά μέσο όρο), αφετέρου δε των αλλοδαπών εκείνων που εγκαταστάθηκαν στην χώρα μας μετά το 1990 και θα παραμείνουν σε αυτήν, καθώς και αυτοί, στην μεγάλη τους πλειοψηφία, έχουν γεννηθεί, την περίοδο 1965-1985.
Οφείλουμε τέλος να επισημάνουμε ότι οι αναμενόμενες μεταβολές των πληθυσμιακών δομών (ιδιαίτερα δε μέχρι το 2035) καθορίζονται σε μεγάλο βαθμό από το μέγεθος και την δομή του πληθυσμού μας σήμερα (2015). Οι γυναίκες π.χ. που θα διανύσουν τις επόμενες δύο δεκαετίες ευρισκόμενες στις πλέον αναπαραγωγικές τους ηλικίες (25-40 ετών) έχουν ήδη γεννηθεί, γνωρίζουμε με ακρίβεια το πλήθος τους και κατ’ επέκταση μπορούμε να εκτιμήσουμε -κάνοντας κάποιες υποθέσεις για την γονιμότητά τους – τις γεννήσεις τους. Γνωρίζουμε επίσης με σχετική ακρίβεια και το πλήθος των ατόμων τα οποία την περίοδο 2016-2035 θα βρεθούν σε ηλικίες υψηλής θνησιμότητας (το πλήθος δηλαδή των ατόμων που θα είναι άνω των 50 ετών) και επομένως δυνάμεθα να εκτιμήσουμε και τον αναμενόμενο συνολικό αριθμό θανάτων καθώς πάνω από το 90% των θανάτων ετησίως οφείλονται στα άτομα των ηλικιών αυτών. Η συρρίκνωση του συνολικού πληθυσμού που καταγράφεται σε όλα τα σενάρια και η συνεχιζόμενη γήρανσή του προφανώς αναμένεται να έχουν άμεση επίπτωση και στον πληθυσμό εργάσιμης ηλικίας ο οποίος φθίνει συνεχώς.
Σε ποιους λόγους οφείλεται αυτή η επιτάχυνση;
Η επιτάχυνση αυτή οφείλεται κυρίως σε δυο λόγους: στην προοδευτική είσοδο στην ομάδα του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας (του πληθυσμού δηλαδή 15-64 ετών ή ακόμη των 20-69 ετών) των ολιγοπληθών γενεών >2010 (των ατόμων δηλαδή που γεννήθηκαν και θα γεννηθούν μετά το 2010) και στην προοδευτική έξοδο από την ίδια μεγάλη ηλικιακή ομάδα των πολυπληθέστερων γενεών της περιόδου 1960-1975. Η απρόσκοπτη αυτή μείωση θα επηρεάσει προφανώς και τον οικονομικά ενεργό πληθυσμό (4,7 εκατ. το 2015), ο οποίος πιθανότατα το 2035 θα υπολείπεται αυτού του 2015, αναλόγως των σεναρίων, κατά 0,5-1 εκατ., το δε 2050 κατά 1,1-1,7 εκατ. Οι προαναφερθείσες εξελίξεις είναι δυνατόν μερικώς και μόνον να αμβλυνθούν στην περίπτωση που τα ανά ηλικία ποσοστά συμμετοχής του πληθυσμού παραγωγικής – εργάσιμης ηλικίας στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό αυξηθούν. Οι αναμενόμενες μεταβολές τόσο του μεγέθους όσο και της κατανομής του συνολικού πληθυσμού μας ανά ηλικία και, προφανώς, η αναμενόμενη μείωση και του πληθυσμού εργάσιμης ηλικίας ενδιαφέρουν όλους μας ιδιαίτερα όμως όσους έχουν την ευθύνη διαμόρφωσης πολιτικών σε ευρύ φάσμα πεδίων, καθώς η μεταβλητή «πληθυσμός» δεν είναι πλέον δυνατόν να μην λαμβάνεται υπόψη στην χάραξη των πολιτικών αυτών.
Ελλάδα – Νέες Κοινωνίες- Αργυρή Οικονομία
Με όσα αναφέραμε παραπάνω η Ελλάδα αντιμετωπίζει τρεις μείζονες δημογραφικές προκλήσεις: την πληθυσμιακή ερήμωση ολόκληρων περιοχών, τη «διαχείριση» της δημογραφικής γήρανσης (τους τρόπους που θα βρει αφενός μεν για να επιβραδύνει τους ρυθμούς της, αφετέρου δε για να αξιοποιήσει το τεράστιο απόθεμα των ανθρώπινων πόρων που αντιπροσωπεύουν τα ηλικιωμένα άτομα) και τέλος τη «διαχείριση» των μεταναστευτικών ρευμάτων, με την υιοθέτηση μεταναστευτικών πολιτικών που θα λαμβάνουν υπόψη το διεθνές και βαλκανικό περιβάλλον και θα επιτρέπουν παράλληλα την εκπλήρωση τόσο των δημογραφικών όσο και των κοινωνικό-οικονομικών της αναπτυξιακών στόχων.
Είμαστε αιχμάλωτοι μιας πραγματικότητας που δεν επιλέξαμε, δεν επιδιώξαμε, είναι δειλία να κλείνουμε τα μάτια μας για να μην την βλέπουμε, εμβολιαστήκαμε με αυτή και καλούμαστε πλέον να την αντιμετωπίσουμε και να την διαχειριστούμε.
Πως θα είναι η Ελλάδα μετά από 10 έως 15 χρόνια όταν οι σημερινοί 40αρηδες έχουν γίνει 55αρηδες, οι 50αρηδες έχουν γίνει 65αρηδες και οι 60αρηδες έχουν φτάσει τα 75? Μα φυσικά θα είναι όπως εμείς αποφασίσουμε ότι θέλουμε να είναι.
Στις εποχές που ζούμε και που θα ζήσουμε, αντιλαμβανόμαστε ότι έχει αλλάξει όλο το Κοινωνικό κατασκεύασμα. Παλαιότερα, μέχρι πριν λίγα χρόνια δηλαδή, οι ηλικιωμένοι ήταν πολύ περισσότερο ενσωματωμένοι μέσα στο Κοινωνικό πλαίσιο. Σήμερα έχουν λιγότερες πιθανότητες να παρεμβαίνουν στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Ο ηλικιωμένος στο παρελθόν ήταν η βασική οντότητα στην οικογένεια και εξασφάλιζε σεβασμό και υπακοή. Ολόκληροι πολιτισμοί έχουν αναπτυχθεί με αυτή την ιδέα και αξία. Σήμερα η έννοια της οικογένειας δεν έχει την ίδια αξία. Στις Δυτικές κοινωνίες η ατομική ευτυχία υπερτερεί της οικογενειακής και εναπομένει στο Κράτος Πρόνοιας να αναπτύξει τέτοιες δομές που να φροντίζει αυτούς που μέχρι πριν λίγα χρόνια ανήκαν στον παραγωγικό του ιστό και του χάριζαν τον πλούτο που παρήγαγαν από την εργασία τους.
Μια έκφραση που ακούστηκε τον 19ο αιώνα άλλαξε όλες τις μέχρι πρότινος ισορροπίες για τα κοινωνικά δεδομένα: ‘’Ποιότητα Ζωής’’. Αμέσως μετά ο πατέρας, ή μητέρα, ο συνταξιούχος, ο ηλικιωμένος, ο γέρος, ο υπερήλικας άρχισαν να γίνονται ΄βάρος΄ και εμπόδιο στην προσωπική ευτυχία του ατόμου.
Οι περισσότερες από τις θεωρίες για την ποιότητα ζωής – σήμερα- επικεντρώνονται στο κάθε άτομο μεμονωμένα. Στην Ατομική Ευτυχία. Η συνεισφορά ενός επιτυχημένου σχεδιασμού προς αυτήν την κατεύθυνση, έγκειται στην σύλληψη της ποιότητας ζωής με έναν πιο διευρυμένο τρόπο από ότι άλλες υποκειμενικές θεωρίες που δεν προσανατολίζονται προς τα συναισθήματα και τις διανοητικές καταστάσεις.
Όταν η κοινωνία θέτει ως στόχο της την ατομική ευημερία και η πλειοψηφία της δεν καρπώνεται αυτή την ευημερία, τότε αυτή η κοινωνία δεν προάγει την ευτυχία και την ευημερία της αλλά οδηγείται στην εξαθλίωση. Άρα, η αδυναμία αυτής της κοινωνίας εντοπίζεται στο στόχο που θέτει τοποθετώντας το ατομικό συμφέρον πάνω από το κοινωνικό.
Η νεοκλασική θεωρία όταν αναφέρεται στις προτιμήσεις του καταναλωτή για την μεγιστοποίηση της χρησιμότητάς του, δίνει την ίδια αξία στην ικανοποίηση τόσο των αναγκών όσο και των επιθυμιών, αν και δεν έχουν την ίδια σπουδαιότητα οι ανάγκες με τις επιθυμίες. Η κλασική πολιτική οικονομία έχει μία διαφορετική προσέγγιση: υιοθετεί τη λύση της ικανοποίησης των αναγκών επιβίωσης. Δηλαδή, θεωρεί ότι ο καταναλωτής κατά πρώτο λόγο καταναλώνει το χρήμα που έχει στη διάθεσή του για την ικανοποίηση των αναγκών για την επιβίωσή του και στη συνέχεια ξοδεύει το υπόλοιπο εισόδημά του για την ικανοποίηση των επιθυμιών του. Αυτής της γνώμης είμαι κι εγώ.
Θεωρείται πλέον αναγκαιότητα να θεωρήσουμε «χρήσιμους» τους μελλοντικούς ηλικιωμένους και να δώσουμε στη «χρησιμότητα» τους οικονομικό περιεχόμενο και την εντάξουμε με αυτό τον τρόπο στην Ανάπτυξη και την Οικονομία.
Είναι μια νέα Κοινωνία, μια νέα Αγορά, η Αργυρή Οικονομία –όπως θα την ονομάσω- και χρειάζεται ευφυή σχεδιασμό και οξυδέρκεια πάνω στους τρόπους που καταναλώνουν οι ηλικιωμένοι, αν θέλουμε να τους προάγουμε από εξαρτώμενα άτομα σε ενεργό και καταναλωτικά άτομα και να τους εντάξουμε και να τους ενσωματώσουμε στην ενεργό οικογενειακή και παραγωγική ζωή. Άτομα με ποιότητα ζωής, ευ ζην, σωστό βιοτικό επίπεδο, οικονομική και η κοινωνική ευημερία. Στο μέλλον μειώνεται το μερίδιο της Αγοράς που αναλογεί στις νέες ηλικίες και αυξάνεται το μερίδιο της Αγοράς στις μεγαλύτερες ηλικίες.
Θα πρέπει να εξετάσουμε λοιπόν ποια θα είναι αυτή η Αγορά και από ποιες παράμετροι θα την καθορίζουν πχ: Δομές Περίθαλψης ( Τα επαγγέλματα με την υψηλότερη ζήτηση και απορροφησιμότητα στις ΗΠΑ είναι όσα σχετίζονται με φροντιστές ηλικιωμένων και άτομα που υποβοηθούν ηλικιωμένους ανθρώπους), είδη και τρόποι Ψυχαγωγίας και διασκέδασης, Μόδα, Ενημέρωση, Υπηρεσίες Προσβασιμότητας, Δια βίου Εκπαίδευση, κλπ…
Πριν προχωρήσουμε κρίνεται σκόπιμο να δοθούν κάποιες διευκρινίσεις για τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούμε τους όρους όπως: η ποιότητα ζωής, το ευ ζην, το βιοτικό επίπεδο, η οικονομική και η κοινωνική ευημερία.
Οι έννοιες «ποιότητα ζωής» και «ευ ζην» είναι συναφείς. Διαφέρουν όμως στο κοινωνικό-οικονομικό και ιστορικό πλαίσιο το οποίο εκφράζει η καθεμιά τους. Όσον αφορά την έννοια επίπεδο διαβίωσης ή βιοτικό επίπεδο, αυτή είναι συναφής με την έννοια ποιότητα ζωής, όμως δεν είναι ταυτόσημες. Η ποιότητα ζωής είναι γενικότερος όρος, ο οποίος περιλαμβάνει μέσα στα συστατικά του και το επίπεδο διαβίωσης. Με άλλα λόγια, το επίπεδο διαβίωσης είναι περισσότερο επικεντρωμένο στους υλικούς όρους διαβίωσης που χαρακτηρίζουν την ποιότητα ζωής, ενώ η ποιότητα ζωής δεν αναφέρεται μόνο στους υλικούς όρους.
Η έννοια της ποιότητας ζωής αναφέρεται στο κατά πόσο η ζωή είναι ικανοποιητική για το ίδιο το άτομο, βρίσκεται κοντά στις έννοιες της ευημερίας, της ευτυχίας, και σχετίζεται με τη θεωρία της χρησιμότητας. Όμως, η ποιότητα ζωής δεν αποτελεί μόνο ατομική υπόθεση αλλά και κοινωνική. Ως ποιότητα ζωής θεωρείται ο βαθμός στον οποίο η κοινωνία προσφέρει ουσιαστικές ευκαιρίες για την απόλαυση μίας καλής ζωής. Η ποιότητα ζωής είναι μία σύνθετη έννοια με οικονομικές, πολιτικές, κοινωνικές και ιδεολογικές διαστάσεις. Έχει ως σημεία αναφοράς, όπως επισημαίνουν και οι Ρούσης & Σταματάκης (1983: 201), αφενός τη θέση του ανθρώπου στη σύγχρονη κοινωνία, και αφετέρου την πνευματική ζωή του ανθρώπου.
Οι Nussbaum & Sen (1993: 1-2) διατύπωσαν σε γενικές γραμμές ότι σημαντικοί παράγοντες στην έννοια της ποιότητας ζωής είναι το χρηματικό εισόδημα, το προσδόκιμο ζωής των ατόμων, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η εκπαίδευση, η εργασία, τα πολιτικά και νομικά δικαιώματα, οι προσωπικές και κοινωνικές ελευθερίες, οι ανθρώπινες σχέσεις, η δυνατότητα για ανάπτυξη της φαντασίας και της έκφρασης συναισθημάτων. Γενικά, θεωρούν ότι η ποιότητα ζωής περιλαμβάνει όλα όσα οι άνθρωποι έχουν τη δυνατότητα να κάνουν και να είναι.
Η ύπαρξη όμως χρηματικών πόρων διαθέσιμων για τους ανθρώπους θεωρείται πρωταρχικής σημασίας γιατί είναι αυτή που τους επιτρέπει, μέσω των επιλογών που τους παρέχει η πολιτεία να δράσουν. Τα άτομα συγκρίνουν τον εαυτό τους με τους άλλους (με την ευημερία τους) και έτσι συχνά δίνουν μέρος του εισοδήματός τους για την απόκτηση αγαθών κύρους με στόχο να εντυπωσιάσουν τους άλλους ανθρώπους ή με πράξεις εντυπωσιασμού που αφορούν την διασκέδαση κλπ.
Δεν είναι μόνο ωφέλεια του ατόμου αλλά και της κοινωνίας, η δυνατότητα του ατόμου να εκτελεί ποικίλα και σημαντικά λειτουργήματα-διεργασίες (functionings) μέσα στην καθημερινή του ζωή. Με τον όρο «λειτουργήματα» εννοούμαι τα ποικίλα πράγματα που μπορεί να πραγματοποιήσει ο άνθρωπος στη ζωή του. Έτσι, σε αυτή την προσέγγιση η ποιότητα ζωής κρίνεται με βάση τη δυνατότητα εκτέλεσης πολύτιμων λειτουργημάτων. Υπάρχουν απλά λειτουργήματα όπως η σωστή διατροφή και η καλή υγεία, και πιο πολύπλοκα όπως η επίτευξη αυτοσεβασμού και το να είναι κανείς κοινωνικά ενταγμένος και ενεργός. Αυτά τα λειτουργήματα σταθμίζονται σε διαφορετικό βαθμό από κάθε άνθρωπο και το γεγονός αυτό είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη κατά την αξιολόγηση του τι είναι ατομικά και τι κοινωνικά ωφέλιμο.
Συγχρόνως μια βασική αρχή της Δημοκρατίας μας είναι ότι μεταξύ των ατόμων πρέπει να υπάρχει ισότητα στις δυνατότητες, τουλάχιστον στις βασικές. Η ακατάπαυστης αναγωγή των πάντων στην ατομική ελευθερία, φαντάζει μερικές φορές έννοια φθαρμένη και αυτή και ακυρωμένη, αφού κατάντησε να παράγει εθελόδουλα άτομα, ανίκανα να συμφιλιωθούν με τις αντιφάσεις τους, ανίκανα να ζήσουν την ανθρώπινη μοίρα με την αξιοπρέπεια που προϋποθέτει κάθε αληθινή τραγωδία.
Δεν είναι εύκολο το θέμα που αναπτύσσουμε και η νέα Αργυρή Κοινωνία ίσως να μην αστραποβολά από χαρά και αισιοδοξία. Είναι σίγουρα μια κοινωνία με δύσκολη ψυχολογία, με το φόβο του θανάτου, με το βάρος των αποτυχιών, με τις απώλειες της, με τις χαμένες μάχες, τις τύψεις αλλά και τη στωικότητα της οδυνηρής συνάντησης του ηλικιωμένου με την ιστορία του, με την ιστορία του περάσματος του μέσα από δύο διαφορετικές εκδοχές της ιστορίας του σώματος του. Και αυτές τις εκδοχές πρέπει κάθε βράδυ να τις ακούει να τον συνοδεύουν στη Νομοτέλεια του.
Το προσδόκιμο ζωής
Δεν είναι μόνον ο πλούτος σε χρήμα και νέους που χάνουν οι Έλληνες στα χρόνια της κρίσης. Ο λαός μας βλέπει το προσδόκιμο επιβίωσης να υστερεί όλο και περισσότερο σε σχέση με των άλλων Ευρωπαίων. Τα αναμενόμενα χρόνια ζωής κατά τη γέννηση αυξάνονται, μεν, αλλά με ρυθμό που υποχωρεί και θα συνεχίσει να μειώνεται έως το 2030. Οι Ελληνίδες θα χάσουν τελικά τρεις θέσεις και οι άνδρες επτά στον πίνακα κατάταξης στα αναμενόμενα χρόνια ζωής. Αυτό προκύπτει από μελέτη ομάδας επιστημόνων του τμήματος Επιδημιολογίας και Βιοστατιστικής της βρετανικής Σχολής Δημόσιας Υγείας. Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό Λάνσετ’, υπολογίζει την εξέλιξη του προσδόκιμου επιβίωσης την εικοσαετία 2010-2030 σε μία σειρά από βιομηχανικές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα. Για την εκτίμηση των χρόνων ζωής αξιοποιήθηκε ένα στατιστικό μοντέλο, παρόμοιο με εκείνο που χρησιμοποιείται στις μετεωρολογικές προγνώσεις.
Οι ερευνητές της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Imperial College του Λονδίνου, με επικεφαλής τον ειδικό στην επιδημιολογία και στη βιοστατιστική δρα Βασίλη Κόντη και τον καθηγητή Ματζίτ Εζάτι, σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», ανέλυσαν σε βάθος χρόνου στοιχεία για τη θνησιμότητα σε 35 ανεπτυγμένες χώρες. Το προσδόκιμο ζωής (Global Burden of Disease) αναμένεται να αυξηθεί σε όλες, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό.
Παράλληλα καταγράφεται μια τάση να κλείσει η «ψαλίδα» του προσδόκιμου μεταξύ ανδρών-γυναικών. Αυτό αποδίδεται κυρίως στο ότι και οι άνδρες πλέον υιοθετούν έναν πιο υγιεινό τρόπο ζωής. H Ελλάδα, σύμφωνα με τη μελέτη, είναι ανάμεσα στις χώρες που η «ψαλίδα» δεν θα κλείσει, επειδή και τα δύο φύλα θα εμφανίσουν ανάλογη αύξηση του προσδόκιμου ζωής τα επόμενα χρόνια.
Η χώρα με το μεγαλύτερο προσδόκιμο ζωής στον κόσμο αναμένεται να είναι η Νότια Κορέα και οι Νοτιοκορεάτισες θα είναι μάλλον οι πρώτες στον κόσμο που θα σπάσουν το φράγμα των 90 ετών. Το μέσο κορίτσι που θα γεννηθεί εκεί το 2030, αναμένεται να ζήσει 90,8 χρόνια, ενώ το αγόρι 84,1. Στην Ευρώπη, τη μεγαλύτερη διάρκεια ζωής το 2030 προβλέπεται ότι θα έχουν οι γυναίκες στη Γαλλία και οι άνδρες στην Ελβετία.
Αναλυτικότερα, οι πέντε χώρες με τις μεγαλύτερες προβλεπόμενες αυξήσεις στο προσδόκιμο ζωής για τους άνδρες έως το 2030 είναι: Ν.Κορέα (84,1), Αυστραλία (84), Ελβετία (84), Καναδάς (83,9) και Ολλανδία (83,7). Στις γυναίκες: Ν.Κορέα (90,8), Γαλλία (88,6), Ιαπωνία (88,4), Ισπανία (88,1) και Ελβετία (87,7).
Μεταξύ των πλουσιότερων χωρών, το μικρότερο προσδόκιμο ζωής αναμένεται να έχουν οι ΗΠΑ (83,3 χρόνια οι γυναίκες και 79,5 οι άνδρες), σε επίπεδα ανάλογα χωρών μεσαίου εισοδήματος όπως το Μεξικό και η Κροατία. Αυτό οι επιστήμονες το αποδίδουν στην ύπαρξη μεγάλων οικονομικών ανισοτήτων, στην έλλειψη καθολικής παροχής υπηρεσιών υγείας, μιας σχετικά υψηλής παιδικής θνησιμότητας, ενός πολύ μεγάλου αριθμού δολοφονιών και της διαδεδομένης παχυσαρκίας.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, το σύνολο των χωρών που μελετήθηκαν θα εμφανίσουν αύξηση στο προσδόκιμο έως το 2030, η οποία οφείλεται στην επιμήκυνση του χρόνου ζωής των ηλικιωμένων και κυρίως των γυναικών. Η διαφορά τους έγκειται στο πόσα χρόνια ζωής θα κερδίσει κάθε λαός. Η Ελλάδα κατέχει την τελευταία θέση, καθώς γυναίκες και άνδρες θα κερδίσουν κατά μέσο όρο 2,4 έτη.
Την ίδια ώρα, χώρες όπως η Νότιος Κορέα και η Ουγγαρία θα ‘κερδίσουν’ έως επτά χρόνια στο προσδόκιμο, η Σλοβακία έως πεντέμισι, η Πορτογαλία, η Πολωνία, η Τσεχία, η Δανία και η Ολλανδία έως πέντε χρόνια. Κατάταξη Η υστέρηση θα μας οδηγήσει πολλές θέσεις κάτω από τις άλλες χώρες του ‘ευρωπαϊκού Νότου’.
Το 2030 ο μέσος Ισπανός θα ζει 3,3 χρόνια περισσότερα από τον μέσο Έλληνα και η μέση Ισπανίδα 2,8 χρόνια περισσότερα από τη μέση Ελληνίδα.
Ψηλότερα στην κατάταξη βρίσκονται οι Ιταλοί (2,6 χρόνια περισσότερα οι άνδρες και 2 οι γυναίκες) και οι Πορτογάλοι (1,4 και 1,5 αντίστοιχα).
Οι ερευνητές σημειώνουν, επίσης, πως η διαφορά στο προσδόκιμο μεταξύ ανδρών και γυναικών αναμένεται να μειωθεί στις υπό μελέτη χώρες, με εξαίρεση τρεις (μεταξύ αυτών η Ελλάδα και η Γαλλία), όπου το κέρδος και στα δύο φύλα είναι ίδιο ή παρόμοιο. Η διαφορά που υπάρχει μεταξύ ανδρών και γυναικών αποδίδεται στους θανάτους από εξωτερικά αίτια και νόσους όπως ο καρκίνος του πνεύμονα και τα καρδιαγγειακά, όπου ο κύριος παράγοντας κινδύνου (το κάπνισμα) έχει μεγαλύτερη επίπτωση στο ‘ισχυρό’ φύλο.
Το προσδόκιμο ζωής στην Ελλάδα μετά την κρίση
Η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κοινή Δράση για την καθιέρωση ενός Ευρωπαϊκού Συστήματος Πληροφόρησης για το Προσδόκιμο Υγείας και Ζωής (European Health Life Expectancy Information System – EHLEIS), η οποία συντονίζεται από το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (National Institute of Health and Medical Research ─ INSERM, Γαλλία), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη, ανακοινώνει τα πιο πρόσφατα στοιχεία που αφορούν στους δείκτες για το Προσδόκιμο Ζωής και Υγείας στη Χώρα μας και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η παραπάνω κοινή δράση συμβάλλει στην παρακολούθηση του προσδόκιμου υγείας και στον προσδιορισμό των κύριων και καθοριστικών παραγόντων για υγιή ζωή στην Ευρώπη, προσφέροντας έτσι νέες δυνατότητες για το σχεδιασμό πολιτικών που έχουν ως στόχο την αύξηση του αριθμού των Ετών Υγιούς Ζωής (ΕΥΖ) κατά 2 έτη από το 2010 έως το 2020.
Πηγή των δεδομένων για τον υπολογισμό του προσδόκιμου υγείας και ζωής αποτελούν οι Πίνακες θνησιμότητας, καθώς και το επικεντρωμένο στην Υγεία ερωτηματολόγιο (Minimum European Module for Health) που εμπεριέχεται στην Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC), μέσω του οποίου συλλέγονται δεδομένα αναφορικά με τη κατάσταση της υγείας και τον περιορισμό δραστηριοτήτων των ατόμων σύμφωνα με ιδία αντίληψη. Οι δείκτες για το Προσδόκιμο Υγείας αντιστοιχούν στον μέσο αριθμό των υπολειπόμενων ετών ανά ηλικία που αναμένεται να ζήσει ένα άτομο με «καλή» ή «κακή» υγεία, στο διαχωρισμό δηλαδή του προσδόκιμου ζωής σε έτη υγιούς ζωής και σε έτη μη υγιούς ζωής.
Κύρια ευρήματα:
Με βάση τα πιο πρόσφατα αποτελέσματα, που αφορούν στο έτος 2013, το Προσδόκιμο ζωής (ΠΖ) στην ηλικία των 65 ετών ανέρχεται σε 21,6 έτη για τις γυναίκες και σε 18,7 έτη για τους άνδρες, παρουσιάζοντας αύξηση σε σχέση με το 2004 κατά 1,8 έτη και για τα δύο φύλα .
Για το χρονικό διάστημα 2004 – 2013, τα Έτη Υγιούς Ζωής (ΕΥΖ) στην ηλικία των 65 ετών – δηλαδή τα υπολειπόμενα έτη ζωής χωρίς περιορισμό δραστηριοτήτων που αναμένεται να περάσει ένα άτομο ηλικίας 65 ετών – παρουσιάζουν μείωση κατά 1,6 έτη στην περίπτωση των ανδρών, ενώ για τις γυναίκες η μείωση είναι αρκετά μεγαλύτερη και ανέρχεται σε 3,0 έτη .
Με βάση τα στοιχεία της έρευνας SILC για το έτος 2013, στην ηλικία των 65 ετών, οι γυναίκες περνούν 6,8 έτη (31% της υπολειπόμενης ζωής τους) χωρίς περιορισμό δραστηριοτήτων – με βάση τα Προσδοκώμενα Έτη Υγιούς Ζωής (ΕΥΖ) – 6,7 έτη (31%) με μέτριο περιορισμό των δραστηριοτήτων τους και 8,0 έτη (37%) με σοβαρό περιορισμό των δραστηριοτήτων τους .
Οι άνδρες της ίδια ηλικίας περνούν 8,0 έτη (43% της υπολειπόμενης ζωής τους) χωρίς περιορισμό δραστηριοτήτων, ενώ 5,7 έτη (31%) περνούν με μέτριο περιορισμό δραστηριοτήτων και 5,0 έτη (27%) με σοβαρό περιορισμό των δραστηριοτήτων τους .
Το Προσδόκιμο Ζωής με καλή υγεία σύμφωνα με ιδία αντίληψη – δηλαδή, ο αριθμός των υπολειπόμενων ετών που αναμένεται να ζήσει ένα άτομο ηλικίας 65 ετών με καλή ή πολύ καλή υγεία – ανέρχεται σε 5,3 έτη για τις γυναίκες και σε 6,9 έτη για τους άνδρες .
Το Προσδόκιμο Ζωής χωρίς χρόνια πάθηση, για τα άτομα ηλικίας 65 ετών διαμορφώθηκε το 2013 στα 7,1 έτη για τις γυναίκες και στα 7,9 έτη για τους άνδρες .
Με βάση τα παραπάνω, διαπιστώνεται ότι, παρόλο που το σύνολο των ετών ζωής των ανδρών είναι μικρότερο από αυτό των γυναικών, όλοι οι δείκτες για το προσδόκιμο υγείας δείχνουν ότι οι άνδρες περνούν περισσότερα χρόνια της ζωής τους με καλή κατάσταση υγείας σε σχέση με τις γυναίκες.
Σε σύγκριση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για το 2013, το Προσδόκιμο Ζωής ήταν μεγαλύτε-ρο από το μέσο όρο της ΕΕ28 κατά 0,3 έτη για τις γυναίκες (21,3 και 21,6έτη αντίστοιχα), και κατά 0,7 έτη για τους άνδρες (17,9 και 18,7 αντίστοιχα) .
Ο μέσος όρος ΕΥΖ στην Ελλάδα το 2013 είναι χαμηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ28 κατά 0,5 έτη για τους άνδρες (8,5 έτη στην ΕΕ και 8,0 έτη στην Ελλάδα)), ενώ για τις γυναίκες είναι χαμηλότερος κατά 1,8 έτη (8,6 έτη στην ΕΕ και 6,8 έτη στην Ελλάδα) .
Επισημαίνεται ότι, όλα τα παραπάνω στοιχεία πρέπει να ερμηνεύονται με ιδιαίτερη προσοχή, διότι στην έρευνα δεν συμπεριλαμβάνεται ο πληθυσμός που ζει σε ιδρύματα, όπως π.χ. σε οίκους ευγηρίας. Πηγή: http://www.eurohex.eu
Η κατάσταση σε πίνακες:
Γιατί είναι σημαντική παράμετρος ο Πληθυσμός για την Οικονομική Ανάπτυξη;
Η διεθνής εμπειρία έχει αποδείξει ότι η δημογραφία επηρεάζει καταλυτικά την οικονομία. Το σκεπτικό είναι μάλλον προφανές: όταν ο πληθυσμός μειώνεται, μειώνονται κατά κανόνα τόσο οι καταναλωτές της εγχώριας αγοράς, όσο και οι εν δυνάμει παραγωγοί. Χρειάζονται, δηλαδή, σημαντικές αυξήσεις στην παραγωγικότητα, οι οποίες θα αντισταθμίσουν τις αρνητικές επιπτώσεις του μειωμένου πληθυσμού. Ο κανόνας όμως είναι πως η μείωση του πληθυσμού είναι σε μεγάλο βαθμό συνυφασμένη με μειωμένες οικονομικές επιδόσεις.
Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για τη γήρανση του πληθυσμού. Σε εργασία που δημοσιεύτηκε από το National Bureau of Economic Research (NBER) των ΗΠΑ τον Ιούλιο του 2016, οι συγγραφείς Μέστας, Μάλλεν και Πάουελ τονίζουν πως παρά το γεγονός ότι οι αρνητικές δημογραφικές προβλέψεις έχουν αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία, δεν υπάρχουν αρκετά εμπειρικά στοιχεία για το πραγματικό μέγεθος αυτών των επιδράσεων. Πιο συγκεκριμένα, μελετώντας τον ποσοστό πληθυσμιακής γήρανσης σε πολιτείες των ΗΠΑ κατά το χρονικό διάστημα 1980-2010, επεδίωξαν να ποσοτικοποιήσουν την οικονομική επίδραση ενός πιο γερασμένου πληθυσμού στις οικονομικές επιδόσεις (κατά κεφαλήν ΑΕΠ). Βρήκαν ότι μια αύξηση του πληθυσμού άνω των 60 ετών κατά 10%, μειώνει το ρυθμό αύξησης του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά 5,5%. Τα αποτελέσματά τους υπονοούν πως η ετήσια αύξηση του ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί κατά 1,2% αυτή τη δεκαετία και κατά 0,6% την επόμενη δεκαετία εξαιτίας της γήρανσης του πληθυσμού.
Ταυτόχρονα, σε πρόσφατο άρθρο του στο περιοδικό Foreign Affairs, ο Ραχίρ Σάρμα μελέτησε 56 περιπτώσεις χωρών από το 1960 και μετά που κατάφεραν να έχουν ετήσιους ρυθμούς ανάπτυξης άνω του 6% για παραπάνω από μια δεκαετία. Παρατηρήθηκε ότι στις χώρες εκείνες κατά μέσο όρο ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός αυξήθηκε κατά 2,7% ετησίως, γεγονός που, κατά το συγγραφέα, υποδηλώνει ότι η πληθυσμιακή αύξηση αποτελεί κομμάτι της ερμηνείας των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης. Με λίγα λόγια, αυτό που εξάγεται ως συμπέρασμα είναι πως μια χώρα είναι δύσκολο να αποκτήσει σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης εάν ο οικονομικά ενεργός της πληθυσμός δεν αυξάνεται κατά τουλάχιστον 2% ετησίως. Σήμερα, μόλις 2 από τις 20 μεγαλύτερες αναπτυσσόμενες οικονομίες ξεπερνούν αυτό το όριο, η Νιγηρία και η Σαουδική Αραβία.
Βέβαια, η μία στις τέσσερις περιπτώσεις χωρών που αναπτύχθηκαν σημαντικά το κατόρθωσε χωρίς να παρουσιάσει σημαντικές αυξήσεις στον οικονομικά ενεργό πληθυσμό της. Χώρες όπως η Χιλή και η Ιρλανδία κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 κατάφεραν να αναπτυχθούν ταχύτατα, μέσα από ένα συνδυασμό έξυπνης οικονομικής πολιτικής, αύξησης των επενδύσεων και σημαντικής συνεπακόλουθης αύξησης της παραγωγικότητας. Παρ’ όλα αυτά, το δίδαγμα είναι πως η πιθανότητα επίτευξης ακόμα και πολύ μικρής οικονομικής ανάπτυξης συρρικνώνεται εν τη απουσία καλών δημογραφικών στοιχείων. Κατά τα επόμενα πέντε έτη, σχεδόν καμία από τις μεγάλες οικονομίες του πλανήτη δε θα ξεπερνά τον πήχη του 2% ως ποσοστό αύξησης του οικονομικά ενεργού της πληθυσμού. Και σε χώρες όπως η Κίνα, η Πολωνία, η Ρωσία και η Ταϊλάνδη, ο πληθυσμός αυτός αναμένεται να συρρικνωθεί. Το ίδιο θα ισχύει και για την Ελλάδα, και μάλιστα κατά πολύ περισσότερο: ο δυνητικά οικονομικά ενεργός πληθυσμός της χώρας, δηλαδή οι πολίτες ηλικίας 20-69 ετών που δυνητικά θα μπορούσαν να εργάζονται θα μειωθεί από τα 7 εκατ. το 2015 στα 4,8-5,5 εκατ. το 2050, ενώ ο πραγματικά οικονομικά ενεργός πληθυσμός θα μειωθεί από 4,7 εκατ. το 2015 σε 3-3,7 εκατ. το 2050.
Ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση για την Ελλάδα θα πρέπει να περιλαμβάνει και πολιτικές για την αντιμετώπιση του δημογραφικού. Διαφορετικά, είναι βέβαιο ότι το δημογραφικό πρόβλημα θα συμβάλει στην αναπτυξιακή καθήλωση της χώρας, μετατρέποντας τη στην πιο γερασμένη χώρα της Γηραιάς Ηπείρου και υπονομεύοντας την προοπτική της για το μέλλον.
Το αναπόφευκτο ερώτημα που τίθεται για την περίπτωση της Ελλάδας αφορά στις επιδράσεις της μείωσης του οικονομικά ενεργού πληθυσμού στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Στο άρθρο που προαναφέρθηκε, ο Σάρμα ανατρέχει σε 698 περιπτώσεις χωρών ανά δεκαετία, για τις οποίες υπάρχουν δεδομένα τόσο σε οικονομικό όσο και σε δημογραφικό επίπεδο. Σε 38 από αυτές τις περιπτώσεις, ο οικονομικά ενεργός πληθυσμός συρρικνώθηκε. Ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης στις χώρες εκείνες έφτανε στο αναιμικό 1,5%, ενώ μόλις τρείς από αυτές κατάφεραν να ξεπεράσουν το όριο του 6%. Οι χώρες αυτές ήταν η Πορτογαλία του ’60 και η Λευκορωσία και η Γεωργία κατά τα έτη 2000-2010, όλες χώρες που κατάφεραν να σταθεροποιηθούν έπειτα από περιόδους πολιτικής αστάθειας. Ίσως αυτό, με δεδομένη την κρίση που βιώνουμε στην Ελλάδα, να αφήνει μια χαραμάδα ελπίδας για σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, όταν και αν κατοχυρωθούν συνθήκες πολιτικής, θεσμικής και οικονομικής σταθερότητας. Παρ’ όλα αυτά, οι συγκεκριμένες περιπτώσεις δεν είναι χαρακτηριστικές. Ο κανόνας είναι ότι τόσο η γήρανση όσο και η μείωση του πληθυσμού συνολικά επιβραδύνουν την ανάπτυξη. Και ο κίνδυνος για μια χώρα με τόσο αρνητικά δημογραφικά χαρακτηριστικά που επιπλέον βρίσκεται σε ύφεση εδώ και 8 συναπτά έτη είναι αυτονόητος.
Οι πολιτικές αυτές εκ των πραγμάτων θα πρέπει να στοχεύσουν τόσο στην αύξηση των γεννήσεων, όσο και στη διαμόρφωση ενός θετικού μεταναστευτικού ισοζυγίου, προσελκύοντας ανθρώπινο δυναμικό και αμβλύνοντας παράλληλα τη δυναμική της «διαρροής εγκεφάλων» (brain drain). Διαφορετικά, είναι βέβαιο ότι το δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδας θα συμβάλει στην αναπτυξιακή καθήλωση της χώρας, μετατρέποντάς τη στην πιο γερασμένη χώρα της Γηραιάς Ηπείρου και υπονομεύοντας την προοπτική της για το μέλλον.
Οι Νέες Κοινωνίες της γήρανσης και οι Ανάγκες τους
Τι είναι η γήρανση.
Επιστημονικά γήρανση είναι η διεργασία μέσω της οποίας προοδευτικά υγιείς ενήλικες μετατρέπονται σε λιγότερο υγιή άτομα με αυξημένη ευπάθεια στη βλάβη, την ασθένεια και τον θάνατο. Η γήρανση χαρακτηρίζεται από αδυναμία στο να επιτύχει ομοιόσταση κάτω από συνθήκες φυσιολογικού stress. Υπάρχουν διάφορες θεωρίες για τον τρόπο με τον οποίο επέρχεται η γήρανση. Σήμερα θεωρείται ότι το γενετικό υπόστρωμα (DNA) ευθύνεται για το 50% της γήρανσης στους ανθρώπους όπως φαίνεται μέσα από μελέτες σε μονοζυγωτικούς διδύμους. Για το άλλο 50% ευθύνεται το περιβάλλον και ο τρόπος ζωής!
Όμως, πόσος σπαραγμός κρύβεται πίσω απ αυτή την ωμή, την απροσχημάτιστη καθημερινή σκέψη…
Η πρώτη αντίθεση: το γήρας ενάντια στη νεότητα· ο χρόνος που λιγοστεύει ενάντια σ εκείνον που χαρίζεται απλόχερα.
Η δεύτερη: η εξάρτηση, η ζήλια, ενάντια στην ολύμπια αδιαφορία της κυρίαρχης ομορφιάς.
Η τρίτη: ο έρωτας, ενάντια στο βουβό ένστικτο της συντροφικότητας, στο μετατονισμό του σε μια κλίμακα πολύ πιο συμβατική και ανελεύθερη λόγω έλλειψης επιλογών.
Ο Φίλιπ Ροθ είπε «πρέπει να κάνουμε μια διάκριση ανάμεσα στην πορεία προς τον θάνατο και στον θάνατο. Δεν είναι τα πάντα μια αδιάκοπη πορεία προς τα εκεί. Αν κάποιος είναι υγιής και αισθάνεται καλά, τότε η πορεία προς τον θάνατο είναι αόρατη. Το τέλος είναι μεν αναπόφευκτο, όχι όμως και προαναγγελλόμενο αναγκαστικά».
Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα αναγνωρίζοντας το σημαντικό πρόβλημα της δημογραφικής γήρανσης διετύπωσε τρεις μακροπρόθεσμες κατευθυντήριες αρχές ως βάση για τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών συστημάτων κοινωνικής προστασίας στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και μέριμνας για τους ηλικιωμένους.
Οι αρχές αυτές είναι:
Εξασφάλιση πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη από όλους,
Παροχή φροντίδας υψηλής ποιότητας που θα συμβαδίζει με την επιστημονική πρόοδο,
Διασφάλιση της οικονομικής βιωσιμότητας των συστημάτων παροχής φροντίδας
«Μια ατζέντα για νέες δεξιότητες και θέσεις εργασίας» για τον εκσυγχρονισμό των αγορών εργασίας και την ενδυνάμωση των ατόμων αναπτύσσοντας τις ικανότητές τους καθ ‘όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους με στόχο την αύξηση της εργασιακής συμμετοχής και καλύτερη αντιστοίχιση της προσφοράς και της ζήτησης εργασίας, μεταξύ άλλων κινητικότητα μέσω της εργασίας.
Η δημιουργία μιας νέας κοινωνίας ,που το ποσοστό της θα ανέρχεται το 20% , δεν θα πρέπει να αφήνει αδιάφορη καμία ευνομούμενη πολιτεία με τρόπο σκέψης που κατευθύνεται στο μέλλον. Είναι ένα ποσοστό πολύτιμων ανθρωπίνων πόρων που μπορεί να αποτελέσουν την «Αργυρή Οικονομία» η οποία θα περιλαμβάνει ευρύ φάσμα οικονομικών δραστηριοτήτων:
Από προϊόντα και υπηρεσίες υγείας και φροντίδας έως μέτρα προώθησης της κινητικότητας και της υποβοηθούμενης από το περιβάλλον αυτόνομης διαβίωσης, απασχόλησης με ωράριο προσαρμοσμένο ανάλογα με την ηλικία, πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες, ένταξη στο σφαιρικό κοινωνικό γίγνεσθαι, προσβασιμότητα των μέσων μεταφοράς, προσαρμοσμένη στις ανάγκες της ηλικίας στέγαση.
Επαγγελματικός Προσανατολισμός
Οι χώρες με μακροπρόθεσμο σχεδιασμό επαγγελματικού προσανατολισμού σχεδιάζουν το μέλλον των εργαζομένων τους , δεν το μοιρολογούν.
Οι ΗΠΑ γνωρίζουν ότι το 2030 ο αριθμός των ηλικιωμένων θα ανέρχεται πάνω από το 20% του συνολικού πληθυσμού τους και το 2060 σύμφωνα με σοβαρές μελέτες και αισιόδοξα (!!) σενάρια ίσως φτάσει το 29,2%, οργανώνουν τον επαγγελματικό προσανατολισμό των νέων με βάσει το μέλλον, δηλαδή τις αποδοχές αλλά και τις προοπτικές εξέλιξης, τις μισθοδοτικές αυξήσεις, την ποιότητα ζωής, το πόσο γεμίζουν τον εργαζόμενο ή προσφέρουν στην κοινωνία.
Έτσι λοιπόν βλέπουμε στον παρακάτω πίνακα ότι ο Physician Assistant (βοηθός γιατρού) είναι στην κορυφή της ζήτησης με τις μεγαλύτερες ευκαιρίες απασχόλησης και απορρόφησης και πολύ καλούς μισθούς (Μέσο Ετήσιο Εισόδημα).
Το Glassdoor αναγνώρισε 25 επαγγέλματα, που συγκέντρωσαν το μεγαλύτερο «Job Score», το οποίο υπολογίστηκε βάσει μιας κλίμακας του 5. Το «Job Score» καθορίζεται από το μέσο ετήσιο εισόδημα του προηγούμενου έτους, τα στατιστικά ευκαιριών καριέρας και τον αριθμό των ανοιχτών θέσεων όπως καταχωρήθηκαν στο Glassdoor σε περίοδο τριών μηνών.
«Στο Glassdoor γνωρίζουμε πως όσοι αναζητούν δουλειά εξετάζουν δυο παράγοντες όταν ορίζουν το πού θα εργαστούν: τις οικονομικές απολαβές και τις ευκαιρίες καριέρας,» λέει ο Scott Dobroski, αναλυτής των επαγγελματικών τάσεων στο Glassdoor. «Για το λόγο αυτό, θελήσαμε να εξετάσουμε και τους δύο παράγοντες για να προσδιορίσουμε ακριβώς “το καλύτερο επάγγελμα”».
Ο Dobroski επισημαίνει πως έλαβαν υπόψη και τον αριθμό των ανοιχτών θέσεων εργασίας γιατί είναι δείκτης ευκαιριών εργασίας. «Όσο περισσότερες είναι οι διαθέσιμες θέσεις, τόσο μεγαλύτερες οι πιθανότητες να προσληφθούν».
Στη λίστα υπάρχει μεγάλη συγκέντρωση σε επαγγέλματα τεχνολογικού ενδιαφέροντος, καθώς και του κλάδου της υγείας. «Και οι δύο αυτές βιομηχανίες είναι γνωστό πως σημειώνουν τα τελευταία χρόνια τρομακτική ανάπτυξη, η οποία σαφώς ευνοεί τη μεγάλη ζήτηση ανθρώπινου δυναμικού».
Παρακάτω παραθέτουμε τη λίστα με τα 25 καλύτερα επαγγέλματα για το 2015 στην Αμερική:
- Sales Engineer
Θέσεις 6,007
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $91,318
Ευκαιρίες Καριέρας 3.2
Job Score 4.2
- Nurse Practitioner (νοσηλευτής)
Θέσεις 15,341
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $95,171
Ευκαιρίες Καριέρας 3.1
Job Score 4.2
- Mobile Developer
Θέσεις 4,651
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $79,810
Ευκαιρίες Καριέρας 3.3
Job Score 4.2
- Supply Chain Manager
Θέσεις 3,754
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $83,795
Ευκαιρίες Καριέρας 3.4
Job Score 4.2
- Client Services Manager
Θέσεις 2,377
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $103,736
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα 3.7
Job Score 4.2
- IT Project Manager
Θέσεις 5,700
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $103,710
Ευκαιρίες Καριέρας 3.2
Job Score 4.3
- Physical Therapist (φυσιοθεραπευτής)
Θέσεις 27,579
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $64,806
Ευκαιρίες Καριέρας 3.2
Job Score 4.3
- Audit Manager
Θέσεις 4,585
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $69,271
Ευκαιρίες Καριέρας 3.9
Job Score 4.3
- Civil Engineer
Θέσεις 6,120
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $73,383
Ευκαιρίες Καριέρας 3.5
Job Score 4.3
- Network Engineer
Θέσεις 14,092
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $87,518
Ευκαιρίες Καριέρας 3.2
Job Score 4.3
- Electrical Engineer
Θέσεις 10,435
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $76,803
Ευκαιρίες Καριέρας 3.3
Job Score 4.3
- Business Analyst
Θέσεις 21,337
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $74,638
Ευκαιρίες Καριέρας 3.2
Job Score 4.3
- QA Engineer
Θέσεις 26,383
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $77,499
Ευκαιρίες Καριέρας 3.2
Job Score 4.3
- Mechanical Engineer
Θέσεις 16,065
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $73,015
Ευκαιρίες Καριέρας 3.3
Job Score 4.4
- Solutions Architect
Θέσεις 3,982
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $121,657
Ευκαιρίες Καριέρας 3.4
Job Score 4.4
- Sales Manager
Θέσεις 3,982
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $121,657
Ευκαιρίες Καριέρας 3.4
Job Score 4.4
- Data Scientist
Θέσεις 3,449
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $104,476
Ευκαιρίες Καριέρας 3.8
Job Score 4.4
- Product Manager
Θέσεις 10,294
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $113,363
Ευκαιρίες Καριέρας 3.3
Job Score 4.5
- Database Administrator
Θέσεις 9,790
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $97,835
Ευκαιρίες Καριέρας 3.4
Job Score 4.5
- Marketing Manager
Θέσεις 14,647
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $100,130
Ευκαιρίες Καριέρας 3.4
Job Score 4.6
- Finance Manager
Θέσεις 9,728
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $122,865
Ευκαιρίες Καριέρας 3.4
Job Score 4.6
- Human Resources Manager
Θέσεις 8,073
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $96,443
Ευκαιρίες Καριέρας 3.6
Job Score 4.6
- Business Development Manager
Θέσεις 11,616
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $94,907
Ευκαιρίες Καριέρας 3.5
Job Score 4.6
- Software Engineer
Θέσεις 104,828
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $98,074
Ευκαιρίες Καριέρας 3.3
Job Score 4.6
- Physician Assistant (βοηθός γιατρού)
Θέσεις 45,484
Μέσο Ετήσιο Εισόδημα $111,376
Ευκαιρίες Καριέρας 3.5
Job Score 4.8
Νέες ανάγκες και ειδικότητες για την Ελλάδα
Γεροντολογία.
Γεροντολογία είναι η επιστήμη που έχει σαν αντικείμενό της την κατανόηση του φαινομένου της γήρανσης των πληθυσμών, τη διερεύνηση των δημογραφικών αλλαγών με τις οποίες σχετίζεται και τις επιπτώσεις της στη δημόσια υγεία και την κοινωνία (θεσμούς και δομές). Προσπαθεί να εντοπίσει προβλήματα και να προτείνει λύσεις κοινωνικής πολιτικής που αφορούν την τρίτη ηλικία.
Η χώρα μας σε μία σχετική μελέτη σύγκρισης συστημάτων κοινωνικής πρόνοιας στην Ευρώπη συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών με την υψηλότερη κοινωνική απομόνωση και αίσθημα ανασφάλειας των ηλικιωμένων της
Γηριατρική
Η γηριατρική ασχολείται με όλα τα ιατρικά προβλήματα των ηλικιωμένων ατόμων (ηλικίας άνω των 65 ετών). Περιλαμβάνει τόσο τον τομέα της πρόληψης όσο και τον τομέα της θεραπείας, τον περιορισμό της νοσηρότητας και αναπηρίας, την ανακούφιση των συμπτωμάτων όπως είναι ο πόνος, τη διατήρηση της αυτονομίας και ασφάλειας.
Απαιτεί εκτός από τη γνώση της Γενικής Παθολογίας, γνώση της φυσιολογίας της γήρανσης, καθώς και ειδικές γνώσεις σε θέματα κλινικής φαρμακολογίας, ψυχιατρικής, νευρολογίας, φυσικής ιατρικής και νοσηλευτικής. Η γηριατρική προσέγγιση του ασθενούς έχει ολιστικό χαρακτήρα και επεκτείνεται πέρα από το παραδοσιακό ιστορικό και την κλινική εξέταση. Εμπεριέχει την εκτίμηση σωματικών, διανοητικών, κοινωνικών και συναισθηματικών λειτουργιών καθώς και βιοηθικές προεκτάσεις όπως οι αποφάσεις που αφορούν το τέλος της ζωής. Το ηλικιωμένο άτομο αντιμετωπίζεται από ομάδα επιστημόνων (ιατρός, νοσηλευτής, κοινωνικός λειτουργός, φυσιοθεραπευτής, εργασιοθεραπευτής, κοινωνικός λειτουργός) τόσο στα νοσοκομεία όσο και στα εξωτερικά ιατρεία, στις κλινικές ημέρας, ή και στην οικία του ασθενούς με την εφαρμογή της κατ’ οίκον υποστήριξης.
Η σχέση της μεγάλης ηλικίας με την ευπάθεια είναι γνωστή από την αρχαιότητα. Οι ηλικιωμένοι έχουν αυξημένη προδιάθεση για κακή υγεία, μειωμένη απόλαυση της ζωής, αδυναμία συμμετοχής σε ποικίλους κοινωνικούς ρόλους και απειλούνται περισσότερο από τον θάνατο. Η ευπάθεια αυτή οφείλεται στην έκπτωση των φυσιολογικών τους λειτουργιών που αφορά όλα τα συστήματα του σώματος (αναπνευστικό, καρδιαγγειακό, μυοσκελετικό, ανοσοποιητικό κ.λ.π.)
Συχνά λόγω της χαμηλής υποψίας, και ευαισθητοποίησης τα ειδικά γηριατρικά προβλήματα υποεκτιμούνται και υποθεραπεύονται με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι επιπλοκές τους. Προβλήματα που αφορούν καθημερινές δραστηριότητες (π.χ. ψώνια) μπορεί να είναι πρώιμα σημεία κατάθλιψης, άνοιας, φόβου για πτώσεις, επιδεινούμενης ακράτειας, απώλειας όρασης ή άλλης νόσου (ΣΝ). Η απώλεια βάρους μπορεί να αποτελεί ένδειξη φθίνουσας λειτουργικότητας, άνοιας, ή άλλης νόσου. Η λειτουργική αξιολόγηση των ηλικιωμένων μπορεί να χρησιμεύσει ως βάση για την πρόβλεψη μελλοντικών προβλημάτων και αναγκών υποστήριξης καθώς
Όπως ανάφερε ο Πρόεδρος της Ελληνικής Γεροντολογικής και Γηριατρικής Εταιρείας, καθηγητής χειρουργικής, Ιωάννης Καραϊτιανός, συνέπεια της βαθμιαίας γήρανσης του πληθυσμού είναι η αύξηση των ποσοστών των νόσων φθοράς όπως είναι τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρόνια νεφρική ανεπάρκεια, η χρόνια αναπνευστική ανεπάρκεια, η καχεξία, η άνοια και άλλες διαταραχές της μνήμης, η οστεοπόρωση και βέβαια η μεγάλη μάστιγα του καρκίνου. Υπολογίζεται μάλιστα, ότι στη χώρα μας τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, αν και αποτελούν περίπου το 20,7% του πληθυσμού, καταναλώνουν δυσανάλογα μεγάλο ποσοστό των κρατικών πόρων για την Υγεία.
–Κάθε 5 χρόνια προστίθενται στην προχωρημένη ηλικία πάνω από 100.000 άτομα.
–Από τους ηλικιωμένους ασθενείς που νοσηλεύονται σε γενικά νοσοκομεία το 40% είναι χειρουργικοί ασθενείς.
-Τα άτομα άνω των 70 ετών, ενώ αποτελούν το 10% του πληθυσμού, απασχολούν το 50% των νοσοκομειακών κλινών και ειδικότερα το 25% των κλινών για οξέα περιστατικά.
–Οι υπερήλικες καλύπτουν το 25% των συνολικών ημερών νοσηλείας στα νοσοκομεία.
–Συννοσηρότητα: Το 70% των υπερηλίκων έχουν περισσότερες της μιας συνοδούς νόσους.
–Πολυφαρμακία: Το 25% των υπερηλίκων παίρνουν περισσότερα από 5 φάρμακα.
Σύμφωνα με τον κο Καραϊτιανό, οι περισσότερες μορφές καρκίνου διαγιγνώσκονται σε ηλικιωμένα άτομα και συγκεκριμένα πάνω από το 66% των θανάτων από καρκίνο συμβαίνει σε ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών. Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Οι καρκίνοι είναι υπεύθυνοι σαν πρώτη αιτία θανάτου στο φάσμα ηλικίας μεταξύ 65 και 74 ετών και η δεύτερη αιτία θανάτου μετά τα 75 χρόνια».
Ενδεικτικές Ανάγκες και Παθήσεις Ηλικιωμένων
- Αναπνευστικές παθήσεις ηλικιωµένων
- Λοιµώξεις στους ηλικιωµένους
- Θυρεοειδοπάθειες υπερηλίκων
- Καρκίνος και τρίτη ηλικία.
- Φροντίδα τελικού σταδίου.
- Καρκίνος του δέρµατος στην τρίτη ηλικία
- Αναιµία στην τρίτη ηλικία
- Ο καρκίνος του µαστού της τρίτης ηλικίας
- Υπερλιπιδαιµίες – ∆υσλιπιδαιµίες στην τρίτη ηλικία
- Σακχαρώδης διαβήτης στους ηλικιωµένους
- Καρκίνος του στοµάχου και του παχέος εντέρου σε υπερήλικες.
- Καρκίνος προστάτη και ουροδόχου κύστης
- Οξεία χειρουργική κοιλία.
- Θροµβο-εµβολικά επεισόδια στην τρίτη ηλικία
- Αγγειακά συµβάντα :
- Περιφερική αρτηριοπάθεια
- Αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια
- Αγγειοπλαστική καρωτίδας και περιφερικών αγγείων
- Αρτηριακή υπέρταση και στεφανιαία νόσος στους ηλικιωµένους
- Ακράτεια ούρων και κοπράνων στην τρίτη ηλικία
- ∆υσφαγία – Έλκος στοµάχου και δωδεκαδακτύλου – ∆ιαφραγµατοκήλη
- ∆υσκοιλιότητα – Εκκολπωµατική νόσος, πολύποδες παχέος εντέρου στους ηλικιωµένους
- ∆ιατροφή – Καχεξία στην τρίτη ηλικία
- Μυοσκελετικά προβλήματα – Οστεοαρθρίτιδα
- Οστεοπόρωση
- ∆ιαταραχές της κινητικότητας, της βάδισης και της ισορροπίας των ηλικιωµένων
- Πτώσεις – Κατάγµατα – Αποκατάσταση
- Ενδυνάµωση του µυοσκελετικού συστήµατος των ηλικιωµένων µετα-νοσοκοµειακά
- Άσκηση και τρίτη ηλικία
- Ο χρόνιος πόνος και η αντιµετώπισή του.
- Αντιµετώπιση και διαχείριση των χρόνιων νοσηµάτων – Ανακουφιστική Φροντίδα
- Νόσος του Alzheimer και άλλες µορφές άνοιας. Υπάρχει πρόληψη;
- Ποιοτικά Κριτήρια στη Φροντίδα Ηλικιωµένων και Ανθρώπων µε Άνοια
- Προγράµµατα µείωσης της επιβάρυνσης από τη φροντίδα στην Άνοια
- Μακροχρόνια Φροντίδα Ηλικιωµένων και Ανθρώπων µε Άνοια ή βαριά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.
- Περίθαλψη Ανθρώπων µε Άνοια ή με αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια: Ποιότητα Φροντίδας και Ποιότητα Ζωής
- Νευροψυχολογικές δοκιµασίες σε ηλικιωµένους
- Κατάθλιψη και αυτοκτονία σε ηλικιωµένους
- Εµβολιασµός στην τρίτη ηλικία
- Άτονα έλκη – κατακλίσεις – διαβητικό πόδι
- Ο ηλικιωµένος ασθενής της ΜΕΘ.
- Επείγουσες καταστάσεις στους ηλικιωµένους
- Κατ’ οίκον νοσηλεία ηλικιωµένων
- Αντιµετώπιση της παχυσαρκίας σε άτοµα µεγάλης ηλικίας
- Βαρηκοΐα – ωτορινολαρυγγολογικά προβλήµατα υπερηλίκων – Ίλιγγος
- Καταρράκτης – οφθαλµολογικά προβλήµατα – Οδήγηση ηλικιωµένων
- Εξελίξεις στην αντιγήρανση
- Πλαστική αισθητική χειρουργική στην τρίτη ηλικία
- Οδοντιατρικά προβλήµατα και κόστος αυτών
- Ασθένειες που προκύπτουν από κακή συντήρηση των οδόντων.
- Κόστος περίθαλψης των ηλικιωµένων
- Η αποµόνωση στους ηλικιωµένους
- Γήρανση και εργασία
- Εξειδικευμένη διατροφή
- Ηλικιακός ρατσισµός στην Ελλάδα της ανεργίας.
- Προληπτική Ιατρική στην τρίτη ηλικία
- Νοµικά και Ηθικά θέµατα στην τρίτη ηλικία
- Ο Ερωτας και το Σεξ στην Τρίτη ηλικία
- Τα δικαιώµατα των ηλικιωµένων, πρόσβαση στην υγειονοµική περίθαλψη
- Πρωτοβάθµιες Υπηρεσίες Υγείας στην εποχή της κρίσης και τεχνικές αλλαγές
- ∆ιασφάλιση της ποιότητας ζωής σε ανθρώπους άνω των 60 ετών
- Προληπτικός έλεγχος σε άτοµα άνω των 65 ετών
- ∆οµές και Μοντέλα Υποστήριξης Ηλικιωµένων στο Σπίτι και στην Κοινότητα
Βιβλιογραφία
- Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ)
- eurostat
- cnn. gr
- dianeosis. gr
- Η πληθυσμιακή εξέλιξη της Ελλάδας (2015-2050)- Εργαστήριο Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.
- Εκθέσεις της διαΝΕΟσις ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016
Στο πρώτο μέρος της Έκθεσης Α’, αναλύονται οι υφιστάμενες προβολές του πληθυσμού από διεθνείς φορείς και την ΕΛ.ΣΤΑΤ. Το δεύτερο μέρος περιέχει μια ανάλυση της εξέλιξης του πληθυσμού της χώρας στη μεταπολεμική περίοδο (1951-2014) ως προς τις τρεις δημογραφικές συνιστώσες: τη γονιμότητα, τη θνησιμότητα και τις μεταναστευτικές ροές. Η έκθεση συνοδεύεται από παράρτημα με πίνακες και γραφήματα.
ΈκθεσηΑ΄:www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2016/09/parartima_ekthesis_a_dimografiko.pdf
Για την Ελλάδα (σελ 124-184) :
Έκθεση Β΄:www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2016/09/ekthesi_b_dimografiko_erevna_final.pdf
- Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα 2014. Γεγονότα και Στοιχεία. Παρατηρητήριο Οικονομικών Υγείας. Νοέμβριος 2015.
- WIPO και World Bank, 2015
- World Health Organization. European Health for all database (HFADB). [Accessed 2016 January 28]. Available from:http://data.euro.who.int/hfadb/
- Business Insider, Glassdoor